[409 π.Χ.] [1.2.1] Τον επόμενο χρόνο [όταν έγινε η ενενηκοστή τρίτη Ολυμπιάδα —όπου προστέθηκε αγώνισμα άρματος με δύο άλογα και νίκησε σ᾽ αυτό ο Ηλείος Ευαγόρας, ενώ στον αγώνα δρόμου του ενός σταδίου νίκησε ο Κυρηναίος Ευβώτας— κι όταν ήταν έφορος στη Σπάρτη ο Ευάρχιππος και άρχων στην Αθήνα ο Ευκτήμων] οι Αθηναίοι οχύρωσαν το Θορικό. Στο μεταξύ ο Θράσυλλος πήρε τα πλοία που του είχαν δώσει, όπλισε πέντε χιλιάδες από τους ναύτες του με μικρές ασπίδες έτσι που να μπορούν να πολεμούν και σαν πελταστές, και με την αρχή του καλοκαιριού κίνησε για τη Σάμο. [1.2.2] Κάθισε εκεί τρεις μέρες και κατόπιν έβαλε πλώρη για τα Πύγελα, όπου βάλθηκε να λεηλατεί την περιοχή και να κάνει επιθέσεις στα τείχη της πόλης. Μια δύναμη που ερχόταν από τη Μίλητο να ενισχύσει τους Πυγελείς βρήκε σκορπισμένο το ελαφρύ πεζικό των Αθηναίων και το πήρε στο κυνήγι. [1.2.3] Τότε οι Αθηναίοι πελταστές και δύο λόχοι οπλιτών βγήκαν να βοηθήσουν το πεζικό τους και σκότωσαν σχεδόν όλους εκείνους που είχαν έρθει από τη Μίλητο, μάζεψαν κάπου διακόσιες ασπίδες λάφυρα κι έστησαν τρόπαιο. [1.2.4] Την άλλη μέρα πήγαν με τα καράβια στο Νότιο κι από κει, αφού ετοιμάστηκαν, προχώρησαν πεζή προς τον Κολοφώνα, όπου οι κάτοικοι πήγαν με το μέρος τους. Την επόμενη νύχτα εισέβαλαν στη Λυδία —ό,τι είχε ωριμάσει το στάρι—, έκαψαν πολλά χωριά κι άρπαξαν πολύτιμα αντικείμενα, δούλους κι άλλα λάφυρα πολλά. [1.2.5] Ωστόσο ο Πέρσης Στάγης, που βρισκόταν σ᾽ εκείνη την περιοχή, πέτυχε τους Αθηναίους την ώρα που είχαν σκορπίσει για πλιάτσικο και τους χτύπησε με το ιππικό του, σκοτώνοντας έναν κι αιχμαλωτίζοντας εφτά. [1.2.6] Μετά απ᾽ αυτά ο Θράσυλλος οδήγησε τον στρατό πίσω στην παραλία, να τον επιβιβάσει για την Έφεσο. Όταν έμαθε το σχέδιό του ο Τισσαφέρνης, σύναξε πολύ στρατό κι έστειλε καβαλάρηδες να ζητήσουν απ᾽ όλους βοήθεια για την υπεράσπιση της Άρτεμης. [1.2.7] Ο Θράσυλλος έφτασε στην Έφεσο δεκαεφτά μέρες έπειτα από την εισβολή του εκείνη, κι αποβίβασε τους οπλίτες κοντά στον Κορησσό· τους πελταστές, το ιππικό, τους πεζοναύτες κι όλους τους υπόλοιπους τους αποβίβασε από την άλλη πλευρά της πόλης, κοντά στον βάλτο. Μόλις ξημέρωσε, πρόσταξε και τα δύο τμήματα να προελάσουν. [1.2.8] Από την πόλη βγήκαν να τον απαντήσουν οι Εφέσιοι, οι σύμμαχοι με διοικητή τον Τισσαφέρνη, οι Συρακούσιοι (πληρώματα των είκοσι πρωτινών καραβιών κι άλλων πέντε που έτυχε να βρίσκονται εκεί —ό,τι είχαν φτάσει—, με στρατηγούς τον Ευκλή του Ίππωνος και τον Ηρακλείδη του Αριστογένη) και δύο τάγματα Σελινουντίων. [1.2.9] Όλοι αυτοί χτύπησαν πρώτα τους οπλίτες στον Κορησσό και τους συνέτριψαν, σκοτώνοντας κάπου εκατό και κυνηγώντας τους άλλους ώς τη θάλασσα. Ύστερα γύρισαν καταπάνω σε κείνους που βρίσκονταν από τη μεριά του βάλτου· κι εκεί νικήθηκαν