Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (7.45.1-7.48.6)

[7.45.1] Τῇ δ᾽ ὑστεραίᾳ οἱ μὲν Συρακόσιοι δύο τροπαῖα ἔστησαν, ἐπί τε ταῖς Ἐπιπολαῖς ᾗ ἡ πρόσβασις καὶ κατὰ τὸ χωρίον ᾗ οἱ Βοιωτοὶ πρῶτον ἀντέστησαν, οἱ δ᾽ Ἀθηναῖοι τοὺς νεκροὺς ὑποσπόνδους ἐκομίσαντο. [7.45.2] ἀπέθανον δὲ οὐκ ὀλίγοι αὐτῶν τε καὶ τῶν ξυμμάχων, ὅπλα μέντοι ἔτι πλείω ἢ κατὰ τοὺς νεκροὺς ἐλήφθη· οἱ γὰρ κατὰ τῶν κρημνῶν βιασθέντες ἅλλεσθαι ψιλοὶ [ἄνευ τῶν ἀσπίδων] οἱ μὲν ἀπώλλυντο, οἱ δ᾽ ἐσώθησαν.
[7.46.1] Μετὰ δὲ τοῦτο οἱ μὲν Συρακόσιοι ὡς ἐπὶ ἀπροσδοκήτῳ εὐπραγίᾳ πάλιν αὖ ἀναρρωσθέντες, ὥσπερ καὶ πρότερον, ἐς μὲν Ἀκράγαντα στασιάζοντα πέντε καὶ δέκα ναυσὶ Σικανὸν ἀπέστειλαν, ὅπως ὑπαγάγοιτο τὴν πόλιν, εἰ δύναιτο· Γύλιππος δὲ κατὰ γῆν ἐς τὴν ἄλλην Σικελίαν ᾤχετο αὖθις, ἄξων στρατιὰν ἔτι, ὡς ἐν ἐλπίδι ὢν καὶ τὰ τείχη τῶν Ἀθηναίων αἱρήσειν βίᾳ, ἐπειδὴ τὰ ἐν ταῖς Ἐπιπολαῖς οὕτω ξυνέβη.
[7.47.1] Οἱ δὲ τῶν Ἀθηναίων στρατηγοὶ ἐν τούτῳ ἐβουλεύοντο πρός τε τὴν γεγενημένην ξυμφορὰν καὶ πρὸς τὴν παροῦσαν ἐν τῷ στρατοπέδῳ κατὰ πάντα ἀρρωστίαν. τοῖς τε γὰρ ἐπιχειρήμασιν ἑώρων οὐ κατορθοῦντες καὶ τοὺς στρατιώτας ἀχθομένους τῇ μονῇ· [7.47.2] νόσῳ τε γὰρ ἐπιέζοντο κατ᾽ ἀμφότερα, τῆς τε ὥρας τοῦ ἐνιαυτοῦ ταύτης οὔσης ἐν ᾗ ἀσθενοῦσιν ἄνθρωποι μάλιστα, καὶ τὸ χωρίον ἅμα ἐν ᾧ ἐστρατοπεδεύοντο ἑλῶδες καὶ χαλεπὸν ἦν, τά τε ἄλλα ὅτι ἀνέλπιστα αὐτοῖς ἐφαίνετο. [7.47.3] τῷ οὖν Δημοσθένει οὐκ ἐδόκει ἔτι χρῆναι μένειν, ἀλλ᾽ ἅπερ καὶ διανοηθεὶς ἐς τὰς Ἐπιπολὰς διεκινδύνευσεν, ἐπειδὴ ἔσφαλτο, ἀπιέναι ἐψηφίζετο καὶ μὴ διατρίβειν, ἕως ἔτι τὸ πέλαγος οἷόν τε περαιοῦσθαι καὶ τοῦ στρατεύματος ταῖς γοῦν ἐπελθούσαις ναυσὶ κρατεῖν. [7.47.4] καὶ τῇ πόλει ὠφελιμώτερον ἔφη εἶναι πρὸς τοὺς ἐν τῇ χώρᾳ σφῶν ἐπιτειχίζοντας τὸν πόλεμον ποιεῖσθαι ἢ Συρακοσίους, οὓς οὐκέτι ῥᾴδιον εἶναι χειρώσασθαι· οὐδ᾽ αὖ ἄλλως χρήματα πολλὰ δαπανῶντας εἰκὸς εἶναι προσκαθῆσθαι.
