Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αποπυρηνικοποιώ [apopirinikopió] -ούμαι Ρ10.9 : εξαλείφω τα πυρηνικά όπλα: Aποπυρηνικοποιημένη ζώνη.
[λόγ. απο- πυρηνικ(ός) -ο- + -ποιώ μτφρδ. αγγλ. denuclearize]