οι Αθηναίοι, χάνοντας περίπου τριακόσιους άνδρες. [1.2.10] Κατόπιν οι Εφέσιοι έστησαν τρόπαιο εκεί κι άλλο στον Κορησσό. Στους Συρακούσιους και τους Σελινουντίους, που είχαν ξεχωρίσει με την παλικαριά τους, έδωσαν πολλές τιμητικές διακρίσεις —συλλογικές κι ατομικές— καθώς και το δικαίωμα, σ᾽ όσους απ᾽ αυτούς ήθελαν, να κατοικούν στην Έφεσο δίχως να πληρώνουν φόρο· τους Σελινουντίους, όταν καταστράφηκε η πατρίδα τους, τους έκαναν και πολίτες της Εφέσου. [1.2.11] Στο μεταξύ οι Αθηναίοι παρέλαβαν μ᾽ εκεχειρία τους νεκρούς τους κι έκαναν πανιά για το Νότιο, όπου τους έθαψαν. Ύστερα τράβηξαν για τη Λέσβο και τον Ελλήσποντο. [1.2.12] Καθώς βρίσκονταν αραγμένοι στη Μήθυμνα της Λέσβου, είδαν να περνούν είκοσι πέντε πλοία των Συρακουσίων, που έρχονταν από την Έφεσο. Βγήκαν και τα χτύπησαν, αιχμαλώτισαν τέσσερα μαζί με τα πληρώματά τους και καταδίωξαν τα υπόλοιπα ώς την Έφεσο. [1.2.13] Τους άλλους αιχμαλώτους τούς έστειλε ο Θράσυλλος στην Αθήνα, τον Αλκιβιάδη όμως τον Αθηναίο —ξάδελφο και συνεξόριστο του άλλου Αλκιβιάδη— έβαλε να τον θανατώσουν με λιθοβολισμό. Κατόπιν πήγε στη Σηστό να συναντήσει τον υπόλοιπο αθηναϊκό στρατό, κι από κει διάβηκε όλη η στρατιά στη Λάμψακο. [1.2.14] Έτσι ήρθε ο χειμώνας. Οι Συρακούσιοι αιχμάλωτοι που ᾽ταν κλεισμένοι σε λατομείο του Πειραιά έσκαψαν δρόμο μέσα από τον βράχο και δραπέτευσαν νύχτα, άλλοι στη Δεκέλεια κι άλλοι στα Μέγαρα. [1.2.15] Στη Λάμψακο, όπου ο Αλκιβιάδης προσπαθούσε να συγκροτήσει ενιαίο στράτευμα, οι παλιότεροι στρατιώτες δεν ήθελαν να ενωθούν με τους άνδρες του Θρασύλλου: οι ίδιοι δεν είχαν νικηθεί ποτέ, έλεγαν, ενώ οι άλλοι είχαν έρθει νικημένοι. Ωστόσο περνούσαν όλοι εκεί τον χειμώνα, οχυρώνοντας τη Λάμψακο. [1.2.16] Έκαναν και μιαν επιδρομή στην Άβυδο· ο Φαρνάβαζος ήρθε σ᾽ ενίσχυσή της με πολύ ιππικό, αλλά νικήθηκε και υποχώρησε, κι ο Αλκιβιάδης με το ιππικό κι εκατόν είκοσι οπλίτες που διοικούσε ο Μένανδρος τον κυνήγησε ώς την ώρα που τους χώρισε το σκοτάδι. [1.2.17] Ύστερα απ᾽ αυτή τη μάχη οι στρατιώτες συμφώνησαν αναμεταξύ τους να συναδελφωθούν με τους άνδρες του Θρασύλλου. Τον χειμώνα εκείνο έκαναν κι άλλες επιδρομές στην ενδοχώρα, λεηλατώντας τα εδάφη του Βασιλέως. [1.2.18] Την ίδια εποχή συνθηκολόγησαν στο Κορυφάσιο οι δραπέτες είλωτες που είχαν πάει εκεί από τη Μαλέα, κι οι Λακεδαιμόνιοι τους άφησαν να φύγουν ανενόχλητοι. Τον ίδιο πάνω κάτω καιρό, στην Ηράκλεια της Τραχινίας, οι Αχαιοί πρόδωσαν τους αποίκους ενώ πολεμούσαν όλοι μαζί τους Οιταίους, τους εχθρούς τους, μ᾽ αποτέλεσμα να σκοτωθούν κάπου εφτακόσιοι άποικοι καθώς κι ο Λαβώτης, ο αρμοστής από τη Λακεδαίμονα. [1.2.19] [Έτσι τέλειωσε η χρονιά όπου οι Μήδοι, που είχαν επαναστατήσει εναντίον του Δαρείου, του Βασιλέως των Περσών, υποτάχτηκαν ξανά σ᾽ αυτόν]. |