[3.83.1] Προτάθηκαν λοιπόν οι τρεις αυτές γνώμες, και από τους επτά άνδρες οι τέσσερις τάχθηκαν με την τελευταία. Ο Οτάνης ωστόσο, που είχε επιδιώξει να δώσει στους Πέρσες την ισονομία, όταν η γνώμη του απορρίφθηκε, είπε σε όλους τους άλλους: [3.83.2] «Σύντροφοι επαναστάτες, είναι πλέον φανερό ότι ένας από εμάς πρέπει να γίνει βασιλιάς, είτε όποιος βγει με κλήρο είτε να αναθέσουμε στον περσικό λαό να τον διαλέξει αυτός είτε με κάποιον άλλον τρόπο· εγώ πάντως δεν θα διαγωνιστώ μαζί σας· γιατί ούτε να κυβερνάω θέλω ούτε να με κυβερνούν· παραιτούμαι λοιπόν από κάθε αξίωση στην εξουσία, αλλά με τούτον τον όρο, ότι κανένας από εσάς δεν θα με εξουσιάζει, ούτε εμένα τον ίδιο ούτε κανέναν από τους απογόνους μου». [3.83.3] Αυτά είπε ο Οτάνης, και οι άλλοι έξι τα δέχτηκαν, και τότε αυτός δεν διαγωνίστηκε μαζί τους αλλά έφυγε από τη μέση. Και ώς τα σήμερα η οικογένεια αυτή είναι ελεύθερη, η μόνη ανάμεσα στους Πέρσες, και υπακούει στην εξουσία μόνο όσο θέλει η ίδια, εφόσον βέβαια δεν παραβαίνει τους νόμους των Περσών. [3.84.1] Όσο για τους υπόλοιπους από τους επτά, κάθισαν να σκεφτούν ποιός ήταν ο πιο δίκαιος τρόπος για να αναδείξουν βασιλιά. Και αποφάσισαν, αν η βασιλεία έπεφτε σε κάποιον άλλον από τους επτά, να δίνονται κάθε χρόνο στον Οτάνη και στους απογόνους του κατά σειρά, σαν διάκριση, μια μηδική εσθήτα, καθώς και όλα τα δώρα που θεωρούνται τιμητικότατα ανάμεσα στους Πέρσες. Και ο λόγος που αποφάσισαν να του δίνονται αυτά τα πράγματα ήταν ότι πρώτος αυτός σκέφτηκε την υπόθεση και ένωσε και τους άλλους. [3.84.2] Αυτή λοιπόν η ειδική διάκριση έγινε στον Οτάνη, ενώ για όλους μαζί αποφάσισαν τα εξής: να μπορεί όποιος θέλει από τους επτά να μπαίνει στο παλάτι χωρίς να αναγγέλλεται, εκτός αν τύχαινε να κοιμάται ο βασιλιάς με γυναίκα, και να μην επιτρέπεται στον βασιλιά να παίρνει γυναίκα έξω από τις οικογένειες των συντρόφων του στην επανάσταση. [3.84.3] Όσο για την ίδια τη βασιλεία, αποφάσισαν τα εξής: θα καβαλίκευαν και θα έβγαιναν από την πόλη, και εκείνος που το άλογό του θα χρεμέτιζε πρώτο με την ανατολή του ήλιου, αυτός θα έπαιρνε το βασιλίκι. [3.85.1] Είχε λοιπόν ο Δαρείος έναν ιπποκόμο που ήταν σοφός άνθρωπος, Οιβάρης τ᾽ όνομά του· και στον άνθρωπο αυτόν, όταν έληξε η σύσκεψη, ο Δαρείος είπε τα εξής: «Οιβάρη, σχετικά με τη βασιλεία αποφασίσαμε να κάνουμε τα ακόλουθα: θα καβαλικέψουμε τα άλογά μας, και εκείνος που το άλογό του θα χρεμετίσει πρώτο μόλις βγει ο ήλιος, αυτός θα πάρει τη βασιλεία. Τώρα λοιπόν αν έχεις καμιά σοφή ιδέα, κανόνισέ τα να πάρουμε εμείς αυτό το βραβείο και όχι κανένας άλλος». [3.85.2] Και ο Οιβάρης απαντά με τούτα τα λόγια: «Κύριέ μου, αν εξαρτάται απ᾽ αυτό να γίνεις ή να μη γίνεις βασιλιάς, πάρε θάρρος όσο γι᾽ αυτό και ξένοιασε, γιατί βασιλιάς πριν από σένα κανένας άλλος δεν θα γίνει· τέτοια κόλπα τα κατέχω εγώ». Του λέει ο Δαρείος: «Αν έχεις πράγματι κανένα τέτοιο τέχνασμα, είναι ώρα να το βάλεις σ᾽ ενέργεια, χωρίς αναβολή, γιατί ο διαγωνισμός μας θα γίνει αύριο κιόλας». [3.85.3] Όταν τ᾽ άκουσε αυτά ο Οιβάρης, κάνει το εξής: μόλις νύχτωσε, πήρε μια από τις φοράδες, που το άλογο του Δαρείου πολύ την ορεγόταν, την πήγε στο προάστιο και την έδεσε· ύστερα έφερε εκεί και το άλογο του Δαρείου και το έβαλε να γυροφέρει τη φοράδα πολλές φορές, κοντά κοντά, ώστε να τρίβεται πάνω στη θηλυκιά, και τέλος άφησε το άλογο να τη βατέψει. [3.86.1] Μόλις λοιπόν η μέρα πήρε να χαράζει, οι έξι, όπως είχαν συμφωνήσει, έφτασαν πάνω στ᾽ άλογά τους· και καθώς περνούσαν από το προάστιο, έφτασαν στο σημείο όπου την προηγούμενη νύχτα ήταν δεμένη η φοράδα, και τότε το άλογο του Δαρείου έτρεξε κατά κει χρεμετίζοντας. [3.86.2] Ταυτόχρονα, όπως το άλογο έκανε αυτό το πράγμα, ενώ ήταν αίθριος ο καιρός, άστραψε και βρόντησε. Όλα αυτά λοιπόν τα συμβάντα που έγιναν με τον Δαρείο, ήταν σαν από σκοπού συμφωνημένα, και απέδειξαν ότι αυτός ήταν ο τέλειος· οι άλλοι τότε ξεπέζεψαν από τ᾽ άλογά τους και προσκύνησαν τον Δαρείο. |