Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: σπιριτουαλισμός
1 item total
σπιριτουαλισμός ο [spiritualizmós] Ο17 : (φιλοσ.) άποψη κατά την οποία το πνεύμα αποτελεί ανώτατη και αυθυπόστατη πραγματικότητα.

[λόγ. < γαλλ. spiritualisme (-isme = -ισμός)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go