| Θα σου μιλήσω, πολύ ανόητε Πέρση, με διάθεση αγαθή.
 Εύκολα την εξαθλίωση μπορείς κι αθρόα να την πιάσεις.
 Λείος είναι ο δρόμος της, πολύ κοντά μας μένει.
 Μα μπρος στην αρετή ιδρώτα βάλανε οι θεοί
 290οι αθάνατοι. Μακριά κι απότομη η οδός γι᾽ αυτήν
 και στην αρχή τραχιά. Μα όταν φτάσεις στην κορφή,
 εύκολη γίνεται έπειτα, κι ας ήταν δύσκολη.
 Πάνω απ᾽ όλους άριστος αυτός που θα τα καταλάβει όλα από μόνος του,
 αφού ποια είναι τα καλύτερα για μετά και για το τέλος στοχαστεί.
 Καλός κι εκείνος πάλι που σ᾽ όποιον μίλησε καλά υπακούει.
 Μα όποιος δεν τα καταλαβαίνει ο ίδιος, ούτε απ᾽ άλλον ακούγοντας
 τα βάζει στην ψυχή του, αυτός αχρείος άντρας είναι.
 Αλλά εσύ, Πέρση, θεϊκή γενιά, δούλευε,
 πάντα στη μνήμη σου έχοντας τη δική μου προτροπή,
 300για να σε απεχθάνεται ο Λιμός, μα η Δήμητρα να σ᾽ αγαπά η καλοστεφανωμένη,
 η σεβάσμια, και να γεμίζει μ᾽ αγαθά την αποθήκη σου.
 Γιατί ο Λιμός του άεργου άντρα σύντροφος πέρα ως πέρα είναι.
 Οργίζονται οι θεοί και οι άνθρωποι μ᾽ αυτόν που άεργος ζει,
 όμοιος στο ήθος με τους χωρίς κεντρί κηφήνες,
 που άεργοι των μελισσών τον κάματο καταναλώνουν
 τρώγοντας. Μα εσένα να σ᾽ αρέσει τις εργασίες σου κατάλληλα να οργανώνεις,
 για να ᾽ναι οι αποθήκες σου γεμάτες με βιος της εποχής.
 Απ᾽ τη δουλειά τους γίνονται οι άνθρωποι με ποίμνια πολλά και πλούσιοι
 και αν εργάζεσαι πολύ πιο προσφιλής στους αθάνατους
 310[και στους θνητούς θα είσαι. Γιατί τους άεργους πολύ τους αποστρέφονται.]
 Διόλου ντροπή η δουλειά, ντροπή η αεργία.
 Και αν εργάζεσαι, γοργά θα σε ζηλέψει ο άεργος
 καθώς πλουταίνεις. Τον πλούτο η αρετή και η δόξα συνοδεύει.
 Όποια κι αν είναι η τύχη σου, είναι καλύτερα να εργάζεσαι,
 αν απ᾽ τα ξένα κτήματα την ανόητη καρδιά σου
 στρέψεις στην εργασία και για το βιος φροντίζεις, όπως σε προτρέπω.
 Δε φτάνει η ντροπή για να χορτάσει τον άντρα που ᾽χει ανάγκη,
 ντροπή που τους ανθρώπους βλάπτει πολύ ή ωφελεί.
 Κοντά στη φτώχεια η ντροπή, στον πλούτο πλάι το θράσος.
 
 |