Εργαλεία 

Αρχές Σύνταξης της Αρχαιοελληνικής Γλώσσας 

 

ΤΟ ΑΝΑΡΘΡΟ ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ

§4.8. Το απαρέμφατο που δεν συνοδεύεται από άρθρο χρησιμοποιείται ως υποκείμενο ισοδύναμο με ονομαστική:

ΗΡΟΔ 3.81 ὁ μὲν εἴ τι ποιέει, γινώσκων ποιέει, τῷ δὲ οὐδὲ γινώσκειν ἔνι || διότι αυτός [ο τύραννος] ό,τι πράττει το πράττει εν γνώσει του, ενώ σε εκείνον [στον όχλο] δεν υπάρχει ούτε γνώση.

ΘΟΥΚ 1.5.2 οἷς κόσμος [ἐστὶ] καλῶς τοῦτο δρᾶν || για τους οποίους είναι τιμή να κάνουν τέτοιες πράξεις επιδέξια.

ΠΛ Μενεξ 247b εἶναι τιμὰς γονέων ἐκγόνοις καλὸς θησαυρός || για τους απογόνους είναι καλός θησαυρός το να υπάρχουν τιμές των προγόνων.

ΠΛ Πολ 555c πλοῦτον τιμᾶν καὶ σωφροσύνην ἅμα ἱκανῶς κτᾶσθαι ἐν τοῖς πολίταις ἀδύνατον || δεν μπορεί να εκτιμούν τον πλούτο και ταυτόχρονα να αποκτήσουν οι πολίτες σε επαρκή βαθμό την αρετή του επιθυμητικού.

ΛΥΚΟΥΡ 60 πόλεώς ἐστι θάνατος ἀνάστατον γενέσθαι || είναι θάνατος για τη πόλη το να εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους της.

ΛΥΣ 1.8 κράτιστονοὖν μοι εἶναι δοκεῖ ἐξ ἀρχῆς ὑμᾶς διδάσκειν πάντα τὰ γενόμενα καὶ παραλείπειν μηδέν || πιστεύω ότι το καλύτερο είναι να σας εξιστορήσω όλα όσα έγιναν από την αρχή και να μην παραλείψω τίποτα.

§4.9. Με άναρθρο απαρέμφατο ως υποκείμενο συντάσσονται, όπως διαφαίνεται από τα προηγούμενα παραδείγματα, κυρίως απρόσωπα ρήματα και ισοδύναμες προς αυτά εκφράσεις. Ειδικότερα:

• Με άναρθρο τελικό απαρέμφατο ως υποκείμενο συντάσσονται τα ἔστι, ἔξεστι, δυνατόν ἐστι, οἷόν τέ ἐστι (= επιτρέπεται, είναι δυνατόν, μπορεί) και τα αντίθετά τους, τα δεῖ, χρή, ἀναγκαῖόν ἐστι (= πρέπει, είναι αναγκαίο), πρέπει, προσήκει (= αρμόζει), δοκεῖ, καλόν [κακόν], χαλεπόν, δίκαιόν ἐστι (= φαίνεται σωστό, είναι καλό [κακό], νόμιμο) κτό., γίγνεται, συμβαίνει, συμφέρει κτό.:

ΗΡΟΔ 1.183 ἐπὶ τοῦ χρυσέου βωμοῦ οὐκ ἔξεστι θύειν || πάνω στον χρυσό βωμό δεν επιτρέπεται να γίνεται θυσία.

ΠΛ Μεν 73c-e ἄρχειν οἷόν τ'εἶναι τῶν ἀνθρώπων || να μπορεί κανείς να κυριαρχεί στους ανθρώπους.

ΞΕΝ ΚΑναβ 3.2.11 ἀγαθοῖς ὑμῖν προσήκει εἶναι || σας ταιριάζει να είστε γενναίοι.

ΠΛ Μεν 90b δίκαιον ζητεῖν ἀρετῆς πέρι διδασκάλους είναι νόμιμο να ερευνήσει κανείς το σχετικό με τους δασκάλους της αρετής ερώτημα.

ΠΛ Πολ 375d καὶ οὕτω δὴ συμβαίνει ἀγαθὸν φύλακα ἀδύνατον γενέσθαι || και έτσι προκύπτει ότι είναι αδύνατο να υπάρξει καλός φύλακας.

ΘΟΥΚ 1.23.1 παθήματαξυνηνέχθη γενέσθαι ἐν αυτῷ [τῷ πολέμῳ] τῇ Ἑλλάδι, οἷα οὐχ ἕτερα ἐν ἴσῳ χρόνῳ || και έτυχε να πάθει η Ελλάδα σε αυτόν τον πόλεμο τέτοιες συμφορές όσες δεν έπαθε σε ίσο χρονικό διάστημα.

• Με άναρθρο ειδικό απαρέμφατο ως υποκείμενο συντάσσονται λεκτικά ρήματα όπως λέγεσθαι, ἀγγέλεσθαι, μνημονεύεσθαι, ὁμολογεῖσθαι, νομίζεσθαι κτό.

ΗΡΟΔ 3.26 ἐς τοῦτον τὸν χῶρον λέγεται ἀπικέσθαι τὸν στρατόν || λέγεται ότι σε αυτόν τον τόπο έφτασε ο στρατός.

ΗΡΟΔ 6.138 νενόμισται ἀνὰ τὴν Ἑλλάδα τὰ σχέτλια ἔργα πάντα Λήμνια καλέεσθαι επικράτησε σε όλη την Ελλάδα τα ειδεχθή εγκλήματα να τα αποκαλούν Λήμνια.

ΠΛ Φαιδ 72a ὁμολογεῖται ἄρα ἡμῖν καὶ ταύτῃ τοὺς ζῶντας ἐκ τῶν τεθνεώτων γεγονέναι || υπάρχει λοιπόν και ως προς αυτό το σημείο μεταξύ μας συμφωνία, ότι οι ζωντανοί προέρχονται από τους πεθαμένους.

ΙΣΟΚΡ 4.23 ὁμολογεῖται τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι || αναγνωρίζεται ότι η πόλη μας είναι η πιο αρχαία.

Τα συγκεκριμένα ρήματα όμως μπορούν να έχουν και προσωπική σύνταξη.

ΘΟΥΚ 2.47.3 οὐ μέντοι τοσοῦτός γε λοιμὸς οὐδὲ φθορὰ οὕτως ἀνθρώπων οὐδαμοῦ ἐμνημονεύετο γενέσθαι || πουθενά δεν θυμόταν κανείς να παρουσιάστηκε τόσο φοβερή αρρώστεια ούτε να αφάνισε τόσους ανθρώπους.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 5.3.30 ὁ Ἀσσύριος εἰς τὴν χώραν ἐμβαλεῖν ἀγγέλλεται || αναγγέλεται ότι ο βασιλιάς της Ασσυρίας θα εισβάλει στη χώρα.

