[1.78.1] »Μην βιασθείτε, λοιπόν, να πάρετε απόφαση για ένα τόσο σπουδαίο ζήτημα και μην επηρεασθείτε από γνώμες και κατηγορίες άλλων για να αναλάβετε έναν αγώνα που το βάρος του θα πέσει στους δικούς σας ώμους. Σκεφθείτε, επίσης, προτού τον αναλάβετε, πόσο απρόβλεπτες είναι οι εξελίξεις του πολέμου. [1.78.2] Όσο γίνεται μακρύτερος, τόσο η έκβασή του καταντάει να εξαρτάται από τυχαία περιστατικά, μπροστά στα οποία και σεις κι εμείς βρισκόμαστε σε ίση μοίρα. Είναι περιπέτεια από την οποία κανείς δεν ξέρει πώς θα βγει. [1.78.3] Όταν οι άνθρωποι ριχτούν στον πόλεμο, αρχίζουν από εκείνο με το οποίο θα έπρεπε να τελειώσουν, δηλαδή αρχίζουν απ᾽ την δράση και μόνο άμα κακοπάθουν αρχίζουν διαπραγματεύσεις. [1.78.4] Εμείς που δεν κάναμε ποτέ αυτό το σφάλμα το οποίο ούτε και σεις, καθώς βλέπομε, έχετε κάνει, σας λέμε: Όσο είναι ακόμα στο χέρι και των δυο μας να πάρομε την σωστή απόφαση, μην λύσετε τις σπονδές και μην καταπατήστε τους όρκους. Τις διαφορές μας ας τις λύσομε σύμφωνα με την διαδικασία της συνθήκης. Αλλιώς, μά τους θεούς προστάτες των όρκων, θα προσπαθήσομε, αν μας κηρύξετε πόλεμο, ν᾽ αγωνιστούμε με τα μέσα που πρώτοι σεις θα έχετε μεταχειριστεί». [1.79.1] Αυτά, περίπου, είπαν οι Αθηναίοι. Οι Λακεδαιμόνιοι, αφού άκουσαν και τις κατηγορίες των συμμάχων εναντίον των Αθηναίων και τα όσα είπαν οι Αθηναίοι, τους απομάκρυναν όλους κι έκαναν σύσκεψη μόνοι τους για την κατάσταση. [1.79.2] Οι περισσότεροι συμφωνούσαν ότι οι Αθηναίοι ήσαν ένοχοι και ότι έπρεπε να κηρυχτεί ο πόλεμος αμέσως. Αλλά ο βασιλεύς Αρχίδαμος, τον οποίο θεωρούσαν συνετό και σώφρονα, είπε τα εξής: [1.80.1] «Λακεδαιμόνιοι! Έχω, ο ίδιος, πείρα πολλών πολέμων και βλέπω ότι μεταξύ σας υπάρχουν πολλοί συνομήλικοί μου που έχουν και αυτοί αρκετή πείρα, ώστε να μην επιθυμούν ν᾽ αρχίσει πόλεμος, όπως, ίσως, θα το ήθελε η πλειονοψηφία, και να μην τον θεωρούν σαν καλό και ακίνδυνο εγχείρημα. [1.80.2] Αν σκεφθείτε, άλλωστε, με ψυχραιμία, θα αντιληφθείτε ότι ο πόλεμος για τον οποίο τώρα συσκέπτεσθε, θα είναι δύσκολος. [1.80.3] Απέναντι στους Πελοποννησίους και τους γείτονές μας έχομε αρκετές δυνάμεις και είμαστε σε θέση να ενεργήσομε ταχύτατα σε όποιο σημείο χρειαστεί. Έχοντας, όμως, απέναντί μας ανθρώπους που η χώρα τους είναι μακριά, που έχουν μεγαλύτερη απ᾽ όλους πείρα στα ναυτικά, που είναι άριστα προετοιμασμένοι σε όλα και διαθέτουν πλούτο, ιδιωτικό και δημόσιο, και στόλους και ιππικό και όπλα και ανθρώπινες εφεδρείες περισσότερες από όσες μπορεί κανείς να βρει σε μια ελληνική πολιτεία κι έχουν, εκτός από αυτά, συμμάχους που πληρώνουν φόρο, πώς μπορούμε απερίσκεπτα ν᾽ αναλάβομε έναν πόλεμο; Και πού θα στηριχθούμε για να τον κηρύξομε, ενώ είμαστε απροετοίμαστοι; [1.80.4] Στο ναυτικό μας; Αλλά υστερούμε πολύ απέναντί τους και θα χρειαστεί πολύς καιρός για να προετοιμαστούμε και για να μπορέσουμε να τους αντιμετωπίσουμε. Στον πλούτο μας; Αλλά σ᾽ αυτό υστερούμε ακόμα περισσότερο. Ούτε δημόσιο θησαυρό έχομε ούτε είμαστε σε θέση να συνεισφέρομε απ᾽ τις ιδιωτικές μας περιουσίες. [1.81.1] »Ίσως κανείς αναθαρρήσει με την σκέψη ότι υπερτερούμε σε οπλισμό και αριθμό ανδρών και θα μπορούσαμε έτσι να λεηλατούμε τη γη τους με συχνές επιδρομές. [1.81.2] Αλλά η κυριαρχία τους εκτείνεται σε πολλές περιοχές και θα μπορούν να προμηθεύονται, από θάλασσα, ό,τι τους χρειάζεται. [1.81.3] Αν δοκιμάσομε να υποκινήσομε τους συμμάχους τους ν᾽ αποστατήσουν, τότε θα πρέπει να τους βοηθήσουμε με στόλο, αφού οι περισσότεροι είναι νησιώτες. [1.81.4] Τί είδους πόλεμο λοιπόν θα κάνομε εναντίον τους; Αν δεν αποκτήσομε την υπεροπλία κατά θάλασσαν και αν δεν τους στερήσομε τις προσόδους με τις οποίες συντηρούν το ναυτικό τους, τότε εμείς θα παθαίνομε περισσότερες από εκείνους, συμφορές. [1.81.5] Και τότε, ούτε έντιμη ειρήνη θα μπορούμε να κάνομε, και για άλλους λόγους, αλλά και επειδή θα είναι βέβαιο ότι εμείς αρχίσαμε τον πόλεμο. [1.81.6] Δεν πρέπει, άλλωστε, να μας παρασύρει η ιδέα ότι ο πόλεμος θα τελειώσει γρήγορα, επειδή θα λεηλατήσομε την χώρα τους. Αντίθετα, πολύ φοβάμαι, ότι θα κληροδοτήσομε τον πόλεμο στα παιδιά μας, γιατί είναι απίθανο οι υπερήφανοι Αθηναίοι να υποταγούν για χάρη της γης τους ή να πανικοβληθούν σαν πρωτόπειροι, εξαιτίας του πολέμου. |