Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

Εὐμενίδες (956-995)


ΧΟ. ἀνδροκμῆτας δ᾽ ἀώ- [στρ. β]
ρους ἀπεννέπω τύχας,
νεανίδων τ᾽ ἐπηράτων
960 ἀνδροτυχεῖς βιότους δότε, κύρι᾽ ἔχοντες,
θεαί τ᾽ ὦ Μοῖραι
ματροκασιγνῆται,
δαίμονες ὀρθονόμοι,
παντὶ δόμῳ μετάκοινοι,
965 παντὶ χρόνῳ δ᾽ ἐπιβριθεῖς,
ἐνδίκοις ὁμιλίαις
πάντᾳ τιμιώταται θεῶν.

ΑΘ. τάδε τοι χώρᾳ τἠμῇ προφρόνως
ἐπικραινομένων
970 γάνυμαι· στέργω δ᾽ ὄμματα Πειθοῦς,
ὅτι μοι γλῶσσαν καὶ στόμ᾽ ἐπώπα
πρὸς τάσδ᾽ ἀγρίως ἀπανηναμένας·
ἀλλ᾽ ἐκράτησε Ζεὺς ἀγοραῖος·
νικᾷ δ᾽ ἀγαθῶν
975 ἔρις ἡμετέρα διὰ παντός.

ΧΟ. τὰν δ᾽ ἄπληστον κακῶν [ἀντ. β]
μήποτ᾽ ἐν πόλει στάσιν
τᾷδ᾽ ἐπεύχομαι βρέμειν.
980 μηδὲ πιοῦσα κόνις μέλαν αἷμα πολιτᾶν
δι᾽ ὀργὰν ποινᾶς
ἀντιφόνους ἄτας
ἁρπαλίσαι πόλεως.
χάρματα δ᾽ ἀντιδιδοῖεν
985 κοινοφιλεῖ διανοίᾳ,
καὶ στυγεῖν μιᾷ φρενί.
πολλῶν γὰρ τόδ᾽ ἐν βροτοῖς ἄκος.

ΑΘ. ἆρα φρονοῦσιν γλώσσης ἀγαθῆς
ὁδὸν εὑρίσκειν;
990 ἐκ τῶν φοβερῶν τῶνδε προσώπων
μέγα κέρδος ὁρῶ τοῖσδε πολίταις·
τάσδε γὰρ εὔφρονας εὔφρονες ἀεὶ
μέγα τιμῶντες καὶ γῆν καὶ πόλιν
ὀρθοδίκαιον
995 πρέψετε πάντως διάγοντες.


ΧΟΡΟΣ
Μακριά ᾽π᾽ εδώ ξορκίζω το θανατικό
που θερίζει της νιότης άωρο τον ανθό.
Και δώσετε οι χαριτωμένες νιες
960άξιο να βρίσκουν στη ζωή τους ταίρι,
ω σεις, Μοίρες μητραδερφές,
που των ανθρώπων κρέμεται
η τύχη απ᾽ το δικό σας χέρι,
που όλο σωστά μοιραίνετε
κι από κανένα σπίτι ξένες
κάθε καιρό της δίκαιης παρουσίας σας
το βάρος κάνετε να νιώθουν, ω Θεές
μες σ᾽ όλους πολυοτιμημένες.

ΑΘΗΝΑ
Για τη χώρα μου τέτοια με γνώμη αγαθή
ν᾽ ασφαλίζουν, μεγάλη μου δίνει χαρά
970και την άγια τη χάρη ευλογώ της Πειθώς,
που μου οδήγα το στόμα και τη γλώσσ᾽ αντικρύ
στ᾽ άγριό τους το πείσμα.
Όμως νίκησ᾽ ο Δίας του λόγου ο θεός
κι απ᾽ τη συνερισιά μας αυτή στο καλό
βγαίνω εγώ κερδημένη για πάντα.

ΧΟΡΟΣ
Ποτέ μέσα στην πόλη αυτή να μη ακουστεί
εύχομαι της Διχόνοιας τ᾽ άγριο βρουχητό,
που αχόρταγ᾽ είναι στο κακό·
μήδ᾽ αίμα πολιτών το μαύρο χώμα
980να πιει ποτέ, που να ζητά
ν᾽ αρπάξει μ᾽ εκδικήτρα οργή
κι άλλο· απ᾽ την πόλη αίμ᾽ ακόμα
κι αντίφονη άλλη συμφορά·
μα όλο μ᾽ αγάπη ανάμεσό τους
χαρές να παίρνουν και να δίνουν και με μια
να μισούν γνώμη· κι είν᾽ αυτό που από πολλά
κακά γλιτώνει τους ανθρώπους.

ΑΘΗΝΑ
Ποιός θα πει πως ο φρόνιμος δε θενα βρει
και το δρόμο που φέρνει σε γλώσσα καλή;
990από τα τρομερά τους τα πρόσωπα εγώ
βλέπω κέρδος μεγάλο γι᾽ αυτό το λαό·
γιατ᾽ αν πρόθυμες, πρόθυμοι πάντα και σεις
τις τιμάτε όπως πρέπει, θ᾽ ακούεστε παντού
πως η πόλη κι η χώρα σας ίσια τραβά
τον ορθό και το δίκαιο το δρόμο.