Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αλληλοκατηγορούμαι
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αλληλοκατηγορούμαι [alilokatiγorúme] Ρ10.9β (συνήθ. πληθ.) : για πρόσωπα που κατηγορούνται αμοιβαία, που το ένα κατηγορεί το άλλο: Οι διάφοροι υπεύθυνοι αλληλοκατηγορούνται για τα προβλήματα στη δημόσια διοίκηση.

[λόγ. αλληλο- + κατηγορούμαι]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go