Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Συμπόσιον (182a-183c)


Καὶ δὴ καὶ ὁ περὶ τὸν ἔρωτα νόμος ἐν μὲν ταῖς ἄλλαις πόλεσι νοῆσαι ῥᾴδιος, ἁπλῶς γὰρ ὥρισται· ὁ δ᾽ ἐνθάδε [182b] καὶ ἐν Λακεδαίμονι ποικίλος. ἐν Ἤλιδι μὲν γὰρ καὶ ἐν Βοιωτοῖς, καὶ οὗ μὴ σοφοὶ λέγειν, ἁπλῶς νενομοθέτηται καλὸν τὸ χαρίζεσθαι ἐρασταῖς, καὶ οὐκ ἄν τις εἴποι οὔτε νέος οὔτε παλαιὸς ὡς αἰσχρόν, ἵνα οἶμαι μὴ πράγματ᾽ ἔχωσιν λόγῳ πειρώμενοι πείθειν τοὺς νέους, ἅτε ἀδύνατοι λέγειν· τῆς δὲ Ἰωνίας καὶ ἄλλοθι πολλαχοῦ αἰσχρὸν νενόμισται, ὅσοι ὑπὸ βαρβάροις οἰκοῦσιν. τοῖς γὰρ βαρβάροις διὰ τὰς τυραννίδας αἰσχρὸν τοῦτό γε καὶ ἥ γε [182c] φιλοσοφία καὶ ἡ φιλογυμναστία· οὐ γὰρ οἶμαι συμφέρει τοῖς ἄρχουσι φρονήματα μεγάλα ἐγγίγνεσθαι τῶν ἀρχομένων, οὐδὲ φιλίας ἰσχυρὰς καὶ κοινωνίας, ὃ δὴ μάλιστα φιλεῖ τά τε ἄλλα πάντα καὶ ὁ ἔρως ἐμποιεῖν. ἔργῳ δὲ τοῦτο ἔμαθον καὶ οἱ ἐνθάδε τύραννοι· ὁ γὰρ Ἀριστογείτονος ἔρως καὶ ἡ Ἁρμοδίου φιλία βέβαιος γενομένη κατέλυσεν αὐτῶν τὴν ἀρχήν. οὕτως οὗ μὲν αἰσχρὸν ἐτέθη [182d] χαρίζεσθαι ἐρασταῖς, κακίᾳ τῶν θεμένων κεῖται, τῶν μὲν ἀρχόντων πλεονεξίᾳ, τῶν δὲ ἀρχομένων ἀνανδρίᾳ· οὗ δὲ καλὸν ἁπλῶς ἐνομίσθη, διὰ τὴν τῶν θεμένων τῆς ψυχῆς ἀργίαν.
Ἐνθάδε δὲ πολὺ τούτων κάλλιον νενομοθέτηται, καὶ ὅπερ εἶπον, οὐ ῥᾴδιον κατανοῆσαι. ἐνθυμηθέντι γὰρ ὅτι λέγεται κάλλιον τὸ φανερῶς ἐρᾶν τοῦ λάθρᾳ, καὶ μάλιστα τῶν γενναιοτάτων καὶ ἀρίστων, κἂν αἰσχίους ἄλλων ὦσι, καὶ ὅτι αὖ ἡ παρακέλευσις τῷ ἐρῶντι παρὰ πάντων θαυμαστή, οὐχ ὥς τι αἰσχρὸν ποιοῦντι, καὶ ἑλόντι τε καλὸν δοκεῖ εἶναι [182e] καὶ μὴ ἑλόντι αἰσχρόν, καὶ πρὸς τὸ ἐπιχειρεῖν ἑλεῖν ἐξουσίαν ὁ νόμος δέδωκε τῷ ἐραστῇ θαυμαστὰ ἔργα ἐργαζομένῳ ἐπαινεῖσθαι, ἃ εἴ τις τολμῴη ποιεῖν ἄλλ᾽ ὁτιοῦν διώκων καὶ [183a] βουλόμενος διαπράξασθαι πλὴν τοῦτο, †φιλοσοφίας τὰ μέγιστα καρποῖτ᾽ ἂν ὀνείδη —εἰ γὰρ ἢ χρήματα βουλόμενος παρά του λαβεῖν ἢ ἀρχὴν ἄρξαι ἤ τινα ἄλλην δύναμιν ἐθέλοι ποιεῖν οἷάπερ οἱ ἐρασταὶ πρὸς τὰ παιδικά, ἱκετείας τε καὶ ἀντιβολήσεις ἐν ταῖς δεήσεσιν ποιούμενοι, καὶ ὅρκους ὀμνύντες, καὶ κοιμήσεις ἐπὶ θύραις, καὶ ἐθέλοντες δουλείας δουλεύειν οἵας οὐδ᾽ ἂν δοῦλος οὐδείς, ἐμποδίζοιτο ἂν μὴ πράττειν οὕτω τὴν πρᾶξιν καὶ ὑπὸ φίλων καὶ ὑπὸ ἐχθρῶν, [183b] τῶν μὲν ὀνειδιζόντων κολακείας καὶ ἀνελευθερίας, τῶν δὲ νουθετούντων καὶ αἰσχυνομένων