§4.10. Το απαρέμφατο χωρίς άρθρο χρησιμοποιείται και ως κατηγορούμενο σε συνάρτηση με το ἐστί στην περίπτωση ορισμών (προπαντός σε φιλοσόφους όπως ο Πλάτων):

ΠΛ Γοργ 476d τὸ δίκην διδόναι πότερον πάσχειν τί ἐστιν ἢ ποιεῖν; || το να τιμωρείται κάποιος είναι κάτι παθητικό ή ενεργητικό;

ΠΛ Κρατ 408a τὸ δὲ λέγειν δή ἐστιν εἴρειν || το να μιλάει κανείς είναι το ίδιο με το να βάζει τις λέξεις σε μια σειρά.

ΠΛ Θεαιτ 163d ἆρα τὸ ὁρᾶν οὐκ αἰσθάνεσθαι λέγεις; (χωρίς το λέγεις η φράση θα είχε: τὸ ὁρᾶν ἐστιν αἰσθάνεσθαι) || άραγε δεν λες ότι το να βλέπει κανείς σημαίνει [= είναι το ίδιο με το να] το να αντιλαμβάνεσαι; (το να βλέπει κανείς σημαίνει [= είναι το ίδιο με το να] το να αντιλαμβάνεται).

§4.11. Το άναρθρο απαρέμφατο χρησιμοποιείται ως επεξήγηση σε ένα προηγούμενο ουσιαστικό ή μιαν αντωνυμία:

ΟΜΗΡ Ιλ 12 243 εἷς οἰωνὸς ἄριστος, ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης || ένα είναι το καλύτερο προφητικό σημάδι, να υπερασπίζεται κανείς την πατρίδα του.

ΙΣΟΚΡ 4.38 ἀρχὴν μὲν ταύτην ἐποιήσατο τῶν εὐεργεσιῶν, τροφὴν τοῖς δεομένοις εὑρεῖν || πρόσφερε αυτήν ως πρώτη ευεργεσία, βρήκε δηλαδή τροφή για όσους την είχαν ανάγκη.

ΠΛ Συμπ 192d ἆρά γε τοῦδε ἐπιθυμεῖτε, ἐν τῷ αὐτῷ γενέσθαι ὅ,τι μάλιστα ἀλλήλοις; || θέλετε μήπως αυτό; να μείνετε δηλαδή ενωμένοι όσο πιο σφιχτά γίνεται ο ένας με τον άλλον;

ΞΕΝ ΚΠαιδ 4.1.15 μὴ πάθωμεν ἅπερ πολλοὺς μὲν λέγουσιν ἐν θαλάττῃ πεπονθέναι, διὰ τὸ εὐτυχεῖν οὐκ ἐθέλοντας παύσασθαι πλέοντας ἀπολέσθαι μήπως πάθουμε όσα ακριβώς λέγεται πως έχουν πάθει εκείνοι που ταξιδεύουν στη θάλασσα, που καταστράφηκαν δηλαδή προσπαθώντας να πλουτίσουν γιατί δεν ήθελαν να πάψουν να ταξιδεύουν στη θάλασσα.

§4.12. Το απαρέμφατο χωρίς άρθρο χρησιμοποιείται ως αντικείμενο σε συνάρτηση με πολλές κατηγορίες ρημάτων. Τα κυριότερα από αυτά είναι:

(α) Τα ρήματα που σημαίνουν τη σκέψη και την εκφορά της, όπως τα λογίζεσθαι, διανοεῖσθαι, τα λεκτικά λέγειν, φάναι, μνημονεύειν, ὁμολογεῖν κ.ά., τα δοξαστικά όπως το δοκεῖν, ἡγεῖσθαι, οἴεσθαι, νομίζειν, φαίνεσθαι, ὑποπτεύειν, κ.ά. Επίσης τα πυνθάνεσθαι, ὀμνύναι, ὑπισχνεῖσθαι, ἐλπίζειν, ἀπειλεῖν, αἰτιᾶσθαι, κ.ά. Το απαρέμφατο εδώ είναι κατά κανόνα ειδικό:

ΞΕΝ ΚΑναβ 2.2.13λογιζόμενοι ἥξειν ἅμα ἡλίῳ δύνοντι ἐς κώμας τῆς Βαβυλωνίας χώρας || λογάριαζαν ότι θα φτάσουν με τη δύση του ηλίου σε κάποια χωριά της Βαβυλωνίας.

ΠΛ Πρωτ 324b τοιαύτην διάνοιαν ἔχων διανοεῖται παιδευτὴν εἶναι ἀρετήν || έχοντας αυτά κατά νου σκέφτεται ότι η αρετή μπορεί να διδαχτεί.

ΠΛ Γοργ 470e τὸν μὲν καλὸν κἀγαθὸν ἄνδρα καὶ γυναῖκα εὐδαίμονα εἶναί φημι, τον δὲ ἄδικον καὶ πονηρὸν ἄθλιον || θα πω ότι ο ολοκληρωμένος άνδρας και η γυναίκα με αρχοντιά είναι ευτυχισμένος, ο άδικος και ο ανήθικος δυστυχισμένος.

ΗΡΟΔ 1.34 Κροῖσος ἐνόμιζε ἑωυτὸν εἶναι ἀνθρώπων ἁπάντων ὀλβιώτατον || ο Κροίσος πίστευε πως είναι ο πιο ευτυχισμένος από όλους τους ανθρώπους.

ΗΡΟΔ 1.8 οὔ σε δοκέω πείθεσθαι δεν νομίζω πως πείθεσαι.

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.3.1 ὑπώπτευον ἤδη ἐπὶ βασιλέα ἰέναι || υποπτεύονταν πλέον ότι πήγαιναν εναντίον του βασιλιά της Περσίας.

ΗΡΟΔ 1.62 ἐπύθοντο αὐτὸν πορεύεσθαι ἐπὶ τὸ ἄστυ || έμαθαν ότι βαδίζει προς την πόλη.

ΞΕΝ Ελλ 5.4.7 ἠπείλησαν ἀποκτεῖναι ἅπαντας || απείλησαν ότι θα τους σκότωναν όλους.

ΠΛ Πρωτ 333d τὸν λόγον ᾐτιᾶτο δυσχερῆ εἶναι || διατεινόταν ότι η πρόταση ήταν δύσκολη.

Αμφίσημες είναι περιπτώσεις όπως π.χ. αυτές του ὀμνύναι, ὑπισχνεῖσθαι, οι οποίες μπορούν να αποδοθούν και με τελικές προτάσεις:

ΞΕΝ ΚΑναβ 7.6.43 Σεύθης ὑπισχνεῖται αὐτῷ ἀποδώσειν τὰ χωρία τὰ ἐπὶ τῇ θαλάττῃ || ο Σεύθης υπόσχεται ότι θα του παραχωρήσει τα παραθαλάσσια μέρη, αλλά και: υπόσχεται να του του παραχωρήσει τα παραθαλάσσια μέρη.

