Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αργολογώ
1 item total
[Λεξικό Κριαρά]
αργολογώ.
  • Φλυαρώ:
    • (Ναθαναήλ Μπέρτου, Ομιλίαι XII 96).

[<επίθ. αργός + λογώ. Τ. λοώ σήμ. ιδιωμ. (ΙΛ, λ. λογώ ΙΙ). Η λ. τον 4. αι.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go