Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (2.102.1-2.103.2)

[2.102.1] Οἱ δὲ ἐν Ναυπάκτῳ Ἀθηναῖοι τοῦ αὐτοῦ χειμῶνος, ἐπειδὴ τὸ τῶν Πελοποννησίων ναυτικὸν διελύθη, Φορμίωνος ἡγουμένου ἐστράτευσαν, παραπλεύσαντες ἐπ᾽ Ἀστακοῦ καὶ ἀποβάντες, ἐς τὴν μεσόγειαν τῆς Ἀκαρνανίας τετρακοσίοις μὲν ὁπλίταις Ἀθηναίων τῶν ἀπὸ τῶν νεῶν, τετρακοσίοις δὲ Μεσσηνίων, καὶ ἔκ τε Στράτου καὶ Κορόντων καὶ ἄλλων χωρίων ἄνδρας οὐ δοκοῦντας βεβαίους εἶναι ἐξήλασαν, καὶ Κύνητα τὸν Θεολύτου ἐς Κόροντα καταγαγόντες ἀνεχώρησαν πάλιν ἐπὶ τὰς ναῦς. [2.102.2] ἐς γὰρ Οἰνιάδας αἰεί ποτε πολεμίους ὄντας μόνους Ἀκαρνάνων οὐκ ἐδόκει δυνατὸν εἶναι χειμῶνος ὄντος στρατεύειν· ὁ γὰρ Ἀχελῷος ποταμὸς ῥέων ἐκ Πίνδου ὄρους διὰ Δολοπίας καὶ Ἀγραίων καὶ Ἀμφιλόχων καὶ διὰ τοῦ Ἀκαρνανικοῦ πεδίου, ἄνωθεν μὲν παρὰ Στράτον πόλιν, ἐς θάλασσαν δ᾽ ἐξιεὶς παρ᾽ Οἰνιάδας καὶ τὴν πόλιν αὐτοῖς περιλιμνάζων, ἄπορον ποιεῖ ὑπὸ τοῦ ὕδατος ἐν χειμῶνιστρατεύειν. [2.102.3] κεῖνται δὲ καὶ τῶν νήσων τῶν Ἐχινάδων αἱ πολλαὶ καταντικρὺ Οἰνιαδῶν τοῦ Ἀχελῴου τῶν ἐκβολῶν οὐδὲν ἀπέχουσαι, ὥστε μέγας ὢν ὁ ποταμὸς προσχοῖ αἰεὶ καὶ εἰσὶ τῶν νήσων αἳ ἠπείρωνται, ἐλπὶς δὲ καὶ πάσας οὐκ ἐν πολλῷ τινὶ ἂν χρόνῳ τοῦτο παθεῖν· [2.102.4] τό τε γὰρ ῥεῦμά ἐστι μέγα καὶ πολὺ καὶ θολερόν, αἵ τε νῆσοι πυκναί, καὶ ἀλλήλαις τῆς προσχώσεως [τῷ μὴ σκεδάννυσθαι] ξύνδεσμοι γίγνονται, παραλλὰξ καὶ οὐ κατὰ στοῖχον κείμεναι, οὐδ᾽ ἔχουσαι εὐθείας διόδους τοῦ ὕδατος ἐς τὸ πέλαγος. [2.102.5] ἐρῆμοι δ᾽ εἰσὶ καὶ οὐ μεγάλαι. λέγεται δὲ καὶ Ἀλκμέωνι τῷ Ἀμφιάρεω, ὅτε δὴ ἀλᾶσθαι αὐτὸν μετὰ τὸν φόνον τῆς μητρός, τὸν Ἀπόλλω ταύτην τὴν γῆν χρῆσαι οἰκεῖν, ὑπειπόντα οὐκ εἶναι λύσιν τῶν δειμάτων πρὶν ἂν εὑρὼν ἐν ταύτῃ τῇ χώρᾳ κατοικίσηται ἥτις ὅτε ἔκτεινε τὴν μητέρα μήπω ὑπὸ ἡλίου ἑωρᾶτο μηδὲ γῆ ἦν, ὡς τῆς γε ἄλλης αὐτῷ μεμιασμένης. [2.102.6] ὁ δ᾽ ἀπορῶν, ὥς φασι, μόλις κατενόησε τὴν πρόσχωσιν ταύτην τοῦ Ἀχελῴου, καὶ ἐδόκει αὐτῷ ἱκανὴ ἂν κεχῶσθαι δίαιτα τῷ σώματι ἀφ᾽ οὗπερ κτείνας τὴν μητέρα οὐκ ὀλίγον χρόνον ἐπλανᾶτο. καὶ κατοικισθεὶς ἐς τοὺς περὶ Οἰνιάδας τόπους ἐδυνάστευσέ τε καὶ ἀπὸ Ἀκαρνᾶνος παιδὸς ἑαυτοῦ τῆς χώρας τὴν ἐπωνυμίαν ἐγκατέλιπεν. τὰ μὲν περὶ Ἀλκμέωνα τοιαῦτα λεγόμενα παρελάβομεν.
[2.103.1] Οἱ δὲ Ἀθηναῖοι καὶ ὁ Φορμίων ἄραντες ἐκ τῆς Ἀκαρνανίας καὶ ἀφικόμενοι ἐς τὴν Ναύπακτον ἅμα ἦρι κατέπλευσαν ἐς τὰς Ἀθήνας, τούς τε ἐλευθέρους τῶν αἰχμαλώτων ἐκ τῶν ναυμαχιῶν ἄγοντες, οἳ ἀνὴρ ἀντ᾽ ἀνδρὸς ἐλύθησαν, [2.103.2] καὶ τὰς ναῦς ἃς εἷλον. καὶ ὁ χειμὼν ἐτελεύτα οὗτος, καὶ τρίτον ἔτος τῷ πολέμῳ ἐτελεύτα τῷδε ὃν Θουκυδίδης ξυνέγραψεν.

[2.102.1] Τον ίδιο χειμώνα, και μετά την διάλυση του πελοποννησιακού στόλου, οι Αθηναίοι που ήσαν στην Ναύπακτο εκστρατεύσαν με τον Φορμίωνα εναντίον του Αστακού. Πλεύσαν κοντά στην ακτή, έκαναν απόβαση και προχώρησαν στα μεσόγεια της Ακαρνανίας με τετρακόσιους Αθηναίους πεζοναύτες και τετρακόσιους Μεσσηνίους. Έδιωξαν από την Στράτο, τα Κόροντα και άλλες πόλεις μερικούς πολίτες στους οποίους δεν είχαν εμπιστοσύνη, έφεραν πίσω στα Κόροντα τον Κύνητα του Θεολύτου και γύρισαν στα καράβια τους. [2.102.2] Εναντίον των Οινιάδων, που μόνοι από τους Ακαρνάνες ήσαν από πάντα εχθροί τους, οι Αθηναίοι δεν έκαναν καμιά προσπάθεια επειδή ήταν χειμώνας. Και ο ποταμός Αχελώος (πηγάζει από την Πίνδο και περνάει από την Δολοπία, τους Αγραίους, τους Αμφιλοχείς και την πεδιάδα της Ακαρνανίας, κοντά στην Στράτο και χύνεται στην θάλασσα, κοντά στους Οινιάδες) σχηματίζει, γύρω από την πόλη τους, βάλτους που εμποδίζουν κάθε στρατιωτική επιχείρηση όσο είναι χειμώνας. [2.102.3] Τα περισσότερα απ᾽ τα νησιά ονομάζονται Εχινάδες. Βρίσκονται κατάντικρυ στους Οινιάδες, σ᾽ ελάχιστη απόσταση από τις εκβολές του Αχελώου που είναι μεγάλος ποταμός και κάνει διαρκώς προσχώσεις. Έτσι, πολλά από τα νησιά ενώθηκαν με την στεριά και είναι πιθανό να πάθουν το ίδιο και όλα τα νησιά σε αρκετά σύντομο χρονικό διάστημα. [2.102.4] Το ρεύμα του ποταμού είναι δυνατό, μεγάλο και λασπερό, ενώ τα νησιά είναι πολύ κοντά το ένα στο άλλο και συγκρατούν τις προσχώσεις. Δεν βρίσκονται στην σειρά, αλλά είναι ακανόνιστα και δεν αφήνουν το ρεύμα του ποταμού να ξεχυθεί ελεύθερα στην θάλασσα. [2.102.5] Τα νησιά αυτά είναι ακατοίκητα και μικρά. Η παράδοση λέει ότι, όταν ο Αλκμέων του Αμφιάρεω περιπλανιόταν αφού σκότωσε την μάνα του, ο Απόλλων τού έδωσε χρησμό να κατοικήσει σ᾽ αυτό το μέρος, λέγοντάς του ότι δεν θα μπορέσει ν᾽ απαλλαγεί από το άγχος του προτού βρει και κατοικήσει την χώρα που δεν είχε ακόμα δει ο ήλιος και που δεν ήταν ακόμα γη, όταν σκότωνε την μάνα του. Και τούτο επειδή όλη η άλλη γη ήταν μολυσμένη από την πράξη του. [2.102.6] Καθώς λέγεται, ο Αλκμέων δεν ήξερε τί να κάνει και μετά από πολλά σκέφτηκε τις προσχώσεις αυτές του Αχελώου και του φάνηκε ότι, από τότε που είχε σκοτώσει την μάνα του και περιπλανιόταν στον κόσμο, το χώμα που είχε δημιουργηθεί από τις προσχώσεις θα ήταν αρκετό για να μπορέσει να το κατοικήσει. Εγκαταστάθηκε στην περιοχή γύρω από τους Οινιάδες και έγινε ηγεμών. Από τον γιο του, Ακαρνάνα, άφησε στην περιοχή αυτή τ᾽ όνομά της. Αυτά μας λέει η παράδοση για τον Αλκμέωνα.
[2.103.1] Οι Αθηναίοι και ο Φορμίων έφυγαν από την Ακαρνανία, έφτασαν στην Ναύπακτο και από εκεί, με την άνοιξη, πήγαν στην Αθήνα έχοντας μαζί τους τα καράβια και τους αιχμαλώτους που είχαν πιάσει στις ναυμαχίες και οι οποίοι ήσαν ελεύθεροι πολίτες. Τους ανταλλάξαν έναν προς ένα με Αθηναίους αιχμαλώτους. [2.103.2] Τέλειωσε έτσι ο χειμώνας αυτός και μαζί ο τρίτος χρόνος του πολέμου τον οποίο ιστορεί ο Θουκυδίδης.