ΞΕΝ ΚΑναβ 2.5.39 ὀμόσαντες ἡμῖν τοὺς αὐτοὺς φίλους καὶ ἐχθροὺς νομιεῖν || μας ορκιστήκατε ότι θα θεωρείτε τους ίδιους φίλους και εχθρούς, αλλά και: μας ορκιστήκατε να θεωρείτε τους ίδιους φίλους και εχθρούς.

Η άρνηση στα απαρέμφατα που εξαρτώνται από ρήματα που εκφράζουν τη σκέψη και την εκφορά της είναι κατά κανόνα οὐ. Τα λεκτικά ρήματα ενδέχεται ωστόσο να εκφράζουν και μιαν επιθυμία, όπως στην πρόταση:

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.3.8 ὁ [Κλέαρχος] πέμπων αὐτῷ [Κύρῳ] ἄγγελον ἔλεγε θαρρεῖν || ο Κλέαρχος στέλνοντας έναν αγγελιοφόρο έλεγε στον Κύρο να έχει θάρρος.

και τότε η άρνηση σε μιαν αντίστοιχη αρνητική εκφορά είναι μή, όπως π.χ. στην πρόταση:

ΘΟΥΚ 2.5.5 ἔλεγον αὐτοῖς μὴ ἀδικεῖν || τους έλεγαν να μη αδικοπραγούν.

Άρνηση μὴ δέχονται όμως και τα απαρέμφατα που εξαρτώνται από ρήματα όπως το ἐλπίζειν, ὑπισχνεῖσθαι, ἐπαγγέλλεσθαι, ὀμνύναι κτό. Τα απαρέμφατα αυτά εκφέρονται σε μέλλοντα όταν το περιεχόμενό τους πρόκειται να συμβεί στο μέλλον και μπορεί να είναι, όπως προαναφέρθηκε, τόσο ειδικά όσο και τελικά:

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.2.2 [Κῦρος ὑπέσχετο τοῖς φυγάσι] μὴ πρόσθεν παύσεσθαι πρὶν αὐτοὺς καταγάγοι οἴκαδε || ο Κύρος υποσχέθηκε στους εξόριστους ότι δεν θα [ή: να μην] σταματήσει τον πόλεμο πριν τους επαναφέρει στην πατρίδα τους.

ΞΕΝ ΚΑναβ 2.2.8 ὤμοσαν οἵ τε Ἕλληνες καὶ ὁ Ἀριαῖος μή προδώσειν ἀλλήλους || οι Έλληνες και ο Αριαίος ορκίστηκαν ότι δεν θα [ή: να μην] προδώσουν ο ένας τον άλλον.

(β) Τα εφετικά ρήματα, αυτά δηλαδή που δηλώνουν βούληση και επιθυμία με την στενότερη και ευρύτερη σημασία καθώς και τα αντίθετά τους, όπως π.χ. τα βουλητικά βούλομαι, ἐθέλω, μέλλω, ἐπιθυμῶ, γλίχομαι, ὀρέγομαι, ἀξιῶ, δικαιῶ, ζητῶ, προθυμοῦμαι, πειρῶμαι, μελετῶ, βουλεύομαι, διανοοῦμαι, (προ)αἱροῦμαι, ψηφίζομαι, παρασκευάζομαι. Τατολμῶ, θαρρῶ, ὑπομένω, εἴωθα κ.ά. από τη μια, τα δέδοικα, φοβοῦμαι, ἐλπίζω, εὐλαβοῦμαι, φεύγω, ὀκνῶ, αἰσχύνομαι κτό. από την άλλη. Ακόμη τα αἰτῶ, αἰτοῦμαι, δέομαι, ἱκετεύω. Τα κελευστικά ή προτρεπτικά κελεύω, παραινῶ, προτρέπω, πείθω, συμβουλεύω, νουθετῶ, ἐπιτάττω, προστάττω, διακελεύομαι, παρακελεύομαι, παραγγέλλω, ἀναγκάζω κτό., τα ρήματα που σημαίνουν λέγω με τη σημασία του κελεύω (= διατάζω), όπως τα: λέγω, φράζω, φωνῶ. Τα κωλυτικά ἀπαγορεύω, ἔχω, κωλύω, εἴργω, ῥύομαι κτό. Τα ἐῶ, συγχωρῶ, ἀφίημι, ἐπιτρέπω, ἀμελῶ κ.ά. Το απαρέμφατο εδώ είναι τελικό:

ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.3.4 Ἀστυάγης […] βουλόμενος τὸν παῖδα ὡς ἥδιστα δειπνεῖν || ο Αστυάγης επειδή ήθελε να απολαμβάνει το παιδί όσο γίνεται πιο πολύ το δείπνο.

ΠΛ Πρωτ 312b οἶσθα οὖν ὃ μέλλεις πράττειν […] μέλλεις τὴν ψυχὴν τὴν σαυτοῦ παρασχεῖν θεραπεῦσαι ἀνδρὶ σοφιστῇ; || ξέρεις τάχα τι πας να κάνεις […] να εμπιστευτείς τη φροντίδα της ψυχής σου σε έναν άνδρα που είναι σοφιστής;

ΔΗΜ 18.207 τῆς τιμῆς ἐμὲ ἀποστερῆσαι γλίχεται || επιθυμεί να μου αποστερήσει την τιμή.

ΔΗΜ 18.34 ἀξιῶ καὶ δέομαι τοῦτο μεμνῆσθαι παρ' ὅλον τὸν ἀγῶνα || ζητώ και παρακαλώ να το θυμάστε αυτό σε όλη τη διάρκεια της δίκης.

ΗΡΟΔ 6.100 ἐβουλεύοντο ἐκλιπεῖν τὴν πόλιν || ήθελαν να εγκαταλείψουν την πόλη.

ΘΟΥΚ 2.34.8 Περικλῆς ὁ Ξανθίππου ᾑρέθη λέγειν || ο Περικλής, ο γιος του Ξανθίππου επιλέχθηκε για να εκφωνήσει τον λόγο.

ΠΛ Φιλ 28b οὐκοῦν ὑπὲρ ἐμοῦ σύ, Πρώταρχε, προῄρησαι λέγειν; || Εσύ, Πρώταρχε, δεν διάλεξες να απαντήσεις για λογαριασμό μου;

ΗΡΟΔ 5.97 Ἀθηναῖοι ἐψηφίσαντο εἴκοσι νέας ἀποστεῖλαι || οι Αθηναίοι αποφάσισαν να στείλουν είκοσι πλοία.

