Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΙΝΔΑΡΟΣ

Ὀλυμπιονίκαις (5.1-5.24)


ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΑΙΣ V

ΨΑΥΜΙΔΙ ΚΑΜΑΡΙΝΑΙΩΙ ΑΠΗΝΗΙ


Ὑψηλᾶν ἀρετᾶν καὶ στεφάνων ἄωτον γλυκύν [στρ. α]
τῶν Οὐλυμπίᾳ, Ὠκεανοῦ θύγατερ, καρδίᾳ γελανεῖ
ἀκαμαντόποδός τ᾽ ἀπήνας δέκευ Ψαύμιός τε δῶρα·

ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων, Καμάρινα, λαοτρόφον, [ἀντ. α]
5βωμοὺς ἓξ διδύμους ἐγέραρεν ἑορταῖς θεῶν μεγίσταις
ὑπὸ βουθυσίαις ἀέθλων τε πεμπαμέροις ἁμίλλαις,

ἵπποις ἡμιόνοις τε μοναμπυκίᾳ τε. τὶν δὲ κῦδος ἁβρόν [ἐπῳδ. α]
νικάσας ἀνέθηκε, καὶ ὃν πατέρ᾽ Ἄ-
κρων᾽ ἐκάρυξε καὶ τὰν νέοικον ἕδραν.

ἵκων δ᾽ Οἰνομάου καὶ Πέλοπος παρ᾽ εὐηράτων [στρ. β]
10σταθμῶν, ὦ πολιάοχε Παλλάς, ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνόν
τὸ τεὸν ποταμόν τε Ὤανον ἐγχωρίαν τε λίμναν

καὶ σεμνοὺς ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατόν, [ἀντ. β]
κολλᾷ τε σταδίων θαλάμων ταχέως ὑψίγυιον ἄλσος,
ὑπ᾽ ἀμαχανίας ἄγων ἐς φάος τόνδε δᾶμον ἀστῶν·

15αἰεὶ δ᾽ ἀμφ᾽ ἀρεταῖσι πόνος δαπάνα τε μάρναται πρὸς ἔργον [ἐπῳδ. β]
κινδύνῳ κεκαλυμμένον· εὖ δὲ τυχόν-
τες σοφοὶ καὶ πολίταις ἔδοξαν ἔμμεν.

Σωτὴρ ὑψινεφὲς Ζεῦ, Κρόνιόν τε ναίων λόφον [στρ. γ]
τιμῶν τ᾽ Ἀλφεὸν εὐρὺ ῥέοντα Ἰδαῖόν τε σεμνὸν ἄντρον,
ἱκέτας σέθεν ἔρχομαι Λυδίοις ἀπύων ἐν αὐλοῖς,

20αἰτήσων πόλιν εὐανορίαισι τάνδε κλυταῖς [ἀντ. γ]
δαιδάλλειν, σέ τ᾽, Ὀλυμπιόνικε, Ποσειδανίοισιν ἵπποις
ἐπιτερπόμενον φέρειν γῆρας· εὔθυμον ἐς τελευτάν

υἱῶν, Ψαῦμι, παρισταμένων. ὑγίεντα δ᾽ εἴ τις ὄλβον ἄρδει, [ἐπῳδ. γ]
ἐξαρκέων κτεάτεσσι καὶ εὐλογίαν
προστιθείς, μὴ ματεύσῃ θεὸς γενέσθαι.


ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ Ε᾽

ΓΙΑ ΤΟΝ ΨΑΥΜΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΜΑΡΙΝΑ

ΝΙΚΗΤΗ ΣΕ ΑΡΜΑΤΟΔΡΟΜΙΑ ΜΕ ΗΜΙΟΝΟΥΣ


Των υψηλών αρετών και των στεφάνων το γλυκό βραβείο [στρ. α]
από την Ολυμπία, Κόρη του Ωκεανού, με γελαστή καρδιά
τα δώρα του Ψαύμη υποδέξου
και του άρματος που ακάματα το σέρνουν μουλάρια.

Αυτός την πόλη σου που τον λαό σου τρέφει δόξασε, ω Καμάρινα, [αντ. α]
5και τίμησε τους έξι δίδυμους βωμούς στων θεών τις παμμέγιστες γιορτές
με βουθυσίες και με αγώνες που κρατούν πέντε μέρες,

με αρματοδρομίες, ημιόνους και ιπποδρομίες. Και τη λαμπρή της νίκης δόξα [επωδ. α]
σ᾽ εσένα αφιέρωσε και τον πατέρα του τον Άκρωνα
διαλάλησε και τη νεόκτιστή του πόλη.

Έρχεται απ᾽ του Οινομάου και του Πέλοπα τη χώρα [στρ. β]
την αξιέραστη, ω Παλλάδα πολιούχε, και τραγουδάει το αγνό το τέμενός σου, 10
τον ποταμό τον Ώανο και τη γειτονική τη λίμνη

και τα ιερά κανάλια του Ίππαρη, που υδρεύει τους ανθρώπους [αντ. β]
με το γοργό το ρέμα του
και χτίζει ψηλό δάσος από στέρεες κατοικίες,
βγάζοντας από τις δυσκολίες το πλήθος των πολιτών στο φως.

15Αλλά για τη δόξα χρειάζεται πάντοτε και κόπος και δαπάνη, [επωδ. β]
που οδηγούν σε κατόρθωμα στον κίνδυνο κρυμμένο· και
όσους το πετύχουνε σοφούς τους λογαριάζουν οι πολίτες.

Σωτήρα Δία υψινεφή, που κατοικείς στον Κρόνιο λόφο, [στρ. γ]
το πλατύ ρέμα του Αλφειού τιμώντας, και το Ιδαίο το άντρο το ιερό,
έρχομαι ικέτης προς εσένα, και καλώντας σε με Λυδικούς αυλούς,

20σε ικετεύω την πόλη τούτη να στολίσεις με δοξασμένα κατορθώματα, [αντ. γ]
και σένα, Ολυμπιονίκη, ενώ του Ποσειδώνα τ᾽ άλογα,
θα χαίρεσαι, τα γηρατειά σε ευτυχισμένο τέλος να σε φέρουν

τριγυρισμένο από τους γιους σου, Ψαύμη. Αν κάποιος τα πλούτη του [επωδ. γ]
σωστά φροντίζει
και στα αρκετά αγαθά που έχει και την καλή προσθέσει φήμη,
ας μην βάλει στο μυαλό του πως θε να γίνει και θεός.


ΠΕΜΠΤΟΣ ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΗΣ

(ΨΑΥΜΙΔΙ ΚΑΜΑΡΙΝΑΙΩΙ ΑΠΗΝΗΙ)


Υψηλών ύμνον αρετών [στρ. α]
άνθος γλυκό στεφάνων απ᾽ την Ολυμπία,
με καρδιά δέξου γαληνή,
του Ωκεανού θυγατέρα,
δώρο απ᾽ το φτερωτότροχο
του Ψαύμη αμάξι.

Που μεγαλύνοντας, Καμάρινα, [αντ. α]
τη λαοτρόφα σου την πόλη
5τους έξ διπλούς των θεών βωμούς ετίμησε
στις πιο μεγάλες τις γιορτές των
με θυσίες βοδιών και τους αγώνες του
των πέντε ημερών,

με άρμα, με μούλες, με άτι μονοχάλινο· [επωδ. α]
και νικητής με δόξα
σε στόλισε ακριβή
και τον πατέρα του Άκρωνα διαλάλησε
μαζί με την ξανανιωμένη του πατρίδα·

κι απ᾽ του Οινομάου και του Πέλοπα [στρ. β]
γυρνώντας τους χαριτωμένους τόπους
10ψάλλει, ω Αθηνά προστάτισσα,
και το δικό σου το σεβάσμιο τ᾽ άλσος
και το ποτάμι του Ώαννη
και την εγχώρια λίμνη

και τα ιερά τα ρέματα [αντ. β]
που ο Ίππαρης ποτίζει το λαό σου
και γρήγορα ψηλώνει το αψηλόροφο
των στερών σπιτιών το δάσος
βγάζοντας απ᾽ την απορία στο φως
15της χώρας το λαό.

[Ο Γρυπάρης δεν μεταφράζει την επωδό β]

Δία σωτήρα ψηλοσύγνεφε [στρ. γ]
που κάθεσαι στον Κρόνιο το λόφο
και που τιμάς τον πλατυρέματο Αλφειό
και το ιερό της Ίδας άντρο,
σε σένα ικέτης έρχομαι
με των αυλών των λυδικών τον ήχο,

20να σου ζητήσω να στολίζεις πάντ᾽ αυτή [αντ. γ]
την πόλη μ᾽ ένδοξους θριάμβους·
κι άμποτε και σε σένα, Ολυμπιόνικε,
να δίνει ως τη στερνή τη μέρα
γαλήνια γηρατειά, την ίδια βρίσκοντας
πάντα χαρά στου Ποσειδώνα τ᾽ άτια

τριγυρισμένος, Ψαύμη, από γιους· [επωδ. γ]
μ᾽ αν κανείς θρέφει μια σωστή ευτυχία
έχοντας πλούτη όσα τού αρκούν
και σ᾽ αυτά κι όνομα καλό προστέσει,
θεός να γίνει ας μη γυρέψει.