ὑπὲρ αὐτῶν— τῷ δ᾽ ἐρῶντι πάντα ταῦτα ποιοῦντι χάρις ἔπεστι, καὶ δέδοται ὑπὸ τοῦ νόμου ἄνευ ὀνείδους πράττειν, ὡς πάγκαλόν τι πρᾶγμα διαπραττομένου· ὃ δὲ δεινότατον, ὥς γε λέγουσιν οἱ πολλοί, ὅτι καὶ ὀμνύντι μόνῳ συγγνώμη παρὰ θεῶν ἐκβάντι τῶν ὅρκων —ἀφροδίσιον γὰρ ὅρκον οὔ φασιν εἶναι· οὕτω [183c] καὶ οἱ θεοὶ καὶ οἱ ἄνθρωποι πᾶσαν ἐξουσίαν πεποιήκασι τῷ ἐρῶντι, ὡς ὁ νόμος φησὶν ὁ ἐνθάδε— ταύτῃ μὲν οὖν οἰηθείη ἄν τις πάγκαλον νομίζεσθαι ἐν τῇδε τῇ πόλει καὶ τὸ ἐρᾶν καὶ τὸ φίλους γίγνεσθαι τοῖς ἐρασταῖς.


Τώρα, ο κανόνας συμπεριφοράς που αφορά στον έρωτα, των άλλων πόλεων είναι εύκολα κατανοητός, γιατί είναι ο ίδιος για όλες τις περιπτώσεις· αντίθετα, εδώ [182b] και στη Λακωνία είναι περίπλοκος. Στην Ήλιδα δηλαδή και τη Βοιωτία και στα μέρη που δεν υπάρχουν καλοί χειριστές του λόγου, ο κανόνας συμπεριφοράς που ισχύει δέχεται ότι είναι ωραίο σε κάθε περίπτωση να ικανοποιείς τον πόθο του εραστή· και δεν θ᾽ ακούσεις από κανέναν τους, είτε νέο είτε ηλικιωμένο, ότι είναι προστυχιά· κι αυτό, φρονώ, για ν᾽ αποφύγουν τις σκοτούρες στην προσπάθειά τους να πείσουν, με τη δύναμη του λόγου τους, τους νέους, ένα περισσότερο που δεν διακρίνονται για την ευφράδειά τους. Αντίθετα, σε πολλές περιοχές της Ιωνίας και αλλού θεωρείται προστυχιά, στον κόσμο που ζει κάτω από το ζυγό των βαρβάρων. Γιατί στον βαρβαρικό κόσμο, με την απολυταρχία του, ετούτο είναι επονείδιστο, όπως και [182c] η φιλοσοφία και η αγάπη για την άθληση· γιατί, υποθέτω, δε συμφέρει στους δυνάστες να φωλιάζουν στις ψυχές των υπηκόων τους υψηλά φρονήματα, ούτε να δημιουργούνται ανάμεσά τους καρδιακές φιλίες και δεσμοί, που συνήθως είναι και όλων των άλλων και του έρωτος αποτελέσματα. Και τούτο το δίδαξε η ζωή στους τυράννους αυτού του τόπου: τωόντι, ο έρωτας του Αριστογείτονα και του Αρμοδίου η φιλική ανταπόκριση, που ρίζωσαν βαθιά, κατέλυσε την εξουσία τους. Συμπερασματικά, εκεί όπου ο κανόνας συμπεριφοράς επιβάλλει να θεωρείται [182d] η ικανοποίηση του πόθου των εραστών προστυχιά, ισχύει εξαιτίας της ηθικής κατωτερότητας αυτών που τον θεσμοθέτησαν: της αλαζονικής απληστίας των αρχόντων και της ανανδρίας των υπηκόων τους· όπου πάλι θεωρήθηκε απλουστευτικά ωραίο, αιτία η αβελτηρία των ψυχών αυτών που τον θεσμοθέτησαν.
