Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ατμολέβητας ο [atmolévitas] Ο5 : λέβητας (καζάνι) ατμοκίνητης μηχανής μέσα στον οποίο το νερό μεταβάλλεται σε ατμό.
[λόγ. ατμο- + λέβης > λέβητας μτφρδ. αγγλ. steam-boiler]



