ΧΟΡΟΣ 
870Εγώ να πάθω αυτά, καημός! 
κι εγώ η παλαιϊκιά να κατοικώ στη γης 
σίχαμα καταφρονεμένο! 
Λυσσάω απ᾽ την οργή, λυσσάω απ᾽ το κακό, 
ω γης κι ουρανέ! 
ποιός στα πλευρά περνά, 
ποιός σφάχτης στην καρδιά; 
άκουσε το θυμό μου, μάνα Νύχτα· 
απ᾽ τις αρχαίες μου τις τιμές 
μ᾽ άνομες πονηριές 
880με βγάλανε θεοί — κι είμαι τίποτα πια! 
 ΑΘΗΝΑ 
Δε θ᾽ αποστάσω να μιλώ για το καλό σου, 
για να μην πεις πως από με νεώτερή σου, 
διώχτηκες συ, παλιά θεά, κι απ᾽ το λαό μου 
έτσι αφιλόξεν᾽ απ᾽ εδώ κι ατιμασμένη. 
Μ᾽ αν της Πειθώς τη δύναμη τιμάς την άγια 
που με τη γλώσσα μου σκορπά γητειές και μάγια, 
τότε θα μείνεις· μ᾽ αν δε θες να μείνεις πάλι 
δε θα ᾽ταν δίκιο να ᾽ριχτες σ᾽ αυτή τη χώρα 
έχθρα ή εκδίκηση ή ζημιά για το λαό μου, 
890ενώ στο χέρι σου είναι να ᾽χεις και συ μέρος 
στης γης την κατοχή μ᾽ όσες τιμές σού πρέπουν. 
ΧΟΡΟΣ 
Και, δέσποιν᾽ Αθηνά, ποιάν έδρα λες πως θα ᾽χω; 
ΑΘΗΝΑ 
Απίκραντη από κάθε θλίψη, μόνον δέξου. 
ΧΟΡΟΣ 
Δέχομαι· ποιές τιμές λοιπόν με περιμένουν; 
ΑΘΗΝΑ 
Να μην προκόβει δίχως σε κανένα σπίτι. 
ΧΟΡΟΣ 
Συ θα το κάμεις τέτοια δύναμη να πάρω; 
ΑΘΗΝΑ 
Μόνο όποιος σε τιμά την προστασία μας θα ᾽χει. 
ΧΟΡΟΣ 
Κι εγγύηση δίνεις, έτσι να βαστά για πάντα; 
ΑΘΗΝΑ 
Ξέρω, όσα δεν μπορώ, ποτέ μου να μην τάζω. 
ΧΟΡΟΣ 
900Με κέρδισες θαρρώ, και την έχθρα μου αφήνω. 
ΑΘΗΝΑ 
Θα ᾽χεις λοιπόν φίλους πιστούς εδώ που θα ᾽σαι. 
ΧΟΡΟΣ 
Και ποιές ευχές της χώρας σου θέλεις να ψάλω; 
ΑΘΗΝΑ 
Που σε κακές συνερισιές να μη αποβλέπουν, 
μα τέτοιες: Όλ᾽ οι αέρηδες όσοι φυσούνε 
κι από στεριά κι απ᾽ ουρανό κι υγρά πελάγη, 
με ήλιους να πνέουν καλόβουλους πάν᾽ απ᾽ τη χώρα. 
Κι άφτονος απ᾽ τη γη καρπός κι απ᾽ τα κοπάδια 
χρόνο ας μην παύει να φτουρά για το λαό μου. 
Γλίτων᾽ απ᾽ το κακό τ᾽ ανθρώπινα τα φύτρα, 
910μα των ανόμων τη σπορά ριξιμιά κάνε· 
γιατί σα φυτουργός καλός την έγνοια μου έχω 
να μη βλαφτεί απ᾽ αυτούς και των δικαίων το γένος. 
Τέτοια από σένα· μα όσο για τους ματοβρέχτους 
λαμπρούς αγώνες, είμ᾽ εγώ που δε θα στρέξω 
καμιά άλλη πόλη την τιμή της νίκης να ᾽χει. 
  |