Αντίθετα, στην πόλη μας ο κανόνας συμπεριφοράς θεσμοθετήθηκε πολύ καλύτερα απ᾽ ό,τι σε κείνους και, επαναλαμβάνω, δεν είναι εύκολα κατανοητός. Γιατί, αν αναλογιστούμε τα εξής: πρώτο, ότι θεωρείται ευπρεπέστερο το να ᾽ναι φανερός ο έρωτας παρά κρυφός, και μάλιστα έρωτας για τους πιο καλοαναθρεμμένους και ανώτερους νέους, έστω κι αν είναι λιγότερο εμφανίσιμοι από άλλους· δεύτερο, όλος ο κόσμος δίνει κουράγιο, με εντυπωσιακό τρόπο, στον εραστή, μια και, λένε, δεν κάνει κάτι το πρόστυχο, και θεωρεί την ερωτική επιτυχία του ωραίο [182e] και την αποτυχία του απαξίωση· τρίτο, ότι ο κανόνας συμπεριφοράς κάνει τη χάρη στον εραστή, στην επιδίωξή του να κατακτήσει τον αγαπημένο του, να κερδίζει τον έπαινο, την ώρα που πράττει ανήκουστα καμώματα, καμώματα που, αν τολμούσε να τα πράξει επιδιώκοντας ο,τιδήποτε άλλο, εκτός απ᾽ αυτό, [183a] και θέλοντας να το βάλει στο χέρι του, θα του φόρτωναν τους μεγαλύτερους ονειδισμούς (δηλαδή αν λόγου χάρη, θέλοντας να πάρει χρήματα από κάποιον ή ν᾽ αναρριχηθεί σε αξίωμα ή να βρεθεί σε κάποια άλλη προνομιακή θέση, δοκίμαζε να πράξει κάτι παρόμοιο μ᾽ αυτά που πράττουν οι εραστές για τ᾽ αγαπημένα τους αγόρια, να επιστρατεύουν ικεσίες και παρακάλια την ώρα που ζητιανεύουν τον έρωτά τους, να παίρνουν όρκους και να ξεροσταλιάζουν κάνοντας αγρυπνίες στο κατώφλι τους και πρόθυμα να πέφτουν σε τέτοια σκλαβιά που ούτε δούλος —κανένας!— δε θ᾽ ανεχόταν, τότε φίλοι και εχθροί θα τους εμπόδιζαν να κάνουν αυτά τα πράματα· [183b] οι δεύτεροι θα τους μέμφονταν για κολακεία και δουλοφροσύνη, οι πρώτοι θα προσπαθούσαν να τους βάλουν μυαλό και θα ᾽νιωθαν ντροπή για λογαριασμό τους)· αντίθετα, ο ερωτευμένος που κάνει όλ᾽ αυτά τα καμώματα έχει εξασφαλισμένη τη συγκατάβασή τους και ο κανόνας συμπεριφοράς τού έχει δώσει το ελεύτερο να τα πράττει χωρίς να του προσάπτει ονειδισμό, σα να κάνει θεάρεστο έργο· και τέταρτο, το εκπληκτικότερο: ο πολύς κόσμος λέει πως ακόμη και στην περίπτωση που δίνει όρκο ο εραστής, σ᾽ αυτόν —και μόνο σ᾽ αυτόν— δίνουν άφεση αμαρτιών οι θεοί, όταν επιορκήσει — γιατί, λένε, ο όρκος στην Αφροδίτη δεν πιάνεται· κάτι που δείχνει [183c] ότι θεοί και άνθρωποι έδωσαν απόλυτη ελευθερία στον εραστή, όπως υπαγορεύει ο κανόνας συμπεριφοράς αυτού του τόπου. Αν λοιπόν αναλογιστούμε όλα τα παραπάνω, ο καθένας θα πίστευε ότι σ᾽ αυτή την πόλη θεωρείται πανέμορφο και ο έρωτας και η φιλική ανταπόκριση στον εραστή.