Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΕΟΚΡΙΤΟΣ

Εἰδύλλια (1.1-1.28)


1. ΘΥΡΣΙΣ Ἢ ΩΙΔΗ


ΘΥΡΣΙΣ
Ἁδύ τι τὸ ψιθύρισμα καὶ ἁ πίτυς, αἰπόλε, τήνα,
ἁ ποτὶ ταῖς παγαῖσι, μελίσδεται, ἁδὺ δὲ καὶ τύ
συρίσδες· μετὰ Πᾶνα τὸ δεύτερον ἆθλον ἀποισῇ.
αἴ κα τῆνος ἕλῃ κεραὸν τράγον, αἶγα τὺ λαψῇ·
5 αἴ κα δ᾽ αἶγα λάβῃ τῆνος γέρας, ἐς τὲ καταρρεῖ
ἁ χίμαρος· χιμάρω δὲ καλὸν κρέας, ἔστε κ᾽ ἀμέλξῃς.
ΑΙΠΟΛΟΣ
ἅδιον, ὦ ποιμήν, τὸ τεὸν μέλος ἢ τὸ καταχές
τῆν᾽ ἀπὸ τᾶς πέτρας καταλείβεται ὑψόθεν ὕδωρ.
αἴ κα ταὶ Μοῖσαι τὰν οἴιδα δῶρον ἄγωνται,
10 ἄρνα τὺ σακίταν λαψῇ γέρας· αἰ δέ κ᾽ ἀρέσκῃ
τήναις ἄρνα λαβεῖν, τὺ δὲ τὰν ὄιν ὕστερον ἀξῇ.
ΘΥΡΣΙΣ
λῇς ποτὶ τᾶν Νυμφᾶν, λῇς, αἰπόλε, τεῖδε καθίξας,
ὡς τὸ κάταντες τοῦτο γεώλοφον αἵ τε μυρῖκαι,
συρίσδεν; τὰς δ᾽ αἶγας ἐγὼν ἐν τῷδε νομευσῶ.
ΑΙΠΟΛΟΣ
15 οὐ θέμις, ὦ ποιμήν, τὸ μεσαμβρινὸν οὐ θέμις ἄμμιν
συρίσδεν. τὸν Πᾶνα δεδοίκαμες· ἦ γὰρ ἀπ᾽ ἄγρας
τανίκα κεκμακὼς ἀμπαύεται· ἔστι δὲ πικρός,
καί οἱ ἀεὶ δριμεῖα χολὰ ποτὶ ῥινὶ κάθηται.
ἀλλὰ τὺ γὰρ δή, Θύρσι, τὰ Δάφνιδος ἄλγε᾽ ἀείδες
20 καὶ τᾶς βουκολικᾶς ἐπὶ τὸ πλέον ἵκεο μοίσας,
δεῦρ᾽ ὑπὸ τὰν πτελέαν ἑσδώμεθα τῶ τε Πριήπω
καὶ τᾶν κρανίδων κατεναντίον, ᾇπερ ὁ θῶκος
τῆνος ὁ ποιμενικὸς καὶ ταὶ δρύες. αἰ δέ κ᾽ ἀείσῃς
ὡς ὅκα τὸν Λιβύαθε ποτὶ Χρόμιν ᾆσας ἐρίσδων,
25 αἶγά τέ τοι δωσῶ διδυματόκον ἐς τρὶς ἀμέλξαι,
ἃ δύ᾽ ἔχοισ᾽ ἐρίφως ποταμέλγεται ἐς δύο πέλλας,
καὶ βαθὺ κισσύβιον κεκλυσμένον ἁδέι κηρῷ,
ἀμφῶες, νεοτευχές, ἔτι γλυφάνοιο ποτόσδον.


1. ΘΥΡΣΙΣ Ή ΩΔΗ


Γλυκά θροεί η κουκουναριά στις ρεματιάς το πλάι,
όμως και συ, γιδοβοσκέ, γλυκιά φλογέρα παίζεις·
δώρο σού πρέπει δεύτερο, ύστερ᾽ από τον Πάνα.
Αν τράγο θα διαλέξει αυτός, εσύ θα πάρεις γίδα,
5μα αν όμως γίδα πάρει αυτός, βετούλα εσένα πέφτει·
κι είναι καλό το κρέας της ωσότου την αρμέξεις.
ΓΙΔΟΒΟΣΚΟΣ
Βοσκέ μου, το τραγούδι σου γλυκύτερο είν᾽ ακόμα
κι απ᾽ το νερό που ηχολογά στάζοντας απ᾽ το βράχο.
Αν προβατίνα πάρουνε για δώρο τους οι Μούσες,
10θα πάρεις το μανάρι εσύ· κι αν πάλι τις αρέσει
να πάρουν το μανάρι αυτές, συ παίρνεις προβατίνα.
ΘΥΡΣΙΣ
Κάθεσ᾽ εδώ, γιδοβοσκέ, να παίξεις τη φλογέρα;
όσο θα παίζεις, ξένοιαζε, σου βόσκω εγώ τα γίδια.
ΓΙΔΟΒΟΣΚΟΣ
15Δεν πρέπει σε κανένα μας να παίζει τη φλογέρα
τώρα καταμεσήμερα· φοβόμαστε τον Πάνα.
Την ώρ᾽ αυτή κατάκοπος απ᾽ το πολύ κυνήγι
κοιμάται κι αναπαύεται· κι είναι πικρός, αλήθεια,
είναι πικρός και πάντα του στάζει χολή απ᾽ τη μύτη.
Μα, Θύρσι, εσύ που τραγουδείς τα βάσανα του Δάφνι
20και πρόκοψες στο γλυκερό βουκολικό τραγούδι,
έλα από κάτω απ᾽ τη φτελιά κοντά μου να καθίσεις,
αγνάντια εκεί στον Πρίαπο κι αντίκρυ στις Νεράιδες
που ᾽ναι τσοπάνικο σκαμνί, βελανιδιές το ισκιώνουν·
κι αν τραγουδήσεις όμορφα σαν την ημέρα εκείνη
που στο τραγούδι ενίκησες το Χρόμι απ᾽ τη Λιβύα,
25μια γίδα διπλομάνα εγώ σου τάζω να σου δώσω
να την αρμέξεις τρεις φορές, που ᾽χει τα δυο κατσίκια
και πάντα την αρμέγουνε μέσα σε δυο καρδάρες.
Και θα σου δώσω και βαθύ ποτήρι με δυο χέρια
που ᾽ν᾽ αλειμμένο με κερί κι είναι καινούργιο τόσο,
τόσο καινούργιο που θαρρείς μυρίζει το γλυφάνι.