Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (4.62.1-4.64.5)

[4.62.1] «Καὶ τὸ μὲν πρὸς τοὺς Ἀθηναίους τοσοῦτον ἀγαθὸν εὖ βουλευομένοις εὑρίσκεται· [4.62.2] τὴν δὲ ὑπὸ πάντων ὁμολογουμένην ἄριστον εἶναι εἰρήνην πῶς οὐ χρὴ καὶ ἐν ἡμῖν αὐτοῖς ποιήσασθαι; ἢ δοκεῖτε, εἴ τῴ τι ἔστιν ἀγαθὸν ἢ εἴ τῳ τὰ ἐναντία, οὐχ ἡσυχίαν μᾶλλον ἢ πόλεμον τὸ μὲν παῦσαι ἂν ἑκατέρῳ, τὸ δὲ ξυνδιασῶσαι, καὶ τὰς τιμὰς καὶ λαμπρότητας ἀκινδυνοτέρας ἔχειν τὴν εἰρήνην, ἄλλα τε ὅσα ἐν μήκει λόγων ἄν τις διέλθοι, ὥσπερ περὶ τοῦ πολεμεῖν; ἃ χρὴ σκεψαμένους μὴ τοὺς ἐμοὺς λόγους ὑπεριδεῖν, τὴν δὲ αὑτοῦ τινὰ σωτηρίαν μᾶλλον ἀπ᾽ αὐτῶν προϊδεῖν. [4.62.3] καὶ εἴ τις βεβαίως τι ἢ τῷ δικαίῳ ἢ βίᾳ πράξειν οἴεται, τῷ παρ᾽ ἐλπίδα μὴ χαλεπῶς σφαλλέσθω, γνοὺς ὅτι πλείους ἤδη καὶ τιμωρίαις μετιόντες τοὺς ἀδικοῦντας καὶ ἐλπίσαντες ἕτεροι δυνάμει τινὶ πλεονεκτήσειν, οἱ μὲν οὐχ ὅσον οὐκ ἠμύναντο, ἀλλ᾽ οὐδ᾽ ἐσώθησαν, τοὺς δ᾽ ἀντὶ τοῦ πλέον ἔχειν προσκαταλιπεῖν τὰ αὑτῶν ξυνέβη. [4.62.4] τιμωρία γὰρ οὐκ εὐτυχεῖ δικαίως, ὅτι καὶ ἀδικεῖται· οὐδὲ ἰσχὺς βέβαιον, διότι καὶ εὔελπι. τὸ δὲ ἀστάθμητον τοῦ μέλλοντος ὡς ἐπὶ πλεῖστον κρατεῖ, πάντων τε σφαλερώτατον ὂν ὅμως καὶ χρησιμώτατον φαίνεται· ἐξ ἴσου γὰρ δεδιότες προμηθίᾳ μᾶλλον ἐπ᾽ ἀλλήλους ἐρχόμεθα.
[4.63.1] «Καὶ νῦν τοῦ ἀφανοῦς τε τούτου διὰ τὸ ἀτέκμαρτον δέος καὶ διὰ τὸ ἤδη † φοβεροὺς παρόντας Ἀθηναίους, κατ᾽ ἀμφότερα ἐκπλαγέντες, καὶ τὸ ἐλλιπὲς τῆς γνώμης, ὧν ἕκαστός τι ᾠήθημεν πράξειν, ταῖς κωλύμαις ταύταις ἱκανῶς νομίσαντες εἰρχθῆναι, τοὺς ἐφεστῶτας πολεμίους ἐκ τῆς χώρας ἀποπέμπωμεν, καὶ αὐτοὶ μάλιστα μὲν ἐς ἀίδιον ξυμβῶμεν, εἰ δὲ μή, χρόνον ὡς πλεῖστον σπεισάμενοι τὰς ἰδίας διαφορὰς ἐς αὖθις ἀναβαλώμεθα. [4.63.2] τὸ ξύμπαν τε δὴ γνῶμεν πειθόμενοι μὲν ἐμοὶ πόλιν ἕξοντες ἕκαστος ἐλευθέραν, ἀφ᾽ ἧς αὐτοκράτορες ὄντες τὸν εὖ καὶ κακῶς δρῶντα ἐξ ἴσου ἀρετῇ ἀμυνούμεθα· ἢν δ᾽ ἀπιστήσαντες ἄλλοις ὑπακούσωμεν, οὐ περὶ τοῦ τιμωρήσασθαί τινα, ἀλλὰ καὶ ἄγαν εἰ τύχοιμεν, φίλοι μὲν ἂν τοῖς ἐχθίστοις, διάφοροι δὲ οἷς οὐ χρὴ κατ᾽ ἀνάγκην γιγνοίμεθα.