[7.48.1] Καὶ ὁ μὲν Δημοσθένης τοιαῦτα ἐγίγνωσκεν· ὁ δὲ Νικίας ἐνόμιζε μὲν καὶ αὐτὸς πόνηρα σφῶν τὰ πράγματα εἶναι, τῷ δὲ λόγῳ οὐκ ἐβούλετο αὐτὰ ἀσθενῆ ἀποδεικνύναι, οὐδ᾽ ἐμφανῶς σφᾶς ψηφιζομένους μετὰ πολλῶν τὴν ἀναχώρησιν τοῖς πολεμίοις καταγγέλτους γίγνεσθαι· λαθεῖν γὰρ ἄν, ὁπότε βούλοιντο, τοῦτο ποιοῦντες πολλῷ ἧσσον. [7.48.2] τὸ δέ τι καὶ τὰ τῶν πολεμίων, ἀφ᾽ ὧν ἐπὶ πλέον ἢ οἱ ἄλλοι ᾐσθάνετο αὐτῶν, ἐλπίδος τι ἔτι παρεῖχε πονηρότερα τῶν σφετέρων ἔσεσθαι, ἢν καρτερῶσι προσκαθήμενοι· χρημάτων γὰρ ἀπορίᾳ αὐτοὺς ἐκτρυχώσειν, ἄλλως τε καὶ ἐπὶ πλέον ἤδη ταῖς ὑπαρχούσαις ναυσὶ θαλασσοκρατούντων. καὶ ἦν γάρ τι καὶ ἐν ταῖς Συρακούσαις βουλόμενον τοῖς Ἀθηναίοις τὰ πράγματα ἐνδοῦναι, ἐπεκηρυκεύετο ὡς αὐτὸν καὶ οὐκ εἴα ἀπανίστασθαι. [7.48.3] ἃ ἐπιστάμενος τῷ μὲν ἔργῳ ἔτι ἐπ᾽ ἀμφότερα ἔχων καὶ διασκοπῶν ἀνεῖχε, τῷ δ᾽ ἐμφανεῖ τότε λόγῳ οὐκ ἔφη ἀπάξειν τὴν στρατιάν. εὖ γὰρ εἰδέναι ὅτι Ἀθηναῖοι σφῶν ταῦτα οὐκ ἀποδέξονται, ὥστε μὴ αὐτῶν ψηφισαμένων ἀπελθεῖν. καὶ γὰρ οὐ τοὺς αὐτοὺς ψηφιεῖσθαί τε περὶ σφῶν [αὐτῶν] καὶ τὰ πράγματα ὥσπερ καὶ αὐτοὶ ὁρῶντας καὶ οὐκ ἄλλων ἐπιτιμήσει ἀκούσαντας γνώσεσθαι, ἀλλ᾽ ἐξ ὧν ἄν τις εὖ λέγων διαβάλλοι, ἐκ τούτων αὐτοὺς πείσεσθαι. [7.48.4] τῶν τε παρόντων στρατιωτῶν πολλοὺς καὶ τοὺς πλείους ἔφη, οἳ νῦν βοῶσιν ὡς ἐν δεινοῖς ὄντες, ἐκεῖσε ἀφικομένους τἀναντία βοήσεσθαι ὡς ὑπὸ χρημάτων καταπροδόντες οἱ στρατηγοὶ ἀπῆλθον. οὔκουν βούλεσθαι αὐτός γε ἐπιστάμενος τὰς Ἀθηναίων φύσεις ἐπ᾽ αἰσχρᾷ τε αἰτίᾳ καὶ ἀδίκως ὑπ᾽ Ἀθηναίων ἀπολέσθαι μᾶλλον ἢ ὑπὸ τῶν πολεμίων, εἰ δεῖ, κινδυνεύσας τοῦτο παθεῖν ἰδίᾳ. [7.48.5] τά τε Συρακοσίων ἔφη ὅμως ἔτι ἥσσω τῶν σφετέρων εἶναι· καὶ χρήμασι γὰρ αὐτοὺς ξενοτροφοῦντας καὶ ἐν περιπολίοις ἅμα ἀναλίσκοντας καὶ ναυτικὸν πολὺ ἔτι ἐνιαυτὸν ἤδη βόσκοντας τὰ μὲν ἀπορεῖν, τὰ δ᾽ ἔτι ἀμηχανήσειν· δισχίλιά τε γὰρ τάλαντα ἤδη ἀνηλωκέναι καὶ ἔτι πολλὰ προσοφείλειν, ἤν τε καὶ ὁτιοῦν ἐκλίπωσι τῆς νῦν παρασκευῆς τῷ μὴ διδόναι τροφήν, φθερεῖσθαι αὐτῶν τὰ πράγματα, ἐπικουρικὰ μᾶλλον ἢ δι᾽ ἀνάγκης ὥσπερ τὰ σφέτερα ὄντα. [7.48.6] τρίβειν οὖν ἔφη χρῆναι προσκαθημένους καὶ μὴ χρήμασιν, ὧν πολὺ κρείσσους εἰσί, νικηθέντας ἀπιέναι.

[7.45.1] Την επομένη οι Συρακούσιοι έστησαν δύο τρόπαια, το ένα στις Επιπολές, στο σημείο όπου είχε γίνει η επίθεση, το άλλο στο μέρος όπου οι Βοιωτοί είχαν πρώτοι αντισταθεί. Οι Αθηναίοι πήραν τους νεκρούς τους με ανακωχή. [7.45.2] Σκοτώθηκαν πολλοί από τους Αθηναίους και τους συμμάχους τους, αλλά τα όπλα που τους πήραν ήσαν περισσότερα σε αναλογία με τους νεκρούς. Τούτο έγινε επειδή, όσοι πήδηξαν από τους γκρεμούς, είχαν ρίξει τ᾽ άρματά τους και, αν σκοτώθηκαν μερικοί, άλλοι όμως σώθηκαν.
[7.46.1] Ύστερ᾽ απ᾽ αυτό, όπως συμβαίνει μετά από αναπάντεχη επιτυχία, οι Συρακούσιοι αναθάρρησαν πολύ, όπως και την πρώτη φορά, κι έστειλαν δεκαπέντε καράβια με τον Σικανό στον Ακράγαντα που είχε εμφύλιο πόλεμο, για να δοκιμάσει να προσεταιριστεί την πολιτεία. Ο Γύλιππος έφυγε πάλι, από στεριά, στις υπόλοιπες πολιτείες της Σικελίας για να φέρει από εκεί στρατό. Μετά την μάχη στις Επιπολές είχε την ελπίδα ότι θα μπορούσε να κυριέψει το τείχος των Αθηναίων με έφοδο.
[7.47.1] Οι Αθηναίοι στρατηγοί έκαναν συσκέψεις και συζητούσαν για την συμφορά που είχαν πάθει και για την γενική αποθάρρυνση του στρατού. Έβλεπαν ότι καμιά από τις επιχειρήσεις τους δεν επιτύχαινε και ότι οι στρατιώτες τους δύσκολα υποφέραν την απραξία. [7.47.2] Τους βασάνιζε και αρρώστια και τούτο για δύο λόγους. Ήταν η εποχή του χρόνου που οι άνθρωποι αρρωσταίνουν περισσότερο και το στρατόπεδό τους ήταν σε μέρος με βάλτους και ανθυγιεινό. Και από κάθε άλλη άποψη η κατάσταση τους φαινόταν απελπιστική. [7.47.3] Ο Δημοσθένης θεωρούσε ότι δεν έπρεπε να μείνουν εκεί, αλλά με τις σκέψεις που είχε όταν ριψοκινδύνεψε στις Επιπολές και τώρα που είχε αποτύχει, ήθελε να φύγουν αμέσως, χωρίς χρονοτριβή, όσο θα ήταν ακόμα δυνατόν να περάσουν το πέλαγος και να έχουν τουλάχιστον την υπεροχή με τα καράβια που είχαν έρθει για ενίσχυση. [7.47.4] Έλεγε ότι θα ήταν πολύ πιο ωφέλιμο για την Αθήνα να πολεμήσουν εναντίον εκείνων που οχύρωναν την Δεκέλεια, παρά εναντίον των Συρακουσίων τους οποίους ήταν δύσκολο να νικήσουν. Εξάλλου έλεγε ότι ήταν παράλογο να ξοδεύουν, μάταια, χρήματα πολλά εξακολουθώντας την πολιορκία.