ΠΛ Λαχ 186d καθάπερ ἄρτι Λάχης μὴ ἀφίεσθαί σε ἐμοῦ διακελεύετο ἀλλὰ ἐρωτᾶν, καὶ ἐγὼ νῦν παρακελεύομαί σοι μὴ ἀφίεσθαι Λάχητος μηδὲ Νικίου || όπως μόλις προηγουμένως ο Λάχης σου ζήτησε να μη με αφήσεις αλλά να με ρωτήσεις, έτσι τώρα και εγώ σου ζητώ να μην αφήσεις τον Λάχη ούτε τον Νικία.

ΘΟΥΚ 3.15.2 τοῖς ξυμμάχοις κατὰ τάχος ἔφραζον ἰέναι ἐς τὸν Ἰσθμόν || διέταξαν τους συμμάχους να πάνε το γρηγορότερο στον Ισθμό.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 8.8.6 οὐδέ γε ἀθροίζεσθαι εἰς βασιλικὴν στρατείαν θαρροῦσι || ούτε τολμούν να καταταχθούν στον βασιλικό στρατό.

ΠΛ Γοργ 457e φοβοῦμαι διελέγχειν σε || φοβάμαι να σε αντικρούσω.

ΞΕΝ ΚΑναβ 2.3.22 ᾐσχύνθημεν καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους προδοῦναι αὐτόν || ντραπήκαμε και θεούς και ανθρώπους να τον προδώσουμε.

ΙΣΑΙΟΣ 6.40 οὐδὲ τότε ἠφίουν εἰσιέναι || ούτε τότε τις άφηναν να μπουν [την κόρη και τη γυναίκα του Ευκτήμονα].

ΞΕΝ ΚΑναβ 2.4.3 ἀμελήσας ἐρωτᾶν τὸν θεόν || παραμέλησα να ρωτήσω τον θεό.

ΔΗΜ 23.52 φεύγειν οὐδεὶς κωλύει νόμος || κανένας νόμος δεν απαγορεύει να καταφεύγει.

ΗΡΟΔ 7.11 τοῦτό σε ῥύσεται μηδένα ἄξιον μισθὸν λαβεῖν || αυτό θα σε γλυτώσει από τον κίνδυνο να πληρώσεις όπως σου άξιζε.

Η άρνηση σε αυτά τα εξαρτώμενα από εφετικά ρήματα απαρέμφατα είναι μή.

(γ) Τα δυνητικά ρήματα, αυτά δηλαδή που σημαίνουν μπορώ, έχω τη δύναμη, είμαι ικανός, κατάλληλος, έτοιμος, γνωρίζω, ξέρω να κάνω κάτι, είμαι επιδεκτικός σε κάτι, καθώς και τα αντίθετά τους, όπως τα δύνασθαι, οἷός τ' εἰμί, ἐπίστασθαι, εἰδέναι κτό. Επίσηςτο πέφυκα και τα εἰμί, πάρειμι, όταν έχουν τη σημασία "είμαι από τη φύση μου ικανός, κατάλληλος για κάτι". Το απαρέμφατο σε αυτές τις περιπτώσεις είναι τελικό:

ΠΛ Συμπ 201c σοὶ οὐκ ἂν δυναίμην ἀντιλέγειν || δεν θα μπορούσα να τα βάλω μαζί σου στη συζήτηση.

ΞΕΝ Ιερ 4.9 τοῖς ἰδιώταις ἔξεστι τὰς δαπάνας συντέμνειν, τοῖς δὲ τυράννοις οὐκ ἐνδέχεται || οι ιδιώτες έχουν τη δυνατότητα να περικόπτουν όσο θέλουν τις καθημερινές τους δαπάνες, ενώ οι τύραννοι δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο.

ΑΡ Σφ 989 κιθαρίζειν οὐκ ἐπίσταμαι || δεν ξέρω να παίζω κιθάρα [μεταφορικά: είμαι άμουσος και απαίδευτος].

ΕΥΡ Ιππ 566-7 τἀμὰ δ' οὐκ ἐπίσταται μέλαθρα ἀπωθεῖν οὐδ' ἀτιμάζειν ξένους || το παλάτι μου δεν ξέρει να διώχνει ούτε να προσβάλει τους φιλοξενούμενους.

ΘΟΥΚ 4.61.4 πέφυκε τὸ ἀνθρώπειον διὰ παντὸς ἄρχειν μὲν τοῦ εἴκοντος, φυλάσσεται δὲ τὸ ἐπιόν || η φύση του ανθρώπου είναι πάντα να κυριαρχεί σε ό,τι υποχωρεί και να φυλάγεται από ό,τι επιτίθεται.

(δ) Τα ρήματα που σημαίνουν διδάσκω και μαθαίνω, όπως διδάσκειν, μανθάνειν, μελετᾶν, παιδεύειν. Το απαρέμφατο δηλώνει εδώ το περιεχόμενο ή τον σκοπό της διδασκαλίας και τη μάθησης. Και σε αυτές τις περιπτώσεις το απαρέμφατο είναι τελικό:

ΞΕΝ Κυν 12.14 παίδευσις καλὴ διδάσκει χρῆσθαι νόμοις καὶ λέγειν περὶ τῶν δικαίων καὶ ἀκούειν || μια καλή παιδεία διδάσκει κάποιον να τηρεί τους νόμους και να μιλά και να ακούει για τη δικαιοσύνη.

ΑΙΣΧ ΠρΔ 1068 τοὺς προδότας μισεῖν ἔμαθον || έμαθα να μισώ τους προδότες.

ΞΕΝ ΚΑναβ 3.2.25 ἂν ἅπαξ μάθωμεν ἀργοὶ ζῆν καὶ ἐν ἀφθόνοις βιοτεύειν || έτσι και μάθουμε μια φορά να ζούμε χωρίς να κάνουμε τίποτα και να περνάμε τη ζωή μας μέσα στην αφθονία.

ΠΛ Φαιδ 67e οἱ ὀρθῶς φιλοσοφοῦντες ἀποθνῄσκειν μελετῶσιν || εκείνοι που επιδίδονται στη φιλοσοφία με τον σωστό τρόπο εφαρμόζουν [στην πράξη] τον θάνατο.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 2.3.13 πεπαίδευνται καὶ πρὸς λιμὸν καὶ δίψαν καὶ πρὸς ῥῖγος καρτερεῖν || έχουν μάθει να αντέχουν και την πείνα και τη δίψα και το κρύο.

