Βγαίνει από το σπίτι ο Ξανθίας.  
ΞΑΝ. Μεγάλους, μά το Διόνυσο, μπελάδες 
κάποιος θεός μάς έφερε στο σπίτι. 
Ήπιε, ήπιε ο γέρος, τού ᾽παιξαν κι αυλό, 
και, από χαρά τρελός, όλη τη νύχτα 
χορεύει και δε λέει να σταματήσει, 
παλιούς χορούς από του Θέσπη τα έργα· 
1480οι χορευτές, λέει, τώρα είν᾽ όλοι μπούφοι· 
θα παραβγεί μαζί τους να το δούνε. 
Ακούγεται η φωνή του Φιλοκλέωνα από μέσα.  
ΦΙΛ. Στην αυλόπορτα ποιός; 
ΞΑΝ. Κατά δω προχωρεί η συμφορά. 
ΦΙΛ. Μπρος! Το μάνταλο ανοίχτε μου. 
Ανοίγει η πόρτα και ο Φιλοκλέωνας βγαίνει χορεύοντας.  
Νά, 
ο χορός αρχινά… 
ΞΑΝ. Βρε δε λες πως η τρέλα αρχινά; 
ΦΙΛ. στην ορμή του λυγούν τα πλευρά, 
δυνατά τα ρουθούνια φυσούν, 
τα σφοντύλια σφυρίζουν, βροντούν. 
ΞΑΝ. Τρελοβότανο τρέχα να πιεις. 
1490ΦΙΛ. Σαν κοκόρι μαζεύεται ο Φρύνιχος, να… 
ΞΑΝ. Θα σ᾽ αρχίσουν στις πέτρες σε λίγο θαρρώ. 
ΦΙΛ. και κλοτσά και το πόδι τινάζει ψηλά. 
ΞΑΝ. Από πίσω σου βλέπω ανοιχτή μια σπηλιά. 
ΦΙΛ. Τη δική σου εσύ κοίτα δουλειά. 
Απ᾽ την τόση μου ορμή 
ξεκλειδώθηκαν πια των γοφών μου οι αρμοί. 
Σταματά.  
Ωραία δεν είναι; ΞΑΝ. Ωραία παλαβομάρα. 
ΦΙΛ. Και τώρα εγώ θα βγω ν᾽ αντροκαλέσω. 
Στους θεατές.  
Ποιός σας καυχιέται πως καλά χορεύει 
σε τραγωδίες; Εμπρός, να παραβγούμε! 
1500Είναι κανένας; ΞΑΝ. Ένας! Εκεί κάτω. 
Έρχεται ένας μικρόσωμος χορευτής μεταμφιεσμένος σε κάβουρα.  
ΦΙΛ. Ποιός είν᾽ ο δόλιος; ΞΑΝ. Είναι ο μεσιανός 
γιος του Καβούρη. ΦΙΛ. Μια χαψιά θα γίνει· 
μια γροθοπατινάδα και θα λιώσει· 
δε νιώθει από ρυθμό. ΞΑΝ. Μα, κακομοίρη, 
έρχεται κι άλλος, νά, απ᾽ τους Καβουραίους· 
αδερφός του. 
Έρχεται δεύτερος χορευτής, με την ίδια μεταμφίεση.  
ΦΙΛ. 		Όπως βλέπω, έχω…ψωνίσει. 
ΞΑΝ., βλέποντας να έρχεται και τρίτος χορευτής, καβουρόμορφος κι αυτός.  
Ε, πόσα ψώνια; τρία καβούρια· ορίστε, 
κι ο τρίτος γιος σιμώνει του Καβούρη. 
ΦΙΛ. Βρε τί ᾽ν᾽ αυτό; Σφαλάγγι ή ρωγαλίδα; 
1510ΞΑΝ. Το πιννοκάβουρο είναι της γενιάς· 
ο πιο μικρός· αυτός που γράφει τα έργα. 
ΦΙΛ. Ω Καβούρη, καλότυχε πατέρα! 
Τα τρυποκάρυδα έπεσαν μπουλούκι. 
Μα κατεβαίνω, να πιαστώ μαζί τους. 
Στον Ξανθία.  
Πιάσ᾽ εσύ κι ανακάτευε τη σάλτσα, 
για να τους ρίξω μέσα, αν τους νικήσω. 
Προχωρεί ως το κέντρο της ορχήστρας.  
  |