Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ

Νεκρικοὶ Διάλογοι (20.11-20.13)


ΕΡΜΗΣ
Εὖ ἔχει· ὥστε λύε τὰ ἀπόγεια, τὴν ἀποβάθραν ἀνελώμεθα, τὸ ἀγκύριον ἀνεσπάσθω, πέτασον τὸ ἱστίον, εὔθυνε, ὦ πορθμεῦ, τὸ πηδάλιον· εὖ πάθωμεν. [20.11] τί οἰμώζετε, ὦ μάταιοι, καὶ μάλιστα ὁ φιλόσοφος σὺ ὁ ἀρτίως τὸν πώγωνα δεδῃωμένος;
ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ
Ὅτι, ὦ Ἑρμῆ, ἀθάνατον ᾤμην τὴν ψυχὴν ὑπάρχειν.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Ψεύδεται· ἄλλα γὰρ ἔοικε λυπεῖν αὐτόν.
ΕΡΜΗΣ
Τὰ ποῖα;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Ὅτι μηκέτι δειπνήσει πολυτελῆ δεῖπνα μηδὲ νύκτωρ ἐξιὼν ἅπαντας λανθάνων τῷ ἱματίῳ τὴν κεφαλὴν κατειλήσας περίεισιν ἐν κύκλῳ τὰ χαμαιτυπεῖα, καὶ ἕωθεν ἐξαπατῶν τοὺς νέους ἐπὶ τῇ σοφίᾳ ἀργύριον λήψεται· ταῦτα λυπεῖ αὐτόν.
ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ
Σὺ γάρ, ὦ Μένιππε, οὐκ ἄχθῃ ἀποθανών;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Πῶς, ὃς ἔσπευσα ἐπὶ τὸν θάνατον καλέσαντος μηδενός; [20.12] ἀλλὰ μεταξὺ λόγων οὐ κραυγή τις ἀκούεται ὥσπερ τινῶν ἀπὸ γῆς βοώντων;
ΕΡΜΗΣ
Ναί, ὦ Μένιππε, οὐκ ἀφ᾽ ἑνός γε χώρου, ἀλλ᾽ οἱ μὲν εἰς τὴν ἐκκλησίαν συνελθόντες ἄσμενοι γελῶσι πάντες ἐπὶ τῷ Λαμπίχου θανάτῳ καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ συνέχεται πρὸς τῶν γυναικῶν καὶ τὰ παιδία νεογνὰ ὄντα ὁμοίως κἀκεῖνα ὑπὸ τῶν παίδων βάλλεται ἀφθόνοις τοῖς λίθοις· ἄλλοι δὲ Διόφαντον τὸν ῥήτορα ἐπαινοῦσιν ἐν Σικυῶνι ἐπιταφίους λόγους διεξιόντα ἐπὶ Κράτωνι τούτῳ. καὶ νὴ Δία γε ἡ Δαμασίου μήτηρ κωκύουσα ἐξάρχει τοῦ θρήνου σὺν γυναιξὶν ἐπὶ τῷ Δαμασίᾳ· σὲ δὲ οὐδείς, ὦ Μένιππε, δακρύει, καθ᾽ ἡσυχίαν δὲ κεῖσαι μόνος.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
[20.13] Οὐδαμῶς, ἀλλ᾽ ἀκούσῃ τῶν κυνῶν μετ᾽ ὀλίγον ὠρυομένων οἴκτιστον ἐπ᾽ ἐμοὶ καὶ τῶν κοράκων τυπτομένων τοῖς πτεροῖς, ὁπόταν συνελθόντες θάπτωσί με.
ΕΡΜΗΣ
Γεννάδας εἶ, ὦ Μένιππε. ἀλλ᾽ ἐπεὶ καταπεπλεύκαμεν ἡμεῖς, ὑμεῖς μὲν ἄπιτε πρὸς τὸ δικαστήριον εὐθεῖαν ἐκείνην προϊόντες, ἐγὼ δὲ καὶ ὁ πορθμεὺς ἄλλους μετελευσόμεθα.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Εὐπλοεῖτε, ὦ Ἑρμῆ· προΐωμεν δὲ καὶ ἡμεῖς. τί οὖν ἔτι καὶ μέλλετε; δικασθῆναι δεήσει, καὶ τὰς καταδίκας φασὶν εἶναι βαρείας, τροχοὺς καὶ λίθους καὶ γῦπας· δειχθήσεται δὲ ὁ ἑκάστου βίος.


ΕΡΜΗΣ
Πολύ ωραία. Λύσε λοιπόν τα παλαμάρια, ας ανεβάσουμε τη σανιδόσκαλα, να τραβηχτεί επάνω η αγκυρούλα, άνοιξε τα πανιά· περαματάρη, κράτα ίσια το πηδάλιο. Καλό μας ταξίδι. [20.11] Γιατί θρηνείτε, ανόητοι, και μάλιστα εσύ ο φιλόσοφος με την πρόσφατα λεηλατημένη γενειάδα;
ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ
Επειδή, Ερμή, νόμιζα ότι η ψυχή είναι αθάνατη.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Λέει ψέματα. Άλλα πράγματα φαίνεται να τον λυπούνε.
ΕΡΜΗΣ
Ποιά δηλαδή;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Ότι δεν πρόκειται πια να δειπνάει σε πολυτελή δείπνα ούτε να βγαίνει νύχτα, χωρίς να τον καταλαβαίνει κανείς, έχοντας τυλιγμένο το κεφάλι με το πανωφόρι του, και να τριγυρνάει ολόγυρα τα καταγώγια, και το πρωί να εξαπατά τους νέους παίρνοντας χρήματα για τη σοφία του. Αυτά τον λυπούνε.
ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ
Εσύ, Μένιππε, δεν στενοχωριέσαι που πέθανες;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Πώς να στενοχωριέμαι, αφού βιάστηκα να συναντήσω τον θάνατο, χωρίς να με προσκαλέσει κανείς; [20.12] Αλλά, καθώς τα συζητάμε τώρα, δεν ακούγονται κάτι κραυγές, σαν κάποιοι να φωνάζουν από τη γη;
ΕΡΜΗΣ
Ναι, Μένιππε, αλλά όχι από μία περιοχή. Άλλοι έχουν συγκεντρωθεί στη συνέλευση και γελούν όλοι χαρούμενοι για τον θάνατο του Λαμπίχου, και οι γυναίκες έχουνε συλλάβει τη γυναίκα του, ενώ και παιδιά του, που είναι νεογέννητα, πετροβολιούνται επίσης από τα άλλα παιδιά με πάμπολλες πέτρες. Άλλοι πάλι επευφημούνε στη Σικυώνα τον ρήτορα Διόφαντο, που βγάζει επικήδειο λόγο γι᾽ αυτόν εδώ τον Κράτωνα. Και η μητέρα του Δαμασία, μά τον Δία, στριγκλίζοντας αρχίζει τον θρήνο για τον Δαμασία μαζί με τις άλλες γυναίκες. Εσένα όμως, Μένιππε, κανένας δεν σε κλαίει, αλλά μέσα στην ησυχία είσαι σωριασμένος ολομόναχος.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
[20.13] Κάθε άλλο, σε λίγο θα ακούσεις τα σκυλιά να ουρλιάζουν σπαρακτικά για μένα και τα κοράκια να χτυπιούνται με τα φτερά τους, όταν θα συγκεντρωθούνε να με θάψουνε.
ΕΡΜΗΣ
Είσαι λεβέντης, Μένιππε. Αλλά μια και φτάσαμε, εσείς προχωρήστε προς το δικαστήριο ακολουθώντας εκείνο τον ίσιο δρόμο, ενώ εγώ και ο περαματάρης θα πάμε να μεταφέρουμε άλλους.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Καλό ταξίδι, Ερμή. Ας προχωρήσουμε κι εμείς. Γιατί λοιπόν καθυστερείτε κι άλλο; Θα χρειαστεί να δικαστούμε, και οι καταδίκες λένε πως είναι βαριές, τροχοί και πέτρες και γύπες. Πάντως θα φανερωθεί η ζωή του καθενός.