§4.13. Το απαρέμφατο χωρίς άρθρο χρησιμοποιείται ως συμπληρωματικός προσδιορισμός της έννοιας του κυρίως ρήματος, αλλά και ενός ουσιαστικού ή επιθέτου, αντίστοιχος με πτωτικό προσδιορισμό, κυρίως με τις εξής σημασίες:

(α) Τελικό απαρέμφατο του σκοπού ή του αποτελέσματος. Η χρήση αυτή είναι η παλαιότερη και πιο συχνή χρήση του απαρεμφάτου και υπόκειται σε όλες τις άλλες. Το απαρέμφατο αποδίδει εδώ το σκοπό και το επιδιωκόμενο ή δυνατό αποτέλεσμα μιας πράξης ή κίνησης που δηλώνεται με το κυρίως ρήμα της πρότασης (πρβ. στο τέταρτο παράδειγμα, ΘΟΥΚ 1.128.3, τον παραλληλισμό μεταξύ του ἐπὶ τὸν και του πράσσειν):

ΟΜ Ιλ 4.199 βῆ δ' ἰέναι κατὰ λαὸν Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων || ξεκίνησε για να πάει στον στρατό των χαλκοθώρακων Αχαιών.

ΟΜ Ιλ 2.107 αὐτὰρ ὃ αὖτε Θυέστ' Ἀγαμέμνονι λεῖπε [σκῆπτρον] φορῆναι || και ο Θυέστης πάλι το άφησε κληρονομιά στον Αγαμέμνονα για να το φέρει.

ΗΡΟΔ 6. 23 τοὺς δὲ κορυφαίους αὐτῶν τριηκοσίων ἔδωκε τοῖσι Σαμίοισι κατασφάξαι || και τους τριακόσιους προύχοντες της πόλης τους παρέδωσε στους Σαμίους για να τους κατασφάξουν.

ΘΟΥΚ 1.128.3 ἀφικνεῖται ἐς Ἑλλήσποντον, τῷ μὲν λόγῳ ἐπὶ τὸν Ἑλληνικὸν πόλεμον, τῷ δὲ ἔργῳ τὰ πρὸς βασιλέα πράγματα πράσσειν || έφτασε στον Ελλήσποντο σύμφωνα με τις δηλώσεις για τον Ελληνικό πόλεμο, στην πραγματικότητα όμως για να ενεργήσει προς το συμφέρον του βασιλιά των Περσών.

ΠΛ Απολ 33b ὁμοίως καὶ πλουσίῳ καὶ πένητι παρέχω ἐμαυτὸν ἐρωτᾶν || προσφέρω τον εαυτό μου για να με ρωτάνε εξίσου στον πλούσιο και τον φτωχό.

ΞΕΝ ΚΑναβ 5.2.1 τὸ δὲ ἥμισυ (τοῦ στρατεύματος) κατέλιπε φυλάττειν τὸ στρατόπεδον || το άλλο μισό του στρατιωτικού σώματος το άφησε για να φυλάει το στρατόπεδο.

ΙΣΟΚΡ 4.87 ἠπείχθησαν μετασχεῖν τῶν κινδύνων || βιάστηκαν για να λάβουν μέρος στη μάχη.

ΙΣΑΙΟΣ 8.8 ἐπεὶ συνοικεῖν εἶχεν ἡλικίαν όταν έφτασε σε ηλικία για να παντρευτεί.

ΞΕΝ ΚΑναβ 5.2.12 τοὺς ἐπιτηδείους ἔπεμψεν τούτων ἐπιμεληθῆναι έστειλε τους κατάλληλους άνδρες για να επιβλέπουν.

Από την εξασθένιση του γλωσσικού αισθήματος για τον τελικό χαρακτήρα αυτών των απαρεμφάτων προήλθε η εκφορά τους με το ὥστε:

ΘΟΥΚ 1.119.1 δεηθέντες […] ἑκάστων ἰδίᾳ ὥστε ψηφίσασθαι τὸν πόλεμον || είχαν παρακαλέσει κάθε συμμαχική πολιτεία χωριστά να ψηφίσει για να πολεμήσουν (για τον πόλεμο).

ΞΕΝ ΚΠαιδ 6.3.19 πάνυ μοι ἐμέλησεν ὥστε εἰδέναι ὁπόσον κατεῖχον χωρίον || φρόντισα πολύ για να εξακριβώσω πόση έκταση είχε η παράταξή τους.

(β) Απαρέμφατο του κατά τι ή της αναφοράς, θεωρείται κυρίως το απαρέμφατο που συντάσσεται με επίθετα όπως τα ἀγαθός, ἄξιος, δεινός, ἐπιτήδειος, ἡδύς, ῥᾴδιος, χαλεπός κτό. Το απαρέμφατο δηλώνει στην χρήση αυτήν το ορισμένο πεδίο όπου κάποιος είναι άξιος κ.τ.λ. (πρβ. στο πρώτο και το δεύτερο παράδειγμα τον παραλληλισμό αιτιατικής [βουλήν, μάχην] και απαρεμφάτου [μάχεσθαι, ἰδεῖν]):

ΟΜ Ιλ 1.258 οἳ περὶ μὲν βουλὴν Δαναῶν, περὶ δ' ἐστὲ μάχεσθαι || που ξεπερνάτε τους Δαναούς στη φρόνηση και στο να μάχεστε (στη μαχητικότητα).

ΑΙΣΧ Περσ 27 φοβεροὶ μὲν ἰδεῖν, δεινοὶ δὲ μάχην || φοβεροί στο να τους βλέπει κανείς, τρομεροί στη μάχη.

ΞΕΝ Οικ 6.9 αὕτη ἡ ἐργασία μαθεῖν τε ῥᾴστη ἐδόκει εἶναι καὶ ἡδίστη ἐργάζεσθαι || η εργασία αυτή μας φαινόταν η πιο εύκολη ως προς την εκμάθηση και η πιο ευχάριστη ως προς την επιτέλεση.

ΘΟΥΚ 1.138.3 ἦν Θεμιστοκλῆςἄξιος θαυμάσαι || ο Θεμιστοκλής ήταν αξιοθαύμαστος.

ΞΕΝ ΚΑναβ 2.6.9 καὶ γὰρ ὁρᾶν στυγνὸς ἦν || διότι ήταν αποκρουστικός στο να τον βλέπει κανείς.

ΠΛ Πρωτ 328a-b κἂν εἰ ὀλίγον ἔστιν τις ὅστις διαφέρει ἡμῶν προβιβάσαι εἰς ἀρετήν, ἀγαπητόν || αν υπάρχει κανείς που να μας ξεπερνάει, και λίγο έστω, στο να δείχνει τον δρόμο προς την αρετή, είναι κάτι που πρέπει να δημιουργεί ικανοποίηση.