[4.64.1] «Καὶ ἐγὼ μέν, ἅπερ καὶ ἀρχόμενος εἶπον, πόλιν τε μεγίστην παρεχόμενος καὶ ἐπιών τῳ μᾶλλον ἢ ἀμυνούμενος ἀξιῶ προιδόμενος αὐτῶν ξυγχωρεῖν, καὶ μὴ τοὺς ἐναντίους οὕτω κακῶς δρᾶν ὥστε αὐτὸς τὰ πλείω βλάπτεσθαι, μηδὲ μωρίᾳ φιλονικῶν ἡγεῖσθαι τῆς τε οἰκείας γνώμης ὁμοίως αὐτοκράτωρ εἶναι καὶ ἧς οὐκ ἄρχω τύχης, ἀλλ᾽ ὅσον εἰκὸς ἡσσᾶσθαι. [4.64.2] καὶ τοὺς ἄλλους δικαιῶ ταὐτό μοι ποιῆσαι, ὑφ᾽ ὑμῶν αὐτῶν καὶ μὴ ὑπὸ τῶν πολεμίων τοῦτο παθεῖν. [4.64.3] οὐδὲν γὰρ αἰσχρὸν οἰκείους οἰκείων ἡσσᾶσθαι, ἢ Δωριᾶ τινὰ Δωριῶς ἢ Χαλκιδέα τῶν ξυγγενῶν, τὸ δὲ ξύμπαν γείτονας ὄντας καὶ ξυνοίκους μιᾶς χώρας καὶ περιρρύτου καὶ ὄνομα ἓν κεκλημένους Σικελιώτας· οἳ πολεμήσομέν τε, οἶμαι, ὅταν ξυμβῇ, καὶ ξυγχωρησόμεθά γε πάλιν καθ᾽ ἡμᾶς αὐτοὺς λόγοις κοινοῖς χρώμενοι· [4.64.4] τοὺς δὲ ἀλλοφύλους ἐπελθόντας ἁθρόοι αἰεί, ἢν σωφρονῶμεν, ἀμυνούμεθα, εἴπερ καὶ καθ᾽ ἑκάστους βλαπτόμενοι ξύμπαντες κινδυνεύομεν· ξυμμάχους δὲ οὐδέποτε τὸ λοιπὸν ἐπαξόμεθα οὐδὲ διαλλακτάς. [4.64.5] τάδε γὰρ ποιοῦντες ἔν τε τῷ παρόντι δυοῖν ἀγαθοῖν οὐ στερήσομεν τὴν Σικελίαν, Ἀθηναίων τε ἀπαλλαγῆναι καὶ οἰκείου πολέμου, καὶ ἐς τὸ ἔπειτα καθ᾽ ἡμᾶς αὐτοὺς ἐλευθέραν νεμούμεθα καὶ ὑπὸ ἄλλων ἧσσον ἐπιβουλευομένην.»

[4.62.1] »Και σχετικά με την απειλή των Αθηναίων, αυτά τα πολύ σπουδαία θα επιτύχομε, αν πάρομε την σωστή απόφαση. [4.62.2] Σχετικά, όμως, με την ειρήνη, που όλοι μας παραδεχόμαστε ότι είναι το μεγαλύτερο αγαθό, πώς μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι δεν πρέπει να την κάνομε μεταξύ μας; Ή μήπως νομίζετε ότι αν ο ένας ευημερεί και ο άλλος δυστυχεί, δεν είναι η ειρήνη, αλλά ο πόλεμος που θα σταματήσει τις συμφορές του ενός και θα εξασφαλίσει την ευτυχία του άλλου; Μήπως η ειρήνη δεν εξασφαλίζει —και μάλιστα δίχως κινδύνους— τιμές και δόξα και άλλα πολλά αγαθά για τα οποία θα μπορούσε κανείς να μακρηγορήσει; Πρέπει όλα αυτά να τα σκεφθείτε καλά και να μην παραβλέψετε τις συμβουλές μου, αλλά να τις έχει ο καθένας υπόψη όταν σκεφθεί να εξασφαλίσει την σωτηρία του. [4.62.3] Αν κανείς σας έχει την πεποίθηση ότι μπορεί να επιτύχει τους σκοπούς του, είτε επιμένοντας στις δίκαιες αξιώσεις του είτε με την βία, ας μην δυσφορήσει αν γελαστεί στους υπολογισμούς του. Πρέπει να ξέρει ότι πολλοί, έως τώρα, που επιχείρησαν να εκδικηθούν εκείνους οι οποίοι τους αδικούσαν, όχι μόνο δεν το κατόρθωσαν, αλλά ούτε κατάφεραν να σωθούν οι ίδιοι. Άλλοι πάλι, που επιδιώξαν ν᾽ αποκτήσουν με την βία περισσότερα πλεονεκτήματα, όχι μόνο δεν το κατόρθωσαν, αλλά έχασαν κι αυτά που είχαν! [4.62.4] Η επιτυχία, αν θέλει κανείς να εκδικηθεί, δεν είναι εξασφαλισμένη από το γεγονός και μόνο ότι αδικήθηκε εκείνος που το επιχειρεί. Ούτε η δύναμη είναι κάτι το βέβαιο μόνο και μόνο επειδή μας γεννάει ελπίδες. Το μέλλον είναι απρόβλεπτο για τα περισσότερα πράματα και, αν η πρόβλεψή του είναι τόσο σφαλερή, τούτο είναι εξαιρετικά ωφέλιμο. Επειδή σε όλους μας εμπνέει τον ίδιο φόβο, γι᾽ αυτό και μόνο μετά από πολλή σκέψη αποφασίζομε να επιτεθούμε ο ένας εναντίον του άλλου.
[4.63.1] »Και τώρα τα δύο αυτά, δηλαδή και ο φόβος και το απρόβλεπτο μέλλον και η τρομερή παρουσία των Αθηναίων πρέπει να μας ανησυχούν πολύ. Πρέπει να πεισθούμε ότι τα στοιχεία αυτά είναι αρκετά σοβαρά ώστε ν᾽ αποστρέψουν τον καθένα μας από την σφαλερή σκέψη που έχει, ότι μπορεί να ωφεληθεί εφαρμόζοντας τα σχέδια που είχε, και να ενωθούμε, για ν᾽ αποδιώξομε από τον τόπο μας τον εχθρό που μας απειλεί. Ας κάνομε σπονδές ειρήνης για απεριόριστο χρόνο ή, αν τούτο δεν είναι δυνατόν, για όσο το δυνατόν μεγαλύτερη χρονική περίοδο, αναβάλλοντας για άλλοτε την λύση των διαφορών μας. [4.63.2] Με μια λέξη, καταλάβετέ το. Αν πεισθείτε στις συμβουλές μου, θα έχει ο καθένας σας ελεύθερη πολιτεία και θα μπορεί, κύριος της τύχης του, ν᾽ ανταποδίδει στους άλλους με το ίδιο μέτρο, τόσο τις ζημίες που θα παθαίνει όσο και τις ευεργεσίες που θα δέχεται. Αν, όμως, δεν πεισθείτε και δεχτεί η συνέλευση τις γνώμες άλλων, τότε όχι μόνο δεν θα είμαστε σε θέση να εκδικηθούμε οποιονδήποτε, αλλά —αν έχομε και τύχη— θ᾽ αναγκαζόμαστε να γινόμαστε φίλοι με τους χειρότερους εχθρούς μας και εχθροί με τους φίλους μας.
[4.64.1] »Όπως σας είπα στην αρχή, εγώ αντιπροσωπεύω την ισχυρότερη πολιτεία η οποία είναι συνηθισμένη πολύ περισσότερο να υπερασπίζει τα δίκαιά της παρά να υποχωρεί, αλλά νομίζω χρέος μου, μπροστά στους κινδύνους αυτούς που προβλέπω, να φανώ υποχωρητικός και να μην βλάψω τους αντιπάλους μου, γιατί θα κινδύνευα τότε να πάθω εγώ μεγαλύτερη συμφορά. Ούτε είμαι τόσο μωρός, ώστε να επιδιώξω να εξουσιάσω τους άλλους με την σκέψη ότι είμαι ρυθμιστής και των σχεδίων μου αλλά και της τύχης την οποία δεν εξουσιάζω. Είμαι πρόθυμος να κάνω λογικές υποχωρήσεις. [4.64.2] Έχω, όμως, την αξίωση να κάνουν το ίδιο και οι άλλοι, και να υποχωρήσουν. Να νικήσουν οι ίδιοι τους εαυτούς τους παρά να νικηθούν από τους εχθρούς τους. [4.64.3] Δεν είναι ντροπή να κάνει υποχωρήσεις ένας συγγενής σ᾽ άλλον συγγενή ή ένας Δωριεύς σ᾽ έναν Δωριέα ή ένας Χαλκιδεύς σ᾽ έναν ομόφυλό του. Γενικά είμαστε γείτονες και κατοικούμε την ίδια χώρα που την περιβρέχει η ίδια θάλασσα και έχομε το κοινό όνομα Σικελιώτες. Θα συμβεί, νομίζω, να πολεμήσομε και πάλι μεταξύ μας και θα συμβεί πάλι να κάνομε συνέδριο για ειρήνη μεταξύ μας. [4.64.4] Αν, όμως, έχομε φρόνηση, θ᾽ αποκρούομε, κάθε φορά, όλοι μαζί τους ξένους που έρχονται να μας επιτεθούν, αν καταλάβομε ότι η συμφορά που παθαίνει ο καθένας μας χωριστά, είναι κίνδυνος για όλους. Από τώρα και στο εξής δεν θα καλέσομε πια ξένους, ούτε για να μας βοηθήσουν ούτε για να μας συμφιλιώσουν. [4.64.5] Αν ενεργήσομε με τον τρόπο αυτό, δεν θα στερήσομε την Σικελία από δύο μεγάλα αγαθά. Θα την απαλλάξομε από τους Αθηναίους και από τον εμφύλιο πόλεμο. Στο μέλλον, ελεύθεροι, θα κυβερνούμε εμείς και θα νεμόμαστε την Σικελία, που με τον τρόπο αυτό θα είναι πολύ λιγότερο εκτεθειμένη στην ξένη επιβουλή».