Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ
Ἱστορίαι (7.29.1-7.30.3)
[7.29.1] Εξαιτίας της ανέχειας, λοιπόν, δεν ήθελαν να υποβληθούν σε έξοδα, για τους Θράκες που δεν είχαν προλάβει τον Δημοσθένη, και τους έστειλαν αμέσως πίσω. Έδωσαν διαταγή στον Διειτρέφη να τους οδηγήσει και του παράγγειλαν να τους χρησιμοποιήσει καθώς θα παράπλεαν (θα ταξίδευαν από τον Εύριπο) για να βλάψουν, όπου μπορούσαν, τους εχθρούς. [7.29.2] Ο Διειτρέφης τούς αποβίβασε στην Τανάγρα κι έκανε, βιαστικά, αρπαγές. Μετά έφυγε, νύχτα, από την Χαλκίδα της Ευβοίας, πέρασε τον Εύριπο, τους αποβίβασε στην Βοιωτία και τους οδήγησε στην Μυκαλησσό. [7.29.3] Κατασκήνωσε νύχτα, χωρίς να τον καταλάβουν, στο Έρμαιον, που απέχει από την Μυκαλησσό έως δεκαέξι στάδια. Με τη μέρα βάδισε εναντίον της πολιτείας, που δεν ήταν μεγάλη, και την κυρίεψε. Έπεσε άξαφνα απάνω στον πληθυσμό που δεν είχε βάλει φρουρές και δεν περίμενε να έρθει να τον χτυπήσει εχθρός σε τόση απόσταση από την θάλασσα. Το τείχος τους ήταν αδύνατο (και μάλιστα καταστραμμένο σε μερικά σημεία) και αρκετά χαμηλό. Οι πύλες, άλλωστε, ήσαν ανοιχτές επειδή υπήρχε ασφάλεια. [7.29.4] Οι Θράκες όρμησαν μέσα στην Μυκαλησσό, λεηλάτησαν τα σπίτια και τους ναούς και σκότωναν τους κατοίκους, χωρίς να εξαιρούν τους γέρους ή τα παιδιά. Σκότωναν όσους έβρισκαν στον δρόμο τους, και παιδιά και γυναίκες και υποζύγια και ό,τι άλλο ζωντανό τους τύχαινε. Οι Θράκες αυτοί μοιάζουν με τους χειρότερους βαρβάρους. Όταν νομίσουν ότι δεν έχουν να φοβηθούν τίποτε, γίνονται αιμοβόροι. [7.29.5] Και τότε προκάλεσαν μεγάλη αναταραχή και διέπραξαν κάθε είδους φόνους. Έπεσαν απάνω σε ένα σχολείο, το μεγαλύτερο της πολιτείας, όπου μόλις είχαν μπει τα παιδιά, και τα κατάσφαξαν όλα. Η συμφορά που έπεσε σ᾽ ολόκληρη την πολιτεία ήταν η μεγαλύτερη απ᾽ όλες, η πιο απροσδόκητη και η πιο τρομερή. |