§4.14. Το Η απόλυτη χρήση του άναρθρου απαρεμφάτου (ή το "απόλυτο" απαρέμφατο). Σε αντίθεση προς τις προηγούμενες χρήσεις του όπου είναι εξαρτημένο από ένα ρήμα, ουσιαστικό ή επίθετο, υπάρχουν και μερικά απαρέμφατα που δεν εξαρτώνται από οποιοδήποτε μέρος της πρότασης. Κατά την ανεξάρτητη, "απόλυτη" αυτή χρήση, το απαρέμφατο δεν φαίνεται να ανήκει στη συντακτική δομή της υπόλοιπης πρότασης, Η λειτουργία του είναι εδώ να τροποποιεί μια μεμονωμένη έκφραση ή να περιορίζει την ισχύ του περιεχομένου ολόκληρης της πρότασης (γι'αυτό και το απαρέμφατο αυτό αποκαλείται και "περιοριστικό"). Τέτοια απαρέμφατα είναι συνήθως στερεότυπες εκφράσεις όπως ἐμοὶ δοκεῖν, ἑκὼν εἶναι, κατὰ δύναμιν εἶναι, ὀλίγου, μικροῦ δεῖν, συνελόντι εἰπεῖν κτό. Και αυτή η χρήση μπορεί να αναχθεί στην θεμελιώδη τελική - αποτελεσματική λειτουργία του απαρεμφάτου (ἐμοὶ δοκεῖν = για μένα ως κριτή):

ΗΡΟΔ 3.45 λέγοντες, ἐμοὶ δοκέειν, οὐκ ὀρθῶς || μιλώντας, όπως μου φαίνεται, εσφαλμένα.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 2.2.15 οὐδὲ μὴν φίλοις οὐδὲ ξένοις ἑκὼν εἶναι γέλωτα παρέχεις || ούτε βέβαια τους φίλους ούτε τους ξένους τους κάνεις να γελούν με τη θέλησή σου.

ΙΣΑΙΟΣ 2.32 ὠμόσαμεν εὖ ποιεῖν ἀλλήλους ἐκ τοῦ ἐπιλοίπου χρόνου, κατὰ δύναμιν εἶναι, καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ || ορκιστήκαμε ότι κατά τον υπόλοιπο χρόνο θα συμπεριφερόμαστε, κατά το δυνατόν, καλά μεταξύ μας και με τα λόγια και με τα έργα.

ΙΣΟΚΡ 4.144 Ἀγησίλαος δὲ τῷ Κύρου στρατεύματι χρώμενος μικροῦ δεῖν τῆς ἐντὸς Ἅλυος χώρας ἐκράτησεν || ο Αγησίλαος με τη βοήθεια των στρατιωτών του Κύρου υπέταξε σχεδόν όλη τη χώρα εδώθε του ποταμού Άλυ.

ΠΛ Πρωτ 317a ἐγὼ δὲ τούτοις ἅπασιν κατὰ τοῦτο εἶναι οὐ ξυμφέρομαι || εγώ όμως όσον αφορά σε αυτό δεν συμφωνώ μαζί με όλους αυτούς.

ΠΛ Πολ 506e αὐτὸ μὲν τί ποτ' ἐστὶ τἀγαθὸν ἐάσωμεν τὸ νῦν εἶναι || αλλά ας αφήσουμε προς το παρόν το ερώτημα τι είναι τέλος πάντων το αγαθό.

ΞΕΝ Απομν 3.8.10 ὡς δὲ συνελόντι εἰπεῖν || για να μιλήσω σύντομα.

§4.15. Άναρθρο απαρέμφατο αντί προστακτικής. Σε αντίθεση με την προηγούμενη χρήση του, όπου το απαρέμφατο συνδέεται έστω και χαλαρά με τα συντακτικά συμφραζόμενά του, στην υπό συζήτηση περίπτωση το απαρέμφατο χρησιμοποιείται εντελώς ανεξάρτητα, γι' αυτό η χρήση αυτή θα μπορούσε να φέρει νομιμότερα τον τίτλο "απόλυτη". Το απαρέμφατο χρησιμοποιείται εδώ συνήθως αντί του β΄ προσώπου της προστακτικής, μερικές φορές όμως μπορεί να αντικαθιστά και το γ΄ πρόσωπο (πρβ. στο παράδειγμα από την Ιλιάδα τον παραλληλισμό προστακτικής και απαρεμφάτου [φερέτω, δόμεναι, όπου στο δόμεναι υποκρύπτεται εξάρτηση από το υπονοούμενο δός ή εὔχομαι]:

ΟΜ Ιλ 7.78-80 εἰ μέν κεν ἐμὲ κεῖνος ἕλῃ ταναήκεϊ χαλκῷ, τεύχεα συλήσας φερέτω κοίλας ἐπὶ νῆας, σῶμα δὲ οἴκαδ' ἐμὸν δόμεναι πάλιν || αν με σκοτώσει εκείνος με το χάλκινο σπαθί του που έχει μακριά την κόψη, ας μου πάρει τα όπλα και ας τα πάει στα κοίλα καράβια, το σώμα μου όμως ας το δώσει πίσω στο σπίτι.

ΗΡΟΔ 1.32 οὗτος ἐκεῖνος, τὸν σὺ ζητέεις, ὄλβιος κεκλῆσθαι ἄξιός ἐστι∙ πρὶν δ' ἂν τελευτήσῃ, ἐπισχεῖν μηδὲ καλέειν κω ὄλβιον, ἀλλ' εὐτυχέα || αυτός είναι εκείνος που ζητάς, άξιος να ονομάζεται ευτυχισμένος. Πριν όμως πεθάνει κάποιος πρέπει να να συγκρατείσαι και να μην τον αποκαλείς ευτυχισμένο, αλλά τυχερό.

ΗΡΟΔ 7.228 ὦ ξεῖν', ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι || διαβάτη πες στους Λακεδαιμονίους ότι σε αυτήν εδώ τη γη είμαστε θαμένοι υπακούοντας στους νόμους τους.

ΘΟΥΚ 5.9.7 σὺ δέ, Κλεαρίδα, ὕστερον […] ἐπεκθεῖν καὶ ἐπείγεσθαι ὥς τάχιστα ξυμμεῖξαι || εσύ πάλι, Κλεαρίδα, αργότερα πέσε απάνω τους και σπεύσε να συμπλακείς μαζί τους όσο πιο γρήγορα γίνεται.

ΙΠΠΟΚΡ Αερ 24 ἀπὸ δὲ τούτων τεκμαιρόμενος τὰ λοιπὰ ἐνθυμεῖσθαι, καὶ οὐχ ἁμαρτήσῃ || εκκινώντας από αυτά πρέπει να συνάγεις τα συμπεράσματά σου και για τα υπόλοιπα, και δεν πρόκειται να αστοχήσεις.

