Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

Προμηθεὺς δεσμώτης (696-741)


ΠΡ. πρῴ γε στενάζεις καὶ φόβου πλέα τις εἶ·
ἐπίσχες ἔστ᾽ ἂν καὶ τὰ λοιπὰ προσμάθῃς.
ΧΟ. λέγ᾽, ἐκδίδασκε· τοῖς νοσοῦσί τοι γλυκὺ
τὸ λοιπὸν ἄλγος προυξεπίστασθαι τορῶς.
700 ΠΡ. τὴν πρίν γε χρείαν ἠνύσασθ᾽ ἐμοῦ πάρα
κούφως· μαθεῖν γὰρ τῆσδε πρῶτ᾽ ἐχρῄζετε
τὸν ἀμφ᾽ ἑαυτῆς ἆθλον ἐξηγουμένης·
τὰ λοιπὰ νῦν ἀκούσαθ᾽, οἷα χρὴ πάθη
τλῆναι πρὸς Ἥρας τήνδε τὴν νεάνιδα.
705 σύ τ᾽, Ἰνάχειον σπέρμα, τοὺς ἐμοὺς λόγους
θυμῷ βάλ᾽, ὡς ἂν τέρματ᾽ ἐκμάθῃς ὁδοῦ.
πρῶτον μὲν ἐνθένδ᾽ ἡλίου πρὸς ἀντολὰς
στρέψασα σαυτὴν στεῖχ᾽ ἀνηρότους γύας·
Σκύθας δ᾽ ἀφίξῃ νομάδας, οἳ πλεκτὰς στέγας
710 πεδάρσιοι ναίουσ᾽ ἐπ᾽ εὐκύκλοις ὄχοις,
ἑκηβόλοις τόξοισιν ἐξηρτυμένοι·
οἷς μὴ πελάζειν, ἀλλ᾽ ἁλιστόνοις πόδας
χρίμπτουσα ῥαχίαισιν ἐκπερᾶν χθόνα.
λαιᾶς δὲ χειρὸς οἱ σιδηροτέκτονες
715 οἰκοῦσι Χάλυβες, οὓς φυλάξασθαί σε χρή,
ἀνήμεροι γὰρ οὐδὲ πρόσπλατοι ξένοις.
ἥξεις δ᾽ ὑβριστὴν ποταμὸν οὐ ψευδώνυμον,
ὃν μὴ περάσῃς, οὐ γὰρ εὔβατος περᾶν,
πρὶν ἂν πρὸς αὐτὸν Καύκασον μόλῃς, ὀρῶν
720 ὕψιστον, ἔνθα ποταμὸς ἐκφυσᾷ μένος
κροτάφων ἀπ᾽ αὐτῶν. ἀστρογείτονας δὲ χρὴ
κορυφὰς ὑπερβάλλουσαν ἐς μεσημβρινὴν
βῆναι κέλευθον, ἔνθ᾽ Ἀμαζόνων στρατὸν
ἥξεις στυγάνορ᾽, αἳ Θεμίσκυράν ποτε
725 κατοικιοῦσιν ἀμφὶ Θερμώδονθ᾽, ἵνα
τραχεῖα πόντου Σαλμυδησσία γνάθος,
ἐχθρόξενος ναύτῃσι, μητρυιὰ νεῶν·
αὗταί σ᾽ ὁδηγήσουσι καὶ μάλ᾽ ἀσμένως.
ἰσθμὸν δ᾽ ἐπ᾽ αὐταῖς στενοπόροις λίμνης πύλαις
730 Κιμμερικὸν ἥξεις, ὃν θρασυσπλάγχνως σε χρὴ
λιποῦσαν αὐλῶν᾽ ἐκπερᾶν Μαιωτικόν·
ἔσται δὲ θνητοῖς εἰσαεὶ λόγος μέγας
τῆς σῆς πορείας, Βόσπορος δ᾽ ἐπώνυμος
κεκλήσεται. λιποῦσα δ᾽ Εὐρώπης πέδον
735 ἤπειρον ἥξεις Ἀσιάδα. ἆρ᾽ ὑμῖν δοκεῖ
ὁ τῶν θεῶν τύραννος ἐς τὰ πάνθ᾽ ὁμῶς
βίαιος εἶναι; τῇδε γὰρ θνητῇ θεὸς
χρῄζων μιγῆναι τάσδ᾽ ἐπέρριψεν πλάνας.
πικροῦ δ᾽ ἔκυρσας, ὦ κόρη, τῶν σῶν γάμων
740 μνηστῆρος. οὓς γὰρ νῦν ἀκήκοας λόγους,
εἶναι δόκει σοὶ μηδέπω ᾽ν προοιμίοις.


ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Πριν της ώρας θρηνείς και πήρες ένα φόβο…
περίμεν᾽ ώσπου και τα επίλοιπα να μάθεις.
ΧΟΡΟΣ
Λέγε, φανέρωνέ τα· κι είναι στους αρρώστους
καλό να ξέρουν από πριν, τί τους προσμένει.
ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
700Εύκολα πριν πετύχατε από με τη χάρη
που μου ζητήσατε· γιατί θέλατε πρώτα
ν᾽ ακούσετε απ᾽ αυτήν τα πάθια της την ίδια.
ακούτε τώρα και τα επίλοιπα, όσα πρέπει
από την Ήρα η κόρη αυτή να δοκιμάσει.
και συ, του Ινάχου σπέρμα, βάλ᾽ τα μες στο νου σου
τα λόγια αυτά, τους δρόμους σου για να γνωρίζεις.
Πρώτ᾽ απ᾽ εδώ προς του ήλιου στρέφοντας το βγάλμα
θα προχωρείς γραμμή σ᾽ ανόργωτα χωράφια
και στους σκηνίτες Σκύθες θενα φτάσεις, πὄχουν
710σπίτια, στέγες πλεχτές ψηλά πάνω στ᾽ αμάξια,
αρματωμένοι με μακρόρριχτα δοξάρια·
μην τους σιμώσεις· μα στριμώχνοντας τα χνάρια
στους κυματόχτυπους γκρεμνούς βγαίνε απ᾽ τη χώρα.
Έπειτα απ᾽ το ζερβί το χέρι οι σιδεράδες
Χάλυβες κατοικούν, που πρέπει ν᾽ αποφύγεις,
γιατ᾽ είν᾽ ανήμεροι άνθρωποι κι εχθροί στους ξένους.
Κι ύστερα στον Υβρίστην – όνομα και πράμα –
θα φτάσεις ποταμό, που εύκολα δεν περνιέται,
παρ᾽ όταν έρθεις στους Καυκάσου αυτό το μέρος,
720του πιο ψηλού βουνού, που ο ποταμός ξεχύνει
κατώκορφα την άφρη του· κι αφού περάσεις
τις αστρογείτονές του αυτές κορφές, θα στρέψεις
το δρόμο νοτινά, και κει τις αντρομάχες
Αμαζόνες θα βρεις, που κάποτε θενά ᾽ρθουν
να κατοικήσουν τη Θεμίσκυρα, τριγύρω
στο Θερμώδοντα, ώς πέρα στη Σαλμηδυσσία
τη γλώσσα, εχθρή στους ναύτες και μητριά στα πλοία·
αυτές και πάρα πρόθυμα θα σ᾽ οδηγήσουν
730και στον Κιμμέριο τον πορθμό θα ᾽ρθεις, στης λίμνης
τ᾽ άνοιγμα επάνω το στενό, που μ᾽ όλη πρέπει
την τόλμη της καρδιάς ν᾽ αφήσεις κι ίσα αντίκρυ
να σχίσεις το Μαιωτικό πορθμό, που ωστόσο
λόγος πολύς θα μείνει πάντα στους ανθρώπους
απ᾽ αυτό σου το πέρασμα, κι απ᾽ τ᾽ όνομά σου
Βόσπορος θέλει ονομαστεί· κι έτσι απ᾽ τη χώρα
της Ευρώπης θα ᾽ρθεις στα μέρη της Ασίας.
Λοιπόν τί λέτε; δε σας φαίνεται ο δεσπότης
πως είναι των θεών όμοια σκληρός στα πάντα,
που για να θέλει, αυτός θεός, θνητής γυναίκας
ν᾽ απολαύσει τον έρωτα, την έριξε σε τέτοιους
κατατρεγμούς; κι ηύρες των γάμων σου μνηστήρα
740πικρό, κόρη φτωχή, γιατ᾽ όσα έχεις μ᾽ ακούσει
δεν είναι, ξέρε το, ουδ᾽ αρχή των συμφορών σου.