Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (1.70.1-1.71.7)

[1.70.1] «Καὶ ἅμα, εἴπερ τινὲς καὶ ἄλλοι, ἄξιοι νομίζομεν εἶναι τοῖς πέλας ψόγον ἐπενεγκεῖν, ἄλλως τε καὶ μεγάλων τῶν διαφερόντων καθεστώτων, περὶ ὧν οὐκ αἰσθάνεσθαι ἡμῖν γε δοκεῖτε, οὐδ᾽ ἐκλογίσασθαι πώποτε πρὸς οἵους ὑμῖν Ἀθηναίους ὄντας καὶ ὅσον ὑμῶν καὶ ὡς πᾶν διαφέροντας ὁ ἀγὼν ἔσται. [1.70.2] οἱ μέν γε νεωτεροποιοὶ καὶ ἐπινοῆσαι ὀξεῖς καὶ ἐπιτελέσαι ἔργῳ ἃ ἂν γνῶσιν· ὑμεῖς δὲ τὰ ὑπάρχοντά τε σῴζειν καὶ ἐπιγνῶναι μηδὲν καὶ ἔργῳ οὐδὲ τἀναγκαῖα ἐξικέσθαι. [1.70.3] αὖθις δὲ οἱ μὲν καὶ παρὰ δύναμιν τολμηταὶ καὶ παρὰ γνώμην κινδυνευταὶ καὶ ἐν τοῖς δεινοῖς εὐέλπιδες· τὸ δὲ ὑμέτερον τῆς τε δυνάμεως ἐνδεᾶ πρᾶξαι τῆς τε γνώμης μηδὲ τοῖς βεβαίοις πιστεῦσαι τῶν τε δεινῶν μηδέποτε οἴεσθαι ἀπολυθήσεσθαι. [1.70.4] καὶ μὴν καὶ ἄοκνοι πρὸς ὑμᾶς μελλητὰς καὶ ἀποδημηταὶ πρὸς ἐνδημοτάτους· οἴονται γὰρ οἱ μὲν τῇ ἀπουσίᾳ ἄν τι κτᾶσθαι, ὑμεῖς δὲ τῷ ἐπελθεῖν καὶ τὰ ἑτοῖμα ἂν βλάψαι. [1.70.5] κρατοῦντές τε τῶν ἐχθρῶν ἐπὶ πλεῖστον ἐξέρχονται καὶ νικώμενοι ἐπ᾽ ἐλάχιστον ἀναπίπτουσιν. [1.70.6] ἔτι δὲ τοῖς μὲν σώμασιν ἀλλοτριωτάτοις ὑπὲρ τῆς πόλεως χρῶνται, τῇ δὲ γνώμῃ οἰκειοτάτῃ ἐς τὸ πράσσειν τι ὑπὲρ αὐτῆς. [1.70.7] καὶ ἃ μὲν ἂν ἐπινοήσαντες μὴ ἐπεξέλθωσιν, οἰκείων στέρεσθαι ἡγοῦνται, ἃ δ᾽ ἂν ἐπελθόντες κτήσωνται, ὀλίγα πρὸς τὰ μέλλοντα τυχεῖν πράξαντες. ἢν δ᾽ ἄρα του καὶ πείρᾳ σφαλῶσιν, ἀντελπίσαντες ἄλλα ἐπλήρωσαν τὴν χρείαν· μόνοι γὰρ ἔχουσί τε ὁμοίως καὶ ἐλπίζουσιν ἃ ἂν ἐπινοήσωσι διὰ τὸ ταχεῖαν τὴν ἐπιχείρησιν ποιεῖσθαι ὧν ἂν γνῶσιν. [1.70.8] καὶ ταῦτα μετὰ πόνων πάντα καὶ κινδύνων δι᾽ ὅλου τοῦ αἰῶνος μοχθοῦσι, καὶ ἀπολαύουσιν ἐλάχιστα τῶν ὑπαρχόντων διὰ τὸ αἰεὶ κτᾶσθαι καὶ μήτε ἑορτὴν ἄλλο τι ἡγεῖσθαι ἢ τὸ τὰ δέοντα πρᾶξαι ξυμφοράν τε οὐχ ἧσσον ἡσυχίαν ἀπράγμονα ἢ ἀσχολίαν ἐπίπονον· [1.70.9] ὥστε εἴ τις αὐτοὺς ξυνελὼν φαίη πεφυκέναι ἐπὶ τῷ μήτε αὐτοὺς ἔχειν ἡσυχίαν μήτε τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους ἐᾶν, ὀρθῶς ἂν εἴποι.
[1.71.1] «Ταύτης μέντοι τοιαύτης ἀντικαθεστηκυίας πόλεως, ὦ Λακεδαιμόνιοι, διαμέλλετε καὶ οἴεσθε τὴν ἡσυχίαν οὐ τούτοις τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ πλεῖστον ἀρκεῖν οἳ ἂν τῇ μὲν παρασκευῇ δίκαια πράσσωσι, τῇ δὲ γνώμῃ, ἢν ἀδικῶνται, δῆλοι ὦσι μὴ ἐπιτρέψοντες, ἀλλ᾽ ἐπὶ τῷ μὴ λυπεῖν τε τοὺς ἄλλους καὶ αὐτοὶ ἀμυνόμενοι μὴ βλάπτεσθαι τὸ ἴσον νέμετε. [1.71.2] μόλις δ᾽ ἂν πόλει ὁμοίᾳ παροικοῦντες ἐτυγχάνετε τούτου· νῦν δ᾽, ὅπερ καὶ ἄρτι ἐδηλώσαμεν, ἀρχαιότροπα ὑμῶν τὰ ἐπιτηδεύματα πρὸς αὐτούς ἐστιν. [1.71.3] ἀνάγκη δὲ ὥσπερ τέχνης αἰεὶ τὰ ἐπιγιγνόμενα κρατεῖν· καὶ ἡσυχαζούσῃ μὲν πόλει τὰ ἀκίνητα νόμιμα ἄριστα, πρὸς πολλὰ δὲ ἀναγκαζομένοις ἰέναι πολλῆς καὶ τῆς ἐπιτεχνήσεως δεῖ. δι᾽ ὅπερ καὶ τὰ τῶν Ἀθηναίων ἀπὸ τῆς πολυπειρίας ἐπὶ πλέον ὑμῶν κεκαίνωται. [1.71.4] μέχρι μὲν οὖν τοῦδε ὡρίσθω ὑμῶν ἡ βραδυτής· νῦν δὲ τοῖς τε ἄλλοις καὶ Ποτειδεάταις, ὥσπερ ὑπεδέξασθε, βοηθήσατε κατὰ τάχος ἐσβαλόντες ἐς τὴν Ἀττικήν, ἵνα μὴ ἄνδρας τε φίλους καὶ ξυγγενεῖς τοῖς ἐχθίστοις προῆσθε καὶ ἡμᾶς τοὺς ἄλλους ἀθυμίᾳ πρὸς ἑτέραν τινὰ ξυμμαχίαν τρέψητε. [1.71.5] δρῷμεν δ᾽ ἂν ἄδικον οὐδὲν οὔτε πρὸς θεῶν τῶν ὁρκίων οὔτε πρὸς ἀνθρώπων τῶν αἰσθανομένων· λύουσι γὰρ σπονδὰς οὐχ οἱ δι᾽ ἐρημίαν ἄλλοις προσιόντες, ἀλλ᾽ οἱ μὴ βοηθοῦντες οἷς ἂν ξυνομόσωσιν. [1.71.6] βουλομένων δὲ ὑμῶν προθύμων εἶναι μενοῦμεν· οὔτε γὰρ ὅσια ἂν ποιοῖμεν μεταβαλλόμενοι οὔτε ξυνηθεστέρους ἂν ἄλλους εὕροιμεν. [1.71.7] πρὸς τάδε βουλεύεσθε εὖ καὶ τὴν Πελοπόννησον πειρᾶσθε μὴ ἐλάσσω ἐξηγεῖσθαι ἢ οἱ πατέρες ὑμῖν παρέδοσαν.»

[1.70.1] »Νομίζομε, άλλωστε, ότι περισσότερο από κάθε άλλον εμείς έχομε το δικαίωμα να επικρίνομε τους συμμάχους μας, ιδίως όταν πρόκειται για ζωτικά συμφέροντα που την σπουδαιότητά τους δεν νομίζομε να την αντιλαμβάνεστε. Ούτε έχετε ποτέ αναλογιστεί τί είδους άνθρωποι είναι οι Αθηναίοι με τους οποίους θα πρέπει να αναμετρηθείτε και σε ποιό βαθμό είναι διαφορετικοί από σας. [1.70.2] Εκείνοι είναι καινοτόμοι και επινοητικοί και ταχείς στο να εκτελούν τα σχέδιά τους, ενώ εσείς περιορίζεστε στο να διατηρείτε τα όσα έχετε χωρίς ποτέ να επινοείτε τίποτε και όταν ενεργείτε δεν καλύπτετε ούτε το απαραίτητο. [1.70.3] Εκείνοι αποτολμούν πράγματα που υπερβαίνουν τις δυνάμεις τους, ριψοκινδυνεύουν χωρίς να λογαριάζουν την φρόνηση και είναι πάντοτε αισιόδοξοι στις αναποδιές. Ενώ εσείς επιχειρείτε πάντα πράγματα κατώτερα απ᾽ τις δυνάμεις σας, είστε διστακτικοί ακόμα κι όταν οι πιο συντηρητικοί υπολογισμοί δείχνουν ότι η επιτυχία είναι βεβαία, και στις υπόλοιπες περιστάσεις νομίζετε ότι δεν θα μπορέσετε να τις αντιμετωπίσετε. [1.70.4] Εκείνοι είναι δραστήριοι, ενώ εσείς είστε αναβλητικοί, εκείνοι συνεχώς ξενιτεύονται εύκολα, ενώ εσείς δεν ξεκολλάτε από τον τόπο σας. Εκείνοι πιστεύουν ότι αποδημώντας πλουτίζουν, ενώ εσείς νομίζετε ότι, αν μετακινηθείτε, θα ζημιώσετε κι αυτά που έχετε. [1.70.5] Όταν νικήσουν τους εχθρούς τους, εκμεταλλεύονται στο έπακρο την επιτυχία τους, ενώ αν νικηθούν, υποχωρούν όσο το δυνατόν λιγότερο. [1.70.6] Με όλα αυτά, ενώ δείχνουν περισσότερο από κάθε άλλον αυταπάρνηση όταν υπηρετούν την πολιτεία τους, διατηρούν όμως όλη την ελευθερία της σκέψης τους για να βρουν τρόπους να την ωφελήσουν. [1.70.7] Αν δεν επιτύχουν τα όσα σχεδιάζουν, θεωρούν ότι στερήθηκαν κάτι που τους ανήκει και όσα κερδίζουν με μια τους επιτυχία είναι, γι᾽ αυτούς, ισχνό αποτέλεσμα συγκρινόμενο με ό,τι προσδοκούν να επιτύχουν μελλοντικά. Αν αποτύχουν σε κάποια προσπάθεια, κάνουν νέα σχέδια για να ξανακερδίσουν ό,τι έχασαν, γιατί μόνοι αυτοί ενεργούν τόσο γρήγορα, όταν έχουν αποφασίσει κάτι, ώστε ελπίδα και πραγματοποίηση να συμπίπτουν. [1.70.8] Γι᾽ αυτά όλα μοχθούν και κινδυνεύουν όλη τους τη ζωή, απολαμβάνοντας ελάχιστα τα όσα έχουν, γιατί πάντοτε σκέπτονται πώς να αποκτήσουν κι άλλα. Εορτή θεωρούν το να κάνουν το καθήκον τους και συμφορά είναι γι᾽ αυτούς περισσότερο η ησυχία της αδράνειας παρά η επίπονη δράση. [1.70.9] Θα είχε δίκιο κανείς, αν, με μια λέξη, έλεγε ότι η ιδιοσυγκρασία τους είναι τέτοια, ώστε ούτε οι ίδιοι ησυχάζουν ποτέ ούτε αφήνουν τους άλλους να ησυχάσουν.
[1.71.1] »Και όμως, Λακεδαιμόνιοι, ενώ έχετε τέτοιον αντίπαλο, εξακολουθείτε ν᾽ αδρανείτε και δεν καταλαβαίνετε ότι ο καλύτερος τρόπος να εξασφαλίσει κανείς μια σταθερή ειρήνη είναι βέβαια ν᾽ αποφεύγει να μεταχειρίζεται την δύναμή του για να αδικεί, αλλά και να δείχνει ότι είναι αποφασισμένος να μην ανεχθεί να τον αδικούν. Εσείς όμως θεωρείτε ότι η δίκαιη πολιτική είναι να μην βλάπτετε τους άλλους και να μην βλάπτεστε σεις στην δική σας μόνο ασφάλεια. [1.71.2] Όμως μια τέτοια πολιτική μόλις και μετά βίας θα μπορούσε να πετύχει, αν είχατε να κάνετε με πολιτεία που έχει τις ίδιες αντιλήψεις. Όπως σας το είπαμε πρωτύτερα, τα συστήματά σας, συγκρινόμενα με τα δικά τους, είναι απηρχαιωμένα [1.71.3] και μοιραίο είναι, όπως και στην τεχνική, να επικρατούν στην πολιτική τα συγχρονισμένα συστήματα. Σε καιρό ειρήνης είναι, βέβαια, πολύ προτιμότερο να μην αλλάζουν οι θεσμοί, αλλά όταν είναι ανάγκη ν᾽ αντιμετωπιστούν πολλές δυσκολίες, είναι και ανάγκη να επινοούνται πολλοί νέοι τρόποι. Γι᾽ αυτόν τον λόγο οι Αθηναίοι, με πλούσια πείρα, έχουν εκσυγχρονιστεί πολύ περισσότερο από σας. [1.71.4] Αλλά ώς εδώ και μη παρέκει. Πρέπει να βοηθήστε αμέσως και τους άλλους και τους Ποτιδαιάτες, όπως το έχετε υποσχεθεί. Κάνετε αμέσως εισβολή στην Αττική για να μην αφήστε φιλική πολιτεία στο έλεος του χειρότερου εχθρού σας και για να μην μας εξωθήσετε εμάς τους άλλους ν᾽ αναζητήσομε, μες στην απελπισία μας, άλλες συμμαχίες. [1.71.5] Εάν το κάναμε δεν θα ήταν ανόσιο ούτε για τους θεούς στους οποίους ορκιστήκαμε ούτε για τους ανθρώπους που θα ξέρουν τα πράγματα. Καταπατούν τις συνθήκες εκείνοι που δεν βοηθούν αυτούς στους οποίους υποσχέθηκαν βοήθεια και όχι εκείνοι οι οποίοι, μπροστά στην αδράνεια ενός συμμάχου, αναζητούν άλλον. [1.71.6] Αν, όμως, θελήστε να δείξτε προθυμία, τότε θα μείνομε με σας, γιατί θα ήταν ανόσιο από μέρους μας ν᾽ αναζητήσομε, τότε, άλλους φίλους και ούτε θα μπορούσαμε να βρούμε καλύτερους από σας. Αυτά είχαμε να σας πούμε. [1.71.7] Φροντίστε να πάρτε τη σωστή απόφαση και προσπαθήστε να μην γίνει η Πελοπόννησος υπό την ηγεσία σας ασθενέστερη απ᾽ ότι σας την παράδωσαν οι πατέρες σας».