§4.16. Το άναρθρο απαρέμφατο (με υποκείμενο σε πτώση αιτιατική) χρησιμοποιείται ενίοτε και ως επιφώνημα για να δηλώσει έκπληξη ή αγανάκτηση:

ΑΙΣΧ Ευμ 837-838 ἐμὲ παθεῖν τάδε, φεῦ, ἐμὲ παλαιόφρονα, κατά τε γᾶν οἰκεῖν, ἀτίετον, φεῦ, μύσος || εγώ να τα υποφέρω αυτά! εγώ ―γεμάτη αρχαία σοφία― να κατοικώ άτιμη στη γη!

ΔΗΜ 21.209 οὐκ ἂν εὐθέως εἴποιεν∙ τὸν δὲ βάσκανον, τὸν δ' ὄλεθρον, τοῦτον δ' ὑβρίζειν, ἀναπνεῖν δέ; || δεν θα έλεγαν αμέσως: αυτός ο απατεώνας, αυτός ο αλήτης! να σκεφτεί κανείς ότι μας ατιμάζει και εξακολουθεί να ανασαίνει!

§4.17. Το υποκείμενο του απαρεμφάτου (απαρεμφατική σύνταξη):

(α) Το υποκείμενο του απαρεμφάτου μπορεί να συμπίπτει με το υποκείμενο του ρήματος, από το οποίο εξαρτάται το απαρέμφατο. Στην περίπτωση αυτή γίνεται λόγος για ταυτοπροσωπία και το υποκείμενο, το οποίο συνήθως εννοείται και αποσιωπάται, εκφέρεται σε ονομαστική. Τα επίθετα και τα ουσιαστικά που συνοδεύουν ως επιθετικοί ή κατηγορηματικοί προσδιορισμοί το υποκείμενο του απαρεμφάτου εκφέρονται επίσης σε ονομαστική:

ΞΕΝ Αναβ 1.4.12 οἱ στρατιῶται […] οὐκ ἔφασαν ἰέναι [εννοείται: οἱ στρατιῶται] || οι στρατιώτες δεν δεχόντουσαν να προχωρήσουν.

ΞΕΝ Αναβ 1.4.13 ὁ δ' [=Κῦρος] ὑπέσχετο ἀνδρὶ ἑκάστῳ δώσειν πέντε ἀργυρίου μνᾶς [εννοείται: ὁ Κῦρος] || ο Κύρος υποσχέθηκε ότι θα δώσει σε κάθε άνδρα ποσό πέντε μνων.

ΛΥΣ 12.9 ὁ δ' [=Πείσων] ὡμολόγησε ταῦτα ποιήσειν [εννοείται: ὁ Πείσων] || αυτός συμφώνησε να το κάνει.

ΟΜ Οδ 1.180-181 Μέντης Ἀγχιάλοιο δαΐφρονος εὔχομαι εἶναι υἱός || ο Μέντης, ο γιος του εμπειροπόλεμου Αγχιάλου είμαι και το έχω καμάρι μου.

ΘΟΥΚ 1.117.3 ξυνέβησαν Βυζάντιοι ὑπήκοοι εἶναι || οι Βυζάντιοι συμφώνησαν να είναι υπήκοοι.

Όταν, όπως π.χ. σε περίπτωση αντιθέσεων, υπάρχει ταυτοπροσωπία, αλλά παράλληλα είναι ανάγκη να εξαρθεί το υποκείμενο του απαρεμφάτου, τότε το υποκείμενο του απαρεμφάτου, το οποίο κατά κανόνα εννοείται και αποσιωπάται, δηλώνεται ρητά και εκφέρεται με προσωπική ή αυτοπαθή αντωνυμία σε πτώση αιτιατική.

ΗΡΟΔ 2.2 οἱ Αἰγύπτιοι ἐνόμιζον ἑωυτοὺς πρώτους γενέσθαι πάντων ἀνθρώπων οι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι αυτοί ήταν που είχαν δημιουργηθεί πρώτοι από όλους τους ανθρώπους [αυτοί, και όχι άλλοι].

ΗΡΟΔ 1.34 Κροῖσος ἐνόμιζε ἑωυτὸν εἶναι ἀνθρώπων ἁπάντων ὀλβιώτατον || ο Κροίσος πίστευε πως είναι ο πιο ευτυχισμένος από όλους τους ανθρώπους.

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.5.16 νομίζετε ἐν τῇδε τῇ ἡμέρᾳ ἐμέ τε κατακεκόψεσθαι καὶ ὑμᾶς οὐ πολὺ ἐμοῦ ὕστερον || να ξέρετε ότι μέσα στην ίδια μέρα και εγώ θα κατασφαγιαστώ και σεις οι ίδιοι όχι πολύ αργότερα από μένα.

ΠΛ ΙππΜ 282e οἶμαι ἐμὲ πλείω χρήματα εἰργάσθαι ἢ ἄλλους || νομίζω ότι έκανα περισσότερα χρήματα από τους άλλους.

ΔΗΜ 24.8 βουλοίμην δ' ἂν ἐμέ τε τυχεῖν ὧν βούλομαι, τοῦτόν τε παθεῖν ὧν ἄξιός ἐστι || επιθυμία μου θα ήταν εγώ να πετύχω αυτά που θέλω και αυτός να πάθει αυτά που του αξίζουν.

Αντί για την αιτιατική ἑαυτὸνμπορεί, όταν πρόκειται για αντιαδιαστολή προσώπων, να χρησιμοποιείται, εξαιτίας της έλξης, και η ονομαστική αὐτὸς ή, σπανιότερα, ονομαστικές όπως σφεῖς, ὑμεῖς:

ΘΟΥΚ 4.28.2 [Κλέων] οὐκ ἔφη αὐτὸς ἀλλ' ἐκεῖνον [Νικίαν] στρατηγεῖν || ο Κλέων είπε πως δεν είναι στρατηγός ο ίδιος, αλλά εκείνος [ο Νικίας].

ΔΗΜ 9.74 εἰ δ' οἴεσθε Χαλκιδέας τὴν Ἑλλάδα σώσειν ἢ Μεγαρέας, ὑμεῖς δ' ἀποδράσεσθαι τὰ πράγματα, οὐκ ὀρθῶς οἴεσθε || αν όμως έχετε τη γνώμη ότι θα σώσουν την Ελλάδα οι Χαλκιδιώτες και οι Μεγαρείς, ενώ εσείς θα αποφεύγετε να κάνετε το καθήκον σας, η γνώμη σας δεν είναι ορθή.

(β) Το υποκείμενο του απαρεμφάτου μπορεί να είναι το αντικείμενο του ρήματος, από το οποίο εξαρτάται το απαρέμφατο ή και άλλο όνομα, και τότε γίνεται λόγος για ετεροπροσωπία. Το υποκείμενο του απαρεμφάτου εκφέρεται κατά κανόνα σε αιτιατική πτώση:

ΟΜ Ιλ 1.521 καί τέ μέ φησι μάχῃ Τρώεσσιν ἀρήγειν || λέει ότι στη μάχη βοηθάω τους Τρώες.

