Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: "-ηρός"
1 εγγραφή
-ηρός -ηρή -ηρό [irós] : επίθημα λόγιας προέλευσης επιθέτων παράγωγων από ουσιαστικά· δηλώνει ότι το προσδιοριζόμενο χαρακτηρίζεται από την (έντονη) παρουσία των στοιχείων της πρωτότυπης λέξης· (πρβ. -ερός, -αρός): (αίμα) αιματηρός, (αιχμή) αιχμηρός, (ζωή) ζωηρός, (ήχος) ηχηρός, (σιωπή) σιωπηρός.

[λόγ. < αρχ. μετουσ. επίθημα -ρός σε λ. που τελειώνουν σε -η- παραγωγικό επιθέτων που δηλώνουν την παρουσία των χαρακτηριστικών της πρωτότυπης λ.: αρχ. δαπανη-ρός και επέκτ. σε άλλα θ.: αρχ. μοχθ-ηρός (< μόχθ-ος)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες