Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας
▲▲ Παρνασσισμός
[…] Ωριμασμένη στις ανησυχίες και τις ταλαντεύσεις της προηγούμενης δεκαετίας, η νέα γενιά εισάγει κάτι θετικό και καινούριο. Η στάση της είναι πρώτα πρώτα σαφώς αντιρομαντική· κατηγορεί το στόμφο, το ρητορισμό και τον ψευτοηρωισμό του τελευταίου ρομαντισμού, και επιζητεί την απλότητα στην έκφραση, καθώς και το οικείο, ακόμη και το καθημερινό, στο θέμα, φέρνοντας έτσι μια καινούρια τάξη, ένα καινούριο μέτρο απέναντι στο χωρίς έλεγχο συναίσθημα των ρομαντικών. Στη στάση της αυτή οδηγό είχε τα νέα ποιητικά ρεύματα στη δυτική Ευρώπη, κυρίως τους γάλλους Παρνασσιακούς — και από αυτούς περισσότερο τους ελάσσονες, τον Sully Prudhomme ή τον François Coppée. Από τους ίδιους δασκάλους προερχόταν και το δίδαγμα για την επιμέλεια της μορφής του στίχου, κάτι που το είχαν παραμελήσει οι ρομαντικοί. Ιδιαίτεροι ρυθμικοί και μελωδικοί συνδυασμοί, στροφικά συμπλέγματα έντεχνα δουλεμένα, ακόμη και το σονέτο ξαναγύριζε έτσι στις συνήθειες της ποιητικής πράξης. Και τελευταίο, αλλά και το πιο σημαντικό: μαζί με το ρομαντισμό αποκήρυτταν οι νέοι ποιητές και την καθαρεύουσα· μαζί με την οικειότητα του θέματος κυριαρχούσε και η δημοτική στην ποίηση· η καθαρεύουσα δεν ήταν πια ανεκτή.
Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1993 (7η έκδ.), 186-187.
[…] Ο παρνασσισμός οφείλει το όνομά του στην τρίτομη ποιητική ανθολογία με τον τίτλο Parnasse contemporain, 1866-1876 (Σύγχρονος Παρνασσός). Εκφράζοντας το επιστημονικό και θετικιστικό πνεύμα της εποχής, κύρια χαρακτηριστικά του παρνασσισμού είναι η αντικειμενικότητα, η ακρίβεια στην έκφραση, η πειθαρχία, η τελειότητα της μορφής (ομοιοκαταληξία, λατρεία του ρυθμού, λεπτομερείς περιγραφές, αναβίωση ξεχασμένων ποιητικών ειδών ή προτίμηση σε ποιήματα σταθερής μορφής, όπως το σονέτο). Βασική επιδίωξη είναι η συγκράτηση του πάθους και των έντονων συναισθημάτων, η απάθεια (impassibilité), χαρακτηριστικό που τον διαφοροποιεί από τον ρομαντισμό.
Οι παρνασσικοί απέφυγαν την πραγμάτευση προσωπικών θεμάτων και αναζήτησαν την έμπνευσή τους στην επιστήμη, στη φιλοσοφία, στη φύση και στην καθημερινή ζωή, για να στραφούν αργότερα στη μυθολογία, στον ινδικό και αρχαιοελληνικό πολιτισμό ή σε θρύλους και έπη άλλων χωρών. Εξάλλου, η επίδραση της κλασικής τέχνης είναι ορατή και στην επιθυμία των παρνασσικών να εκφράσουν μέσα από την τέχνη τους τη γαλήνη και την αρμονία.
Γενάρχης του παρνασσισμού θεωρείται ο Théophile Gautier, ο οποίος με τη θεωρία «η τέχνη για την τέχνη» διακήρυξε την ανεξαρτησία της τέχνης από κάθε ηθική ή κοινωνική σκοπιμότητα. […]
Μιχάλης Γ. Μερακλής – Αντώνης Δεσποτίδης, Λεξικό της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Πρόσωπα. Έργα. Ρεύματα. Όροι, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2007, 1738.
