Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (4.36.1-4.38.5)

[4.36.1] Ἐπειδὴ δὲ ἀπέραντον ἦν, προσελθὼν ὁ τῶν Μεσσηνίων στρατηγὸς Κλέωνι καὶ Δημοσθένει ἄλλως ἔφη πονεῖν σφᾶς· εἰ δὲ βούλονται ἑαυτῷ δοῦναι τῶν τοξοτῶν μέρος τι καὶ τῶν ψιλῶν περιιέναι κατὰ νώτου αὐτοῖς ὁδῷ ᾗ ἂν αὐτὸς εὕρῃ, δοκεῖν βιάσεσθαι τὴν ἔφοδον. [4.36.2] λαβὼν δὲ ἃ ᾐτήσατο, ἐκ τοῦ ἀφανοῦς ὁρμήσας ὥστε μὴ ἰδεῖν ἐκείνους, κατὰ τὸ αἰεὶ παρεῖκον τοῦ κρημνώδους τῆς νήσου προσβαίνων, καὶ ᾗ οἱ Λακεδαιμόνιοι χωρίου ἰσχύι πιστεύσαντες οὐκ ἐφύλασσον, χαλεπῶς τε καὶ μόλις περιελθὼν ἔλαθε, καὶ ἐπὶ τοῦ μετεώρου ἐξαπίνης ἀναφανεὶς κατὰ νώτου αὐτῶν τοὺς μὲν τῷ ἀδοκήτῳ ἐξέπληξε, τοὺς δὲ ἃ προσεδέχοντο ἰδόντας πολλῷ μᾶλλον ἐπέρρωσεν. [4.36.3] καὶ οἱ Λακεδαιμόνιοι βαλλόμενοί τε ἀμφοτέρωθεν ἤδη καὶ γιγνόμενοι ἐν τῷ αὐτῷ ξυμπτώματι, ὡς μικρὸν μεγάλῳ εἰκάσαι, τῷ ἐν Θερμοπύλαις, ἐκεῖνοί τε γὰρ τῇ ἀτραπῷ περιελθόντων τῶν Περσῶν διεφθάρησαν, οὗτοί τε ἀμφίβολοι ἤδη ὄντες οὐκέτι ἀντεῖχον, ἀλλὰ πολλοῖς τε ὀλίγοι μαχόμενοι καὶ ἀσθενείᾳ σωμάτων διὰ τὴν σιτοδείαν ὑπεχώρουν, καὶ οἱ Ἀθηναῖοι ἐκράτουν ἤδη τῶν ἐφόδων.
[4.37.1] Γνοὺς δὲ ὁ Κλέων καὶ ὁ Δημοσθένης [ὅτι], εἰ καὶ ὁποσονοῦν μᾶλλον ἐνδώσουσι, διαφθαρησομένους αὐτοὺς ὑπὸ τῆς σφετέρας στρατιᾶς, ἔπαυσαν τὴν μάχην καὶ τοὺς ἑαυτῶν ἀπεῖρξαν, βουλόμενοι ἀγαγεῖν αὐτοὺς Ἀθηναίοις ζῶντας, εἴ πως τοῦ κηρύγματος ἀκούσαντες ἐπικλασθεῖεν τῇ γνώμῃ τὰ ὅπλα παραδοῦναι καὶ ἡσσηθεῖεν τοῦ παρόντος δεινοῦ. [4.37.2] ἐκήρυξάν τε, εἰ βούλονται, τὰ ὅπλα παραδοῦναι καὶ σφᾶς αὐτοὺς Ἀθηναίοις ὥστε βουλεῦσαι ὅτι ἂν ἐκείνοις δοκῇ. [4.38.1] οἱ δὲ ἀκούσαντες παρῆκαν τὰς ἀσπίδας οἱ πλεῖστοι καὶ τὰς χεῖρας ἀνέσεισαν, δηλοῦντες προσίεσθαι τὰ κεκηρυγμένα. μετὰ δὲ ταῦτα γενομένης τῆς ἀνοκωχῆς ξυνῆλθον ἐς λόγους ὅ τε Κλέων καὶ ὁ Δημοσθένης καὶ ἐκείνων Στύφων ὁ Φάρακος, τῶν πρότερον ἀρχόντων τοῦ μὲν πρώτου τεθνηκότος Ἐπιτάδου, τοῦ δὲ μετ᾽ αὐτὸν Ἱππαγρέτου ἐφῃρημένου ἐν τοῖς νεκροῖς ἔτι ζῶντος κειμένου ὡς τεθνεῶτος, αὐτὸς τρίτος ἐφῃρημένος ἄρχειν κατὰ νόμον, εἴ τι ἐκεῖνοι πάσχοιεν. [4.38.2] ἔλεγε δὲ ὁ Στύφων καὶ οἱ μετ᾽ αὐτοῦ ὅτι βούλονται διακηρυκεύσασθαι πρὸς τοὺς ἐν τῇ ἠπείρῳ Λακεδαιμονίους ὅτι χρὴ σφᾶς ποιεῖν. [4.38.3] καὶ ἐκείνων μὲν οὐδένα ἀφέντων, αὐτῶν δὲ τῶν Ἀθηναίων καλούντων ἐκ τῆς ἠπείρου κήρυκας καὶ γενομένων ἐπερωτήσεων δὶς ἢ τρίς, ὁ τελευταῖος διαπλεύσας αὐτοῖς ἀπὸ τῶν ἐκ τῆς ἠπείρου Λακεδαιμονίων ἀνὴρ ἀπήγγειλεν ὅτι [οἱ] «Λακεδαιμόνιοι κελεύουσιν ὑμᾶς αὐτοὺς περὶ ὑμῶν αὐτῶν βουλεύεσθαι μηδὲν αἰσχρὸν ποιοῦντας»· οἱ δὲ καθ᾽ ἑαυτοὺς βουλευσάμενοι τὰ ὅπλα παρέδοσαν καὶ σφᾶς αὐτούς. [4.38.4] καὶ ταύτην μὲν τὴν ἡμέραν καὶ τὴν ἐπιοῦσαν νύκτα ἐν φυλακῇ εἶχον αὐτοὺς οἱ Ἀθηναῖοι· τῇ δ᾽ ὑστεραίᾳ οἱ μὲν Ἀθηναῖοι τροπαῖον στήσαντες ἐν τῇ νήσῳ τἆλλα διεσκευάζοντο ὡς ἐς πλοῦν, καὶ τοὺς ἄνδρας τοῖς τριηράρχοις διεδίδοσαν ἐς φυλακήν, οἱ δὲ Λακεδαιμόνιοι κήρυκα πέμψαντες τοὺς νεκροὺς διεκομίσαντο. [4.38.5] ἀπέθανον δ᾽ ἐν τῇ νήσῳ καὶ ζῶντες ἐλήφθησαν τοσοίδε· εἴκοσι μὲν ὁπλῖται διέβησαν καὶ τετρακόσιοι οἱ πάντες· τούτων ζῶντες ἐκομίσθησαν ὀκτὼ ἀποδέοντες τριακόσιοι, οἱ δὲ ἄλλοι ἀπέθανον. καὶ Σπαρτιᾶται τούτων ἦσαν τῶν ζώντων περὶ εἴκοσι καὶ ἑκατόν. Ἀθηναίων δὲ οὐ πολλοὶ διεφθάρησαν· ἡ γὰρ μάχη οὐ σταδαία ἦν.

[4.36.1] Καθώς φαινόταν ότι τίποτε το αποφασιστικό δεν μπορούσε να γίνει, ο αρχηγός των Μεσσηνίων πήγε στον Κλέωνα και τον Δημοσθένη και τους είπε ότι μάταια κοπιάζουν, αλλά ότι, αν ήθελαν να του δώσουν ένα τμήμα από τους τοξότες και τους ψιλούς, θα επιχειρούσε να κυκλώσει την τοποθεσία, ακολουθώντας κάποια διάβαση που θα έβρισκε ο ίδιος. Έτσι θεωρούσε ότι θα μπορούσε να εκβιάσει την κατάσταση. [4.36.2] Αφού πήρε όσους ζήτησε, ξεκίνησε από μέρος από όπου δεν μπορούσαν να τον δουν οι Λακεδαιμόνιοι. Βαδίζοντας συνεχώς από γκρεμούς σ᾽ όποιο σημείο μπορούσε να πατήσει και σε μέρη που ήσαν τόσο απότομα ώστε οι Λακεδαιμόνιοι δεν είχαν βάλει φρουρά, μόλις κατόρθωσε, με πολλή δυσκολία, να εμφανιστεί άξαφνα, χωρίς να τον αντιληφθούν, στα νώτα των Λακεδαιμονίων που τρόμαξαν με τον αιφνιδιασμό, ενώ οι Αθηναίοι που τους περίμεναν πήραν αμέσως θάρρος. [4.36.3] Οι Λακεδαιμόνιοι άρχισαν να βάλλονται κι από τις δυο μεριές και, για να συγκριθούν μικρά με μεγάλα γεγονότα, βρέθηκαν στην ίδια θέση που είχαν βρεθεί στις Θερμοπύλες. Τότε σκοτώθηκαν όλοι, όταν οι Πέρσες τους κύκλωσαν από κρυφό μονοπάτι. Τώρα, έχοντας ν᾽ αντιμετωπίσουν διπλή επίθεση, δεν μπορούσαν πια ν᾽ αντέξουν. Λίγοι πολεμώντας εναντίον πολλών, πεινασμένοι και εξαντλημένοι, άρχισαν να υποχωρούν, ενώ οι Αθηναίοι κυρίεψαν τις προσπελάσεις.
[4.37.1] Ο Κλέων και ο Δημοσθένης κατάλαβαν ότι, αν οι Λακεδαιμόνιοι υποχωρούσαν ακόμα, ο αθηναϊκός στρατός θα τους σκότωνε. Επειδή ήθελαν να τους πάνε πίσω στην Αθήνα ζωντανούς, έδωσαν διαταγή να σταματήσει η μάχη και συγκράτησαν τον στρατό ελπίζοντας ότι, αν έστελναν κήρυκα στους Σπαρτιάτες, θα έσπαζε το ηθικό τους, αφού θα έβλεπαν την απελπιστική τους θέση. [4.37.2] Τους έστειλαν, λοιπόν, κήρυκα και τους πρότειναν να παραδοθούν με τα όπλα τους στην διάκριση των Αθηναίων.
[4.38.1] Όταν οι Λακεδαιμόνιοι άκουσαν την πρόταση, άφησαν οι περισσότεροι τις ασπίδες τους και σήκωσαν τα χέρια για να δείξουν ότι δέχονται τους όρους. Έγινε ανακωχή και συναντήθηκαν ο Κλέων και ο Δημοσθένης με τον Στύφωνα του Φάρακος. Από τους προκατόχους του στην αρχηγία ο Επιτάδας είχε σκοτωθεί και ο Ιππαγρέτης κειτόταν ανάμεσα στους νεκρούς, ζωντανός ακόμα, αλλά τον νόμιζαν πεθαμένο. Σύμφωνα με τον κανονισμό, ο Στύφων ήταν ο τρίτος στην σειρά της αρχηγίας, αν οι δύο πρώτοι πάθαιναν κάτι. [4.38.2] Ο Στύφων και οι αξιωματικοί του είπαν στον Κλέωνα και τον Δημοσθένη ότι ήθελαν να στείλουν αντιπρόσωπό τους στους Λακεδαιμονίους της στεριάς και να τους ζητήσουν οδηγίες τί να κάνουν. [4.38.3] Οι Αθηναίοι, όμως, δεν επιτρέψαν να πάει κανείς, άλλα έστειλαν οι ίδιοι μήνυμα στους Λακεδαιμονίους να στείλουν κήρυκες που πήγαν και ήρθαν δυο τρεις φορές. Ο τελευταίος που, από την στεριά, πέρασε στην Σφακτηρία έφερε το μήνυμα «Οι Λακεδαιμόνιοι σας παραγγέλλουν να πάρετε σεις οι ίδιοι μιαν απόφαση χωρίς, όμως, να κάνετε τίποτε το ατιμωτικό». Τότε έκαναν σύσκεψη αναμεταξύ τους και παραδόθηκαν με τα όπλα τους. [4.38.4] Οι Αθηναίοι φρούρησαν τους αιχμαλώτους όλη την ημέρα κι όλη την νύχτα και, την επομένη, αφού έστησαν τρόπαιο στο νησί, ετοιμάστηκαν να φύγουν και μοίρασαν τους αιχμαλώτους στους τριηράρχους για να τους έχουν στη φύλαξή τους. Οι Λακεδαιμόνιοι έστειλαν κήρυκα και σήκωσαν τους νεκρούς τους. [4.38.5] Ο αριθμός των σκοτωμένων και των αιχμαλώτων είναι ο εξής. Πέρασαν συνολικά στην Σφακτηρία τετρακόσιοι είκοσι οπλίτες. Από αυτούς αιχμαλωτίστηκαν διακόσιοι ενενήντα δύο. Οι υπόλοιποι σκοτώθηκαν. Από τους αιχμαλώτους, εκατόν είκοσι ήσαν Σπαρτιάτες. Οι Αθηναίοι έχασαν λίγους γιατί δεν είχε γίνει μάχη σώμα προς σώμα.