[7.48.1] Ενώ, όμως, αυτή ήταν η γνώμη του Δημοσθένη, ο Νικίας, αν και νόμιζε κι αυτός ότι τα πράγματα πάνε άσχημα, δεν ήθελε να παραδεχθεί ρητά την αδυναμία τους, ούτε να ψηφίσει φανερά για την αποχώρηση σε μια πολυάριθμη συγκέντρωση κι έτσι να το μάθει ο εχθρός, γιατί τότε, όποτε το αποφάσιζαν, θα ήταν δυσκολότερο να διαφύγουν την προσοχή του εχθρού. [7.48.2] Αλλά και από τα όσα ήξερε για τους εχθρούς —περισσότερα από τους συναδέλφους του— είχε την ελπίδα ότι η κατάσταση θα εξελιχθεί πιο άσχημα γι᾽ αυτούς, παρά για τους Αθηναίους, αν επέμεναν να εξακολουθήσουν την πολιορκία. Θα μπορούσαν να εξαντλήσουν τον εχθρό που δεν είχε εφόδια, αφού τώρα, με τα καράβια που είχαν στη διάθεσή τους, κυριαρχούσαν στην θάλασσα. Υπήρχαν επίσης στις Συρακούσες μερικοί που ήθελαν να παραδοθεί η πολιτεία στους Αθηναίους, του έστελναν μηνύματα και δεν τον άφηναν να λύσει την πολιορκία. [7.48.3] Έχοντας τις πληροφορίες αυτές, ταλαντευόταν και παρακολουθούσε τα πράγματα χωρίς ν᾽ αποφασίζει, αλλά στον λόγο του δήλωσε ότι δεν είχε σκοπό να πάρει τον στρατό πίσω και να φύγει. Ήξερε καλά ότι οι Αθηναίοι δεν θα ανέχονταν να σηκωθούν να φύγουν οι στρατηγοί χωρίς απόφαση δική τους. Και δεν επρόκειτο να ψηφίσουν για την τύχη τους άνθρωποι σαν τους ίδιους τους στρατηγούς, που θα ήξεραν, όπως εκείνοι, τα πράγματα από άμεση πείρα, αλλά άνθρωποι που θα τα έκριναν όχι καν από προφορικές καταγγελίες, αλλά από διαβολές, κι αν αυτές ήσαν επιδέξια παρουσιασμένες, αυτές και θα πίστευαν για να κρίνουν τους στρατηγούς. [7.48.4] Πρόσθεσε ότι πολλοί, οι περισσότεροι μάλιστα από τους στρατιώτες που τώρα φώναζαν για τη δύσκολη θέση που βρίσκονταν, άμα θα έφταναν στην Αθήνα θα φώναζαν ότι οι στρατηγοί δωροδοκήθηκαν, καταπρόδωσαν και έφυγαν. Επειδή, λοιπόν, ήξερε την ιδιοσυγκρασία των Αθηναίων, προτιμούσε, αντί να χάσει την ζωή του εξαιτίας τους και με ατιμωτική και άδικη κατηγορία, να την χάσει, αν έπρεπε να πεθάνει, από τον εχθρό, προκινδυνεύοντας ο ίδιος. [7.48.5] Είπε, τέλος, ότι η κατάσταση των Συρακουσίων ήταν χειρότερη από τη δική τους, αφού ξόδευαν χρήματα πολλά για να συντηρούν μισθοφόρους και φρουρές στα οχυρά κι έπρεπε να πληρώνουν, από ένα χρόνο τώρα, τα έξοδα μεγάλου στόλου και να τον τρέφουν. Θα ήσαν στενοχωρημένοι και σε λίγο θα βρίσκονταν σε μεγαλύτερη αμηχανία. Είχαν κιόλας ξοδέψει δύο χιλιάδες τάλαντα και τα χρέη τους ήσαν μεγάλα, και αν θυσίαζαν οποιοδήποτε τμήμα της τωρινής τους δύναμης επειδή δεν θα μπορούσαν να το θρέψουν, τούτο θα σήμαινε την κατάρρευσή τους, αφού στηρίζονταν σε ξένη βοήθεια και όχι, σαν τους Αθηναίους, σε στρατολογημένες δυνάμεις. [7.48.6] Είπε, λοιπόν, ότι έπρεπε να μείνουν και να εξακολουθήσουν την πολιορκία και να μην φύγουν νικημένοι από έλλειψη χρημάτων, αφού ως προς αυτό ήσαν σε πολύ καλύτερη θέση από τον εχθρό.