Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Ἠθικὰ Νικομάχεια (1126b-1127a)
[6] Στον χώρο των κοινωνικών σχέσεων και επαφών, στην κοινωνική συμβίωση και στις σχέσεις που αναπτύσσουμε, με τα λόγια και τις πράξεις μας, με τους άλλους μια περίπτωση είναι των ανθρώπων που θεωρούνται αρεσιάρηδες. Πρόκειται για τους ανθρώπους που, προκειμένου να είναι ευχάριστοι, επαινούν τα πάντα και δεν αντιμιλούν σε τίποτε, αλλά θεωρούν υποχρέωσή τους να μη προκαλούν λύπη σε όσους συναντούν. Αντίθετοι με αυτούς είναι οι άνθρωποι που αντιμιλούν στα πάντα και δεν νοιάζονται καθόλου αν προκαλέσουν λύπη στους άλλους: είναι αυτοί που τους λέμε στριμμένους και καυγατζήδες. Ότι οι έξεις που μόλις τώρα είπαμε είναι ψεκτές, είναι φανερό, όπως είναι φανερό και το ότι η έξη που βρίσκεται στο μέσον —ανάμεσα σ᾽ αυτές τις δύο— είναι επαινετή: είναι αυτή σύμφωνα με την οποία το άτομο είναι έτοιμο να αποδεχθεί αυτά που πρέπει και με τον τρόπο που πρέπει, το ίδιο όμως και να δυσανασχετήσει με αυτά που πρέπει και με τον τρόπο που πρέπει. Μια ξεχωριστή λέξη-όνομα δεν έχει αποδοθεί σ᾽ αυτήν την έξη, μοιάζει όμως πάρα πολύ με τη φιλία. Γιατί αυτός που εκπροσωπεί αυτήν τη μέση έξη είναι ο τύπος ανθρώπου που θέλουμε να δηλώσουμε όταν λέμε «καλός φίλος» (με την προσθήκη, βέβαια, στη δεύτερη αυτή περίπτωση της έννοιας της στοργής). Διαφέρει, ωστόσο, η έξη αυτή από τη φιλία κατά τούτο, ότι το άτομο δεν έχει μέσα του κανένα πάθος και καμιά στοργή για τους ανθρώπους που συναναστρέφεται: αν το άτομο αυτό «εισπράττει» το καθετί με τον τρόπο που πρέπει, δεν είναι γιατί αισθάνεται αγάπη ή μίσος, αλλά γιατί είναι τέτοιας λογής άνθρωπος. Η συμπεριφορά του θα είναι, πράγματι, η ίδια είτε πρόκειται για γνωστούς του είτε πρόκειται για άγνωστους σ᾽ αυτόν ανθρώπους, για πολύ δικά του ή για μη δικά του πρόσωπα — φυσικά, στην κάθε επιμέρους περίπτωση με τον αρμόζοντα τρόπο· γιατί δεν ταιριάζει να βάζει κανείς στην ίδια γραμμή τους δικούς του και τους ξένους ανθρώπους, είτε πρόκειται να τους νοιαστεί είτε να τους λυπήσει. |