Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ημιφορτηγό
1 εγγραφή
ημιφορτηγό το [imifortiγó] Ο38 : φορτηγό αυτοκίνητο μικρής χωρητικότητας. ημιφορτηγάκι το YΠΟKΟΡ.

[λόγ. ημι- + φορτηγόν μτφρδ. αγγλ. half track]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες