μορφολογία [morphology]

μορφολογία [morphology]

Μορφολογία είναι: α) Ο κλάδος της γλωσσολογίας που μελετά τις μικρότερες μορφικές μονάδες, τα μορφήματα , από τα οποία αποτελείται η λέξη. β) Η ίδια η σύσταση των λέξεων από μορφήματα, λεξικά και γραμματικά .

Ο όρος μορφολογία χρησιμοποιείται και σε άλλες επιστήμες (π.χ. ιατρική, βιολογία) για να δηλώσει το σύνολο των επιμέρους χαρακτηριστικών μιας οντότητας, καθώς και τη σχετική επιστημονική μελέτη τους.

Αντικείμενο της μορφολογίας

Μία από τις βασικές παραδοχές της σύγχρονης γλωσσολογίας είναι ότι η ανθρώπινη γλώσσα έχει διπλή άρθρωση. Το αντικείμενο μελέτης της μορφολογίας, τα μορφήματα, ως ελάχιστα τμήματα λόγου που έχουν σημασία ή γραμματική λειτουργία ανήκουν στην πρώτη άρθρωση.

Τα βασικότερα πεδία στα οποία κινείται η μορφολογική θεωρία είναι:

α) η αναγνώριση της λέξης : η λέξη ως γραμματική κατηγορία έχει κεντρική θέση στη γλώσσα και αναγνωρίζεται εύκολα από τους ομιλητές ως διακριτή μονάδα. Ωστόσο, στο επίπεδο της μορφολογικής ανάλυσης τίθενται διάφορα ζητήματα ως προς το ποια είναι τα όρια της λέξης. Π.χ.

  • Η μονάδα στο αποτελεί μία λέξη ή δύο;
  • Η σύναψη παιδική χαρά αποτελεί φράση ή μοιάζει με λέξη αφού ταυτίζεται σημασιολογικά με λέξη;
  • Οι διάφορες κλιτές μορφές ενός ρήματος ή ενός ονόματος (π.χ. γράφω, έγραψα, γραφτώ / καρέκλα, καρέκλες) αποτελούν διαφορετικές λέξεις ή όχι;

β) η αναγνώριση των μορφημάτων: το μόρφημα θεωρείται η ελάχιστη υποδιαίρεση της λέξης που διαθέτει μορφή και σημασία (ή λειτουργία), π.χ. η λέξη παίζω αποτελείται από το λεξικό μόρφημα παιζ- και το γραμματικό κλιτικό μόρφημα -ω. Ωστόσο, η αναγνώριση των μορφημάτων δεν είναι πάντα εύκολη. Π.χ.:

  • στους ρηματικούς τύπους γράφτηκε, λύθηκε, κόπηκε αναγνωρίζουμε το γραμματικό μόρφημα που δηλώνει 'συνοπτικό της παθητικής φωνής στο παρελθόν', το οποίο όμως έχει τις μορφές -τη-, -θη-, -η-. Πρόκειται για ένα μόρφημα το οποίο αλλάζει μορφές ανάλογα με το φωνολογικό περιβάλλον που βρίσκεται. Στην περίπτωση αυτή θεωρούμε ότι εμφανίζονται αλλόμορφα του μορφήματος τα οποία είναι φωνολογικά καθορισμένα.
  • στη λέξη φεμινισμός αναγνωρίζεται το παραγωγικό μόρφημα -ισμ- που παράγει λέξεις με τη σημασία 'ιδεολογικό κίνημα' και το κλιτικό επίθημα -ός. Ωστόσο το λεξικό μόρφημα (το θέμα) της λέξης δεν αναγνωρίζεται στα ελληνικά (*φεμιν-), γιατί η λέξη είναι δάνεια ως προς την καταγωγή.

γ) οι μορφολογικές διαδικασίες: οι βασικότερες διαδικασίες σχηματισμού λέξεων στην ελληνική είναι η σύνθεση λεξικών μορφημάτων (π.χ. κασταν- + ο + ξανθκαστανόξανθος), η παραγωγή μέσω προθημάτων και επιθημάτων (π.χ. ξε- + γράφ- à ξεγράφω, χερ- + άκ-ι à χεράκι) και η κλίση (π.χ. καρέκλ- + κλιτικό επίθημα ενικού ονομαστικής των θηλυκών -α à καρέκλα, καρέκλ- + κλιτικό επίθημα πληθυντικού ονομαστικής -ες à καρέκλες).

Στις γλώσσες, όμως, πολύ συχνά οι μορφολογικές διαδικασίες σε παλιότερες λέξεις δεν είναι συγχρονικά αναλύσιμες, με αποτέλεσμα άλλες λέξεις να είναι διαφανείς και αναλύσιμες, π.χ. βαλκανοποίηση, και άλλες αδιαφανείς και μη-αναλύσιμες, π.χ. εκποίηση.

δ) η σχέση της μορφολογίας με τα υπόλοιπα επίπεδα ανάλυσης της γλώσσας (φωνολογία, σύνταξη, σημασιολογία): κατά τη γλωσσική παραγωγή οι μορφολογικές διαδικασίες αλληλεπιδρούν με τις υπόλοιπες γλωσσικές λειτουργίες. Έτσι, η μορφοφωνολογία εξετάζει ζητήματα όπως η φωνολογικά καθορισμένη αλλομορφία (δες παραπάνω), η μορφοσύνταξη εξετάζει θέματα όπως η παροχή συντακτικών πληροφοριών από τα κλιτικά μορφήματα (π.χ. το κλιτικό επίθημα της ονομαστικής -ος δηλώνει την πτώση του υποκειμένου στην πρόταση), ενώ η μορφοσημασιολογική ανάλυση εξετάζει τον τρόπο που τα μορφήματα αποκτούν αλλά και μεταβάλλουν τη σημασία τους (λεξική ή γραμματική ).

ε) η τυπολογία των γλωσσών ανάλογα με τη μορφολογική τους δομή: οι γλώσσες διαιρούνται σε αναλυτικές , εάν οι λέξεις τους αποτελούνται κυρίως από ελεύθερα μορφήματα , και συνθετικές (συγκολλητικές και κλιτικές ), εάν οι λέξεις τους αποτελούνται από περισσότερα του ενός μορφήματα.

Η θέση της μορφολογίας στη γλωσσολογική θεωρία

Η επικράτηση της γενετικής τσομσκιανής θεωρίας ως του κυρίαρχου παραδείγματος στη γλωσσολογία από τα μέσα του 20ού αιώνα και έπειτα σήμανε την υποβάθμιση της μελέτης της μορφολογίας τουλάχιστον για δύο δεκαετίες. Η υποβάθμιση αυτή σχετίζεται με το ότι η γενετική θεωρία έδωσε ιδιαίτερο βάρος στη μελέτη της σύνταξης, καθώς και στα χαρακτηριστικά της γλώσσας που είναι έμφυτα στον άνθρωπο και καθολικά στις γλώσσες. Τα μορφολογικά χαρακτηριστικά, όμως, είναι σε αξιοσημείωτο βαθμό αποτέλεσμα εκμάθησης αλλά και εμφανίζουν πολλές ιδιαιτερότητες κατά γλώσσα. Μόλις από τη δεκαετία του '70 και μετά η γενετική θεωρία αρχίζει και στρέφει την προσοχή της στο μορφολογικό τομέα ούτως ώστε σήμερα να έχει αναπτυχθεί η γενετική μορφολογία. Στα πλαίσια της γενετικής θεωρίας ανήκει και η λεξική μορφολογία (δεκαετία του '80), η οποία θεωρεί την ανάλυση και τον σχηματισμό των λέξεων ως διαδικασίες του Λεξικού που λειτουργεί ως ένα είδος «αποθήκης» πληροφοριών.

Εκτός της γενετικής θεωρίας υπάρχουν σχολές που μελετούν τα μορφολογικά φαινόμενα με αξιόλογο τρόπο, όπως η τυπολογική θεώρηση του Greenberg, η φυσική μορφολογία, η μορφοσημασιοκεντρική προσέγγιση της Bybee.

Η μορφολογία στη διδασκαλία της γλώσσας

Συχνά τα τελευταία χρόνια τα πορίσματα της μορφολογικής έρευνας τροφοδότησαν και τη διδακτική της γλώσσας (μητρικής και ξένης). Η συνάντηση της μορφολογίας και της διδακτικής διερευνά το κατά πόσο η εκμάθηση της γλώσσας και, συγκεκριμένα, του λεξιλογίου της σχετίζεται με ή υποβοηθείται από την εκμάθηση των παραγωγικών και των κλιτικών κανόνων μιας γλώσσας.

Γ. Γιαννουλοπούλου

Πηγές

  • Beard, R. 1994. Morphology: History. Στο The Encyclopedia of Language and Linguistics, επιμ. R. E. Asher, 5ος τόμ., 2573-2576. Οξφόρδη: Pergamon.
  • Bybee, J. L. 1985. Morphology: Α Study of the Relation between Meaning and Form. Αmsterdam: Benjamins.
  • Carstairs-McCarthy, A. 1992. Current Morphology. Λονδίνο: Routledge.
  • Matthews, P. H. 1974. Morphology. An Introduction to the Theory of the Word-Structure. Cambridge: Cambridge University Press.
  • Ράλλη, Α. 2005. Μορφολογία. Αθήνα: Πατάκης.

 

Πεδίο

μορφολογία