Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κομπιουτεράκιας
1 εγγραφή
κομπιουτεράκιας ο [kombjuterákas & komputerákas] Ο4 πληθ. κο μπιου τεράκηδες : αυτός που ασχολείται συνήθ. επαγγελματικά με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές.

[κομπιούτερ -άκιας]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες