Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (7.58.1-7.60.5)

[7.58.1] Συρακοσίοις δὲ ἀντεβοήθησαν Καμαριναῖοι μὲν ὅμοροι ὄντες καὶ Γελῷοι οἰκοῦντες μετ᾽ αὐτούς, ἔπειτα Ἀκραγαντίνων ἡσυχαζόντων ἐν τῷ ἐπ᾽ ἐκεῖνα ἱδρυμένοι Σελινούντιοι. [7.58.2] καὶ οἵδε μὲν τῆς Σικελίας τὸ πρὸς Λιβύην μέρος τετραμμένον νεμόμενοι, Ἱμεραῖοι δὲ ἀπὸ τοῦ πρὸς τὸν Τυρσηνικὸν πόντον μορίου, ἐν ᾧ καὶ μόνοι Ἕλληνες οἰκοῦσιν· οὗτοι δὲ καὶ ἐξ αὐτοῦ μόνοι ἐβοήθησαν. [7.58.3] καὶ Ἑλληνικὰ μὲν ἔθνη τῶν ἐν Σικελίᾳ τοσάδε, Δωριῆς τε καὶ [οἱ] αὐτόνομοι πάντες, ξυνεμάχουν, βαρβάρων δὲ Σικελοὶ μόνοι ὅσοι μὴ ἀφέστασαν πρὸς τοὺς Ἀθηναίους· τῶν δ᾽ ἔξω Σικελίας Ἑλλήνων Λακεδαιμόνιοι μὲν ἡγεμόνα Σπαρτιάτην παρεχόμενοι, νεοδαμώδεις δὲ τοὺς ἄλλους καὶ Εἵλωτας [δύναται δὲ τὸ νεοδαμῶδες ἐλεύθερον ἤδη εἶναι], Κορίνθιοι δὲ καὶ ναυσὶ καὶ πεζῷ μόνοι παραγενόμενοι καὶ Λευκάδιοι καὶ Ἀμπρακιῶται κατὰ τὸ ξυγγενές, ἐκ δὲ Ἀρκαδίας μισθοφόροι ὑπὸ Κορινθίων ἀποσταλέντες καὶ Σικυώνιοι ἀναγκαστοὶ στρατεύοντες, καὶ τῶν ἔξω Πελοποννήσου Βοιωτοί. [7.58.4] πρὸς δὲ τοὺς ἐπελθόντας τούτους οἱ Σικελιῶται αὐτοὶ πλῆθος πλέον κατὰ πάντα παρέσχοντο ἅτε μεγάλας πόλεις οἰκοῦντες· καὶ γὰρ ὁπλῖται πολλοὶ καὶ νῆες καὶ ἵπποι καὶ ὁ ἄλλος ὅμιλος ἄφθονος ξυνελέγη. καὶ πρὸς ἅπαντας αὖθις ὡς εἰπεῖν τοὺς ἄλλους Συρακόσιοι αὐτοὶ πλείω ἐπορίσαντο διὰ μέγεθός τε πόλεως καὶ ὅτι ἐν μεγίστῳ κινδύνῳ ἦσαν. [7.59.1] καὶ αἱ μὲν ἑκατέρων ἐπικουρίαι τοσαίδε ξυνελέγησαν, καὶ τότε ἤδη πᾶσαι ἀμφοτέροις παρῆσαν καὶ οὐκέτι οὐδὲν οὐδετέροις ἐπῆλθεν.
[7.59.2] Οἱ δ᾽ οὖν Συρακόσιοι καὶ οἱ ξύμμαχοι εἰκότως ἐνόμισαν καλὸν ἀγώνισμα σφίσιν εἶναι ἐπὶ τῇ γεγενημένῃ νίκῃ τῆς ναυμαχίας ἑλεῖν τε τὸ στρατόπεδον ἅπαν τῶν Ἀθηναίων τοσοῦτον ὄν, καὶ μηδὲ καθ᾽ ἕτερα αὐτούς, μήτε διὰ θαλάσσης μήτε τῷ πεζῷ, διαφυγεῖν. [7.59.3] ἔκλῃον οὖν τόν τε λιμένα εὐθὺς τὸν μέγαν, ἔχοντα τὸ στόμα ὀκτὼ σταδίων μάλιστα, τριήρεσι πλαγίαις καὶ πλοίοις καὶ ἀκάτοις ἐπ᾽ ἀγκυρῶν ὁρμίζοντες, καὶ τἆλλα, ἢν ἔτι ναυμαχεῖν οἱ Ἀθηναῖοι τολμήσωσι, παρεσκευάζοντο, καὶ ὀλίγον οὐδὲν ἐς οὐδὲν ἐπενόουν. [7.60.1] τοῖς δὲ Ἀθηναίοις τήν τε ἀπόκλῃσιν ὁρῶσι καὶ τὴν ἄλλην διάνοιαν αὐτῶν αἰσθομένοις βουλευτέα ἐδόκει. [7.60.2] καὶ ξυνελθόντες οἵ τε στρατηγοὶ καὶ οἱ ταξίαρχοι πρὸς τὴν παροῦσαν ἀπορίαν τῶν τε ἄλλων καὶ ὅτι τὰ ἐπιτήδεια οὔτε αὐτίκα ἔτι εἶχον (προπέμψαντες γὰρ ἐς Κατάνην ὡς ἐκπλευσόμενοι ἀπεῖπον μὴ ἐπάγειν) οὔτε τὸ λοιπὸν ἔμελλον ἕξειν, εἰ μὴ ναυκρατήσουσιν, ἐβουλεύσαντο τὰ μὲν τείχη τὰ ἄνω ἐκλιπεῖν, πρὸς δ᾽ αὐταῖς ταῖς ναυσὶν ἀπολαβόντες διατειχίσματι ὅσον οἷόν τε ἐλάχιστον τοῖς τε σκεύεσι καὶ τοῖς ἀσθενοῦσιν ἱκανὸν γενέσθαι, τοῦτο μὲν φρουρεῖν, ἀπὸ δὲ τοῦ ἄλλου πεζοῦ τὰς ναῦς ἁπάσας, ὅσαι ἦσαν καὶ δυναταὶ καὶ ἀπλοώτεραι, πάντα τινὰ ἐσβιβάζοντες πληρῶσαι, καὶ διαναυμαχήσαντες, ἢν μὲν νικῶσιν, ἐς Κατάνην κομίζεσθαι, ἢν δὲ μή, ἐμπρήσαντες τὰς ναῦς πεζῇ ξυνταξάμενοι ἀποχωρεῖν ᾗ ἂν τάχιστα μέλλωσί τινος χωρίου ἢ βαρβαρικοῦ ἢ Ἑλληνικοῦ φιλίου ἀντιλήψεσθαι. [7.60.3] καὶ οἱ μέν, ὡς ἔδοξεν αὐτοῖς ταῦτα, καὶ ἐποίησαν· ἔκ τε γὰρ τῶν ἄνω τειχῶν ὑποκατέβησαν καὶ τὰς ναῦς ἐπλήρωσαν πάσας, ἀναγκάσαντες ἐσβαίνειν ὅστις καὶ ὁπωσοῦν ἐδόκει ἡλικίας μετέχων ἐπιτήδειος εἶναι. [7.60.4] καὶ ξυνεπληρώθησαν νῆες αἱ πᾶσαι δέκα μάλιστα καὶ ἑκατόν· τοξότας τε ἐπ᾽ αὐτὰς πολλοὺς καὶ ἀκοντιστὰς τῶν τε Ἀκαρνάνων καὶ τῶν ἄλλων ξένων ἐσεβίβαζον, καὶ τἆλλα ὡς οἷόν τ᾽ ἦν ἐξ ἀναγκαίου τε καὶ τοιαύτης διανοίας ἐπορίσαντο. [7.60.5] ὁ δὲ Νικίας, ἐπειδὴ τὰ πολλὰ ἑτοῖμα ἦν, ὁρῶν τοὺς στρατιώτας τῷ τε παρὰ τὸ εἰωθὸς πολὺ ταῖς ναυσὶ κρατηθῆναι ἀθυμοῦντας καὶ διὰ τὴν τῶν ἐπιτηδείων σπάνιν ὡς τάχιστα βουλομένους διακινδυνεύειν, ξυγκαλέσας ἅπαντας παρεκελεύσατό τε πρῶτον καὶ ἔλεξε τοιάδε.

[7.58.1] Τους Συρακουσίους τούς βοήθησαν οι Καμαριναίοι που ήσαν γείτονές τους και οι Γελώοι που κατοικούσαν λίγο πιο πέρα. Οι Ακραγαντίνοι έμειναν ουδέτεροι, αλλά βοήθησαν οι Σελινούντιοι, που κατοικούσαν πιο πέρα. [7.58.2] Οι λαοί αυτοί κατοικούσαν στην ακτή της Σικελίας που βλέπει προς την Λιβύη. Στο μέρος που βλέπει προς το Τυρρηνικό πέλαγος οι Ιμεραίοι, μόνοι Έλληνες κάτοικοι της περιοχής, ήσαν οι μόνοι που βοήθησαν. [7.58.3] Αυτοί ήσαν οι Έλληνες, όλοι Δωριείς και αυτόνομοι, που συμμάχησαν με τις Συρακούσες. Από τους βαρβάρους Σικελούς συμμαχήσαν με τις Συρακούσες μόνο όσοι δεν πήγαν με το μέρος των Αθηναίων. Από τους Έλληνες έξω από την Σικελία, οι Λακεδαιμόνιοι έδωσαν Σπαρτιάτη αρχηγό και νεοδαμώδεις και είλωτες (νεοδαμώδεις σημαίνει πως απελευθερώθηκαν πρόσφατα), οι Κορίνθιοι έστειλαν μόνοι αυτοί και πεζικό και καράβια. Είχαν πάει, σαν ομόφυλοι, οι Λευκάδιοι και οι Αμπρακιώτες. Από την Αρκαδία πήγαν μισθοφόροι τους οποίους έστειλαν οι Κορίνθιοι, και Σικυώνιοι που είχαν στρατευθεί αναγκαστικά. Από τους έξω απ᾽ την Πελοπόννησο είχαν πάει μόνο Βοιωτοί. [7.58.4] Συγκριτικά μ᾽ αυτούς που ήσαν απ᾽ έξω, οι Σικελιώτες είχαν δώσει πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις, αφού κατοικούσαν μεγάλες πολιτείες. Συγκεντρώθηκαν πολλοί οπλίτες, πολλά καράβια και άλογα και άφθονες βοηθητικές υπηρεσίες. Αλλά και σε σύγκριση με όλους τους άλλους, μόνοι οι Συρακούσιοι συνεισφέραν πολύ περισσότερα, επειδή η πολιτεία τους ήταν μεγάλη και μεγάλος ο κίνδυνος που διατρέχαν.
[7.59.1] Αυτές είναι οι βοήθειες που συγκέντρωσαν οι δύο αντίπαλοι και, την στιγμή εκείνη, ήσαν όλες εκεί. Κανείς από τους δύο δεν έλαβε, από τότε κι ύστερα, καμιά άλλη βοήθεια. [7.59.2] Οι Συρακούσιοι, λοιπόν, μετά την νίκη τους στην ναυμαχία, σκέφτηκαν ότι θα ήταν λαμπρό κατόρθωμα να αιχμαλωτίσουν ολόκληρο το εκστρατευτικό σώμα των Αθηναίων και να μην το αφήσουν να ξεφύγει, ούτε από θάλασσα ούτε από στεριά. [7.59.3] Έφραξαν, λοιπόν, αμέσως το μεγάλο λιμάνι —το στόμιό του είχε οκτώ στάδια πλάτος— με πολεμικά, φορτηγά και βάρκες, όλα αραγμένα με άγκυρες κι ετοίμαζαν όλα τ᾽ άλλα για την περίπτωση που οι Αθηναίοι θ᾽ αποτολμούσαν νέα ναυμαχία. Δεν σχεδίαζαν τίποτε που να μην είναι σημαντικό.
[7.60.1] Οι Αθηναίοι, βλέποντας να φράζεται το λιμάνι και καταλαβαίνοντας τις άλλες προθέσεις του εχθρού, αποφάσισαν να κάνουν συμβούλιο. [7.60.2] Συγκεντρώθηκαν οι στρατηγοί και οι ταξίαρχοι κι εξέτασαν την πολύ δύσκολη κατάσταση που είχαν δημιουργήσει όλα τα άλλα και ιδιαίτερα η έλλειψη προμηθειών για τις άμεσες ανάγκες τους (επειδή είχαν σκοπό να φύγουν, είχαν μηνύσει στην Κατάνη να μην τους στέλνουν πια τίποτε). Ούτε έμελλαν να λάβουν άλλες προμήθειες, αν δεν κυριαρχούσαν πάλι στην θάλασσα. Αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τα απάνω τείχη και να χωρίσουν με τείχος μια λουρίδα γης, όσο μπορούσαν πιο μικρή, κοντά στα καράβια, αρκετή μόνο για τους αρρώστους και το υλικό. Θα άφηναν εκεί φρουρά. Ο υπόλοιπος στρατός θα επιβιβαζόταν σε όλα τα καράβια όσα ήσαν γερά και σε όσα είχαν πάθει ζημίες, και θα ναυμαχούσαν με όλη τους τη δύναμη. Αν νικούσαν θα πήγαιναν στην Κατάνη, αν όχι τότε θα έβαζαν φωτιά στα καράβια και θα αποχωρούσαν για να φτάσουν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα σε μέρος ελληνικό ή βαρβαρικό, που θα τους ήταν φιλικό. [7.60.3] Μόλις πήραν τις αποφάσεις αυτές, άρχισαν να τις εφαρμόζουν. Κατέβηκαν χωρίς να τους καταλάβουν, από τα απάνω τείχη και επάνδρωσαν όλα τα καράβια. Ανάγκασαν όσους φαίνονταν κατάλληλοι, να επιβιβαστούν, φτάνει να είχαν την ηλικία. [7.60.4] Επανδρώθηκαν εκατόν δέκα καράβια. Επιβίβασαν πολλούς τοξότες και ακοντιστές, Ακαρνάνες και άλλους και πήραν ό,τι άλλο μπορούσαν για τις ανάγκες του σχεδίου που είχαν. [7.60.5] Όταν όλες οι προετοιμασίες είχαν σχεδόν τελειώσει, ο Νικίας, βλέποντας ότι οι στρατιώτες είχαν αποθαρρυνθεί επειδή, παρ᾽ ό,τι συνέβαινε συνήθως, είχαν νικηθεί στην ναυμαχία, αλλά και ήθελαν, επειδή δεν υπήρχαν τρόφιμα, να ριψοκινδυνεύσουν αμέσως το εγχείρημα, τους συγκάλεσε όλους και άρχισε να τους ενθαρρύνει λέγοντας, περίπου, τ᾽ ακόλουθα: