[10] Ούτε μπορεί ο ίδιος άνθρωπος να είναι φρόνιμος και την ίδια στιγμή να είναι ακρατής· γιατί όπως δείξαμε ο φρόνιμος άνθρωπος είναι την ίδια στιγμή και ηθικά καλός άνθρωπος. Έπειτα, για να είναι κανείς φρόνιμος δεν είναι αρκετό να γνωρίζει μόνο τί είναι το σωστό· πρέπει, επιπλέον, να είναι σε θέση και να το πράττει — και ο ακρατής άνθρωπος δεν είναι σε θέση να το πράττει (τίποτε, από την άλλη, δεν εμποδίζει τον δεινό άνθρωπο να είναι ακρατής· αυτός είναι και ο λόγος που μερικές φορές κάποιοι άνθρωποι θεωρούνται φρόνιμοι, μαζί όμως και ακρατείς, ακριβώς για τον λόγο ότι η δεινότητα διαφέρει από τη φρόνηση με τον τρόπο που είπαμε στην πρώτη μας παρουσίαση του θέματος: από την άποψη της συλλογιστικής ικανότητας η δεινότητα βρίσκεται πολύ κοντά στη φρόνηση, διαφέρει όμως από αυτήν από την άποψη της προαίρεσης), και όχι, πάλι, όπως ο άνθρωπος που έχει γνώση και τη χρησιμοποιεί, αλλά όπως ο κοιμισμένος ή ο μεθυσμένος. Ενεργεί, επίσης, με τη θέλησή του (γνωρίζει, πράγματι, κατά κάποιο τρόπο και τί κάνει και για ποιόν σκοπό), κακός όμως δεν είναι· γιατί η προαίρεσή του είναι καλή· αυτό θα πει ότι είναι μόνο κατά το ήμισυ κακός. Δεν είναι, επίσης, άδικος· ο λόγος είναι ότι δεν είναι δόλιος και επίβουλος: από τους δύο τύπους ακρατούς ανθρώπου ο ένας δεν μένει σταθερός στις αποφάσεις που παίρνει ύστερα από σκέψη, ενώ ο ευέξαπτος τύπος ούτε καν σκέφτεται. Στην πραγματικότητα ο ακρατής άνθρωπος μοιάζει με την πόλη που εκδίδει όλα τα σωστά ψηφίσματα και έχει εξαίρετους νόμους, που δεν εφαρμόζει όμως τίποτε από όλα αυτά — όπως το είπε σκωπτικά ο Αναξανδρίδης Η πόλη το ᾽θελε, που για τους νόμους δεν της καίγεται καρφί, ενώ ο κακός άνθρωπος μοιάζει με την πόλη που εφαρμόζει τους νόμους, όμως κακούς νόμους. Η εγκράτεια και η ακράτεια αποτελούν υπερβολή σε σύγκριση με την έξη της πλειονότητας των ανθρώπων: ο εγκρατής παρουσιάζει μεγαλύτερη, ο ακρατής μικρότερη σταθερότητα και αντοχή από αυτήν που μπορούν να παρουσιάζουν οι περισσότεροι άνθρωποι. Από τις μορφές της ακράτειας η ακράτεια των ευέξαπτων ανθρώπων θεραπεύεται πιο εύκολα από την ακράτεια εκείνων που σκέφτονται και παίρνουν αποφάσεις, δεν μένουν όμως σταθεροί σ᾽ αυτές· το ίδιο οι ακρατείς από συνήθεια παρά αυτοί που είναι ακρατείς εκ φύσεως· είναι, πράγματι, πιο εύκολο να αλλάξεις τις συνήθειες κάποιου παρά τη φύση του· φυσικά, και τη συνήθεια δεν είναι εύκολο να την αλλάξεις, ακριβώς γιατί είναι κάτι σαν δεύτερη φύση, όπως το λέει και ο Εύηνος Η αδιάκοπη άσκηση είναι, σου λέω, φίλε μου, που κάνει τη συνήθεια, κι αυτή στο τέλος καταντά η φύση μας να είναι. Είπαμε λοιπόν τί είναι η εγκράτεια και τί η ακράτεια, τί είναι η καρτερία και τί η μαλθακότητα, καθώς και σε ποιά σχέση βρίσκονται αυτές οι έξεις μεταξύ τους. [1152b] [11] Η εξέταση και η σπουδή της ηδονής και της λύπης είναι έργο του φιλοσόφου που ασχολείται με την πολιτική επιστήμη· αυτός είναι, πράγματι, ο «αρχιτέκτονας» του τέλους, του τελικού σκοπού, προς τον οποίο στρέφουμε το βλέμμα μας προκειμένου να ονομάσουμε αυτό το πράγμα κακό και εκείνο καλό με τρόπο καθαρό και απόλυτο. Επιπλέον, είναι και ένα από τα θέματα που είναι απαραίτητο να εξετάσουμε: δεν είναι μόνο ότι οι ίδιοι εμείς καθορίσαμε ότι η ηθική αρετή και κακία σχετίζεται με τις λύπες και τις ηδονές· είναι και ότι ο περισσότερος κόσμος βεβαιώνει ότι η ευδαιμονία πάει μαζί μαζί με την ηδονή· αυτός είναι και ο λόγος που για να δηλώσουν τον ευτυχισμένο χρησιμοποίησαν τη λέξη μακάριος, μια λέξη που βγαίνει από το ρήμα χαίρω. Κάποιοι, λοιπόν, θεωρούν ότι καμιά ηδονή δεν είναι κάτι καλό, είτε καθεαυτό είτε κατά σύμπτωση· γιατί, όπως λένε, το αγαθό και η ηδονή δεν είναι το ίδιο πράγμα. Άλλοι όμως λένε ότι μερικές ηδονές είναι κάτι καλό, οι περισσότερες όμως είναι κάτι κακό. Υπάρχει όμως και μια τρίτη άποψη, αυτή που λέει ότι, και αν ακόμη όλες οι ηδονές είναι κάτι καλό, όμως το ύψιστο αγαθό δεν μπορεί να είναι η ηδονή. Ιδού τα επιχειρήματα για το ότι η ηδονή δεν είναι με κανέναν τρόπο κάτι το καλό: Κάθε ηδονή είναι μια αντιληπτή με τις αισθήσεις γένεση που καταλήγει στην επάνοδο του ατόμου στη φυσική του κατάσταση, καμιά όμως γένεση δεν ανήκει ποτέ στο ίδιο γένος με αυτό που προκύπτει τελικά από αυτή τη διαδικασία· καμιά, επιπαραδείγματι, οικοδομική διαδικασία δεν είναι ίδιο πράγμα με το σπίτι που χτίστηκε. Επίσης: Ο σώφρων άνθρωπος αποφεύγει τις ηδονές. Επίσης: Ο φρόνιμος άνθρωπος επιδιώκει την απουσία της λύπης, όχι την ηδονή. Επίσης: Οι ηδονές είναι εμπόδιο για τη φρόνηση, και όσο πιο μεγάλη είναι η ευχαρίστηση που προκαλούν, τόσο πιο μεγάλο εμπόδιο για τη φρόνηση είναι, όπως, επιπαραδείγματι, στην περίπτωση της αφροδισιακής ηδονής· γιατί κανένας δεν θα μπορούσε να σκεφτεί οτιδήποτε όσο είναι παραδομένος σ᾽ αυτήν. Επίσης: Δεν υπάρχει καμιά τέχνη που να έχει για αντικείμενό της την ηδονή· όμως κάθε αγαθό πράγμα είναι έργο κάποιας τέχνης. Επίσης: Τα παιδιά και τα ζώα κυνηγούν τις ηδονές. Ιδού και τα επιχειρήματα για το ότι όλες οι ηδονές δεν είναι κάτι το καλό και το ωραίο: Υπάρχουν και ηδονές άσχημες και επονείδιστες, όπως και ηδονές βλαβερές, αφού κάποια ευχάριστα πράγματα βλάπτουν την υγεία. Το επιχείρημα για το ότι η ηδονή δεν είναι το ύψιστο αγαθό είναι ότι η ηδονή δεν είναι ένα τέλος, αλλά μια γένεση. Αυτά περίπου είναι όσα λέγονται για το θέμα. |