ΗΡΟΔ 1.126 ὑμέας ἥγημαι ἄνδρας Μήδων εἶναι οὐ φαυλοτέρους || και για σας έχω τη γνώμη πως δεν είστε χειρότεροι από τους Μήδους.

ΞΕΝ Απομν 1.1.19 Σωκράτης πάντα ἡγεῖτο θεοὺς εἰδέναι || ο Σωκράτης πίστευε ότι οι θεοί γνωρίζουν τα πάντα.

ΞΕΝ ΚΑναβ 2.4.15 ἐλπίζω ἐκείνους ἐλθεῖν ἂν πρὸς σὲ μᾶλλον ἢ πρὸς ἐμέ || πιστεύω ότι εκείνοι είναι πιο πιθανό να προσέλθουν σε σένα παρά σε μένα.

ΞΕΝ ΚΑναβ 8.1.28 ἐτεκμαίρετο δὲ τοῦτο οὕτως ἕξειν ἐκ τοῦδε || έβγαζε το συμπέρασμα ότι αυτό θα είναι έτσι από το εξής.

ΠΛ Πολ 567a ἄν γέ τινας ὑποπτεύῃ μὴ ἐπιτρέψειν αὐτῷ ἄρχειν || και αν υποψιάζεται ότι μερικοί δεν θα του επιτρέψουν να κυβερνά.

ΙΣΟΚΡ 8.39 ὑμᾶς δὲ χρὴ πρῶτον τοῦτο γιγνώσκειν || εσείς πρέπει πρώτα πρώτα να γνωρίζετε το εξής.

Όταν το ρήμα από το οποίο εξαρτάται το απαρέμφατο συντάσσεται με ένα αντικείμενο, το οποίο είναι ταυτόχρονα υποκείμενο του απαρεμφάτου, τότε το τελευταίο εκφέρεται χωρίς αιτιατική, οι ενδεχόμενοι κατηγορηματικοί προσδιορισμοί όμως εκφέρονται (έλξη) στην πτώση αυτού του αντικειμένου:

ΞΕΝ ΚΠαιδ 3.3.55 οὐδ' ἂν τούτοις ἐπίστευον ἐμμόνοις ἔσεσθαι || δεν θα πίστευα ότι αυτοί θα είναι σταθεροί.

Η πτώση του κατηγορουμένου στην απαρεμφατική σύνταξη συμφωνεί με το υποκείμενο:

ΞΕΝ ΚΑναβ 4.4.17 ἐρωτώμενος, ποδαπὸς εἴη, Πέρσης ἔφη εἶναι || όταν ρωτήθηκε από πού κατάγεται, είπε ότι είναι Πέρσης.

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.3.6 νομίζω ὑμᾶς ἐμοὶ εἶναι καὶ φίλους καὶ συμμάχους || νομίζω ότι εσείς είστε για μένα και φίλοι και σύμμαχοι.

Εάν όμως το υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι το ίδιο με το αντικείμενο (σε πτώση γενική ή δοτική) του ρήματος εξαρτήσεως, τότε συχνά παραλείπεται και το κατηγορούμενο είτε έλκεται και εκφέρεται σε γενική η δοτική, είτε εκφέρεται σε αιτιατική πτώση συμφωνώντας με το παραλειπόμενο υποκείμενο του απαρεμφάτου,

πρβ. αφενός:

ΗΡΟΔ 5.80 δοκέω ἡμῖν Αἰγινητέων δέεσθαι τὸν θεὸν χρῆσαι τιμωρητήρων γενέσθαι || νομίζω ότι ο χρησμός του θεού λέει να παρακαλέσουμε τους Αιγινήτες να γίνουν τιμωροί των εχθρών μας.

ΞΕΝ ΚΑναβ 7.1.21 νῦν σοι ἔξεστιν, ὦ Ξενοφῶν, ἀνδρὶ γενέσθαι || τώρα, Ξενοφώντα, μπορείς να αναδειχτείς σε σπουδαίο άνδρα.

πρβ. αφετέρου:

ΗΡΟΔ 6.100 Ἐρετριέες Ἀθηναίων ἐδεήθησαν σφίσι βοηθοὺς γενέσθαι || οι Ερετριείς παρακάλεσαν τους Αθηναίους να σταθούν βοηθοί τους.

ΞΕΝ Ελλ 4.8.4 ὦ ἄνδρες, νῦν ἔξεστιν ὑμῖν εὐεργέτας φανῆναι τῶν Λακεδαιμονίων || άνδρες, τώρα μπορείτε να αναδειχτείτε σε ευεργέτες των Λακεδαιμονίων.

Εάν το ρήμα από το οποίο εξαρτάται το απαρέμφατο εκφέρεται σε μετοχή, τότε το κατηγορούμενο του απαρεμφάτου ακολουθεί την πτώση της μετοχής:

ΗΡΟΔ 1.176 τῶν Λυκίων φαμένων Ξανθίων εἶναι || οι Λύκιοι που ισχυρίζονται πως είναι Ξάνθιοι.

ΠΛ Απολ 21b ἦλθον ἐπί τινα τῶν δοκούντων σοφῶν εἶναι || πήγα σε κάποιον που νόμιζε ότι είναι σοφός.

ΗΡΟΔ 5.64 ἅμα Ἀθηναίων τοῖσι βουλομένοισι εἶναι ἐλευθέροισι ἐπολιόρκεε τοὺς τυράννους || μαζί με του Αθηναίους που ήθελαν να ζουν ελεύθεροι πολιορκούσε τους τυράννους.

ΠΛ Μενεξ 238d τὰς ἀρχὰς δίδωσι τοῖς ἀεὶ δόξασιν ἀρίστοις εἶναι || τα αξιώματα και τις κυβερνητικές θέσεις τα δίνουν σε εκείνους που κρίθηκαν ότι είναι οι καλύτεροι.

Το υποκείμενο του απαρεμφάτου μπορεί να παραλείπεται όταν είναι γενικό και αόριστο όπως το τινά, τινάς, ἀνθρώπους. Στην περίπτωση αυτήν το κατηγόρημα ή άλλοι κατηγορηματικοί προσδιορισμοί εκφέρονται σε αιτιατική:

ΠΛ Μεν 97a οὐκ ἔστιν ὀρθῶς ἡγεῖσθαι, ἐὰν μὴ φρόνιμος ᾖ || δεν είναι δυνατό να κυβερνήσει κανείς ορθά εφόσον δεν έχει φρόνηση

ΙΣΟΚΡ 2.15 φιλάνθρωπον εἶναι δεῖ || πρέπει να είναι κανείς φιλάνθρωπος.

Τελευταία Ενημέρωση: 05 Ιούν 2012, 10:18