[…] Ορισμένοι μελετητές θεωρούν ως ιδρυτή του κινήματος και διακεκριμένο εκπρόσωπό του τον Théophile Gautier (1811-1872). Άλλοι υποστηρίζουν ότι «μαέστρος» ήταν ο Leconte de Lisle (1818-1894). Και οι δύο άσκησαν έντονη επιρροή. Στον πρόλογο του έργου του Mademoiselle de Maupin (1835), o Gautier διατύπωσε την ιδέα ότι η τέχνη είναι αυτοσκοπός και όχι το μέσο προς ένα σκοπό. Σύμφωνα με τον Gautier, ο ποιητής είναι όπως ο γλύπτης, ένας δημιουργός που οφείλει να είναι απόλυτα αντικειμενικός και να μορφοποιήσει το ποίημά του σε κάτι σχεδόν απτό. Από αυτό το σκεπτικό προκύπτουν και οι αναλογίες με τις πλαστικές τέχνες και η εικονοποιία που δανείζεται από αυτές. Από την ίδια αφετηρία, άλλωστε, ξεκινά και η ιδέα της αντικειμενικής ποίησης, από την οποία έχει εξαφανιστεί εντελώς η προσωπικότητα του ποιητή. […] Το σύνθημα «η τέχνη για την τέχνη» [l’ art pour l’ art] μπορεί να θεωρηθεί ως ένα από τα συνθήματα των παρνασσιστών. Γι’ αυτούς η ποίηση είχε την ίδια θέση με τη θρησκεία.
[…]
J.A. Cuddon, Λεξικό λογοτεχνικών όρων και θεωρίας λογοτεχνίας, μτφ.-επιστημ. επιμ. Γιάννης Παρίσης, Μαρία Λιάπη, Μεταίχμιο, Αθήνα 2005, 446.
Ο Παρνασσισμός λοιπόν:
α) Αντιτίθεται στην εξομολογητική και δακρύβρεχτη ποίηση του Ρομαντισμού και εγκαινιάζει, μέσα στα ευρύτερα πλαίσια του ρεαλισμού, που εμφανίζεται και στην πεζογραφία και στις εικαστικές τέχνες, μία ποίηση απρόσωπη και σχεδόν απαθή.
β) Εγκολπώνεται το δόγμα «Η τέχνη για την τέχνη» κηρύσσοντας την αυτονομία και ανεξαρτησία της ποίησης έναντι της ηθικής, πολιτικής και κοινωνικής σκοπιμότητας.
γ) Από τον αυτόνομο χαρακτήρα της ποίησης, της οποίας μόνος σκοπός αναγνωρίζεται η πραγμάτωση του ωραίου, πηγάζει η πίστη των παρνασσικών στην αξία της μορφής. Οι παρνασσικοί θα επιδιώξουν τη μορφική τελειότητα με την επίμονη επεξεργασία του στίχου, θα παρομοιάσουν μάλιστα την τέχνη του ποιητή με την τέχνη του γλύπτη, που λαξεύει υπομονετικά το σκληρό παριανό μάρμαρο, αλλά και κατ' επέκταση με την τέχνη του χρυσοχόου, που επεξεργάζεται πολύτιμα μέταλλα και πολύτιμους λίθους. Συνεπείς προς την αρχή αυτή θα δείξουν την προτίμησή τους σε ποιήματα σταθερής μορφής και ιδιαίτερα στο σονέτο.
δ) Η παρνασσική ποίηση χαρακτηρίζεται γενικά ως αντικειμενική, περιγραφική, ζωγραφική και πλαστική. Τα πράγματα περιγράφονται όπως ακριβώς είναι και όχι σε σχέση με τα συναισθήματα που γεννούν στον ποιητή, τις εντυπώσεις που προκαλούν ή το συμβολισμό τους.
ε) Αποφεύγοντας τη διαπραγμάτευση προσωπικών θεμάτων και τη μονοτονία επαναλαμβανομένων, πιστών περιγραφών του σύγχρονου και καθημερινού περιβάλλοντος, οι ποιητές αυτοί μετατοπίζονται στο χώρο εισάγοντας τον εξωτισμό στην ποίησή τους (η αρχαία Ελλάδα, η Μέση Ανατολή, οι Ινδίες, οι Τροπικοί), αλλά και στο χρόνο αντλώντας τα θέματά τους από τους αρχαίους πολιτισμούς. Φυσικά σ' αυτό βοηθιούνται από όλο το πλέγμα των αισθητικών, γνωσιολογικών και ιδεολογικών ρευμάτων της εποχής τους, όπως ο θετικισμός ή ο ιστορισμός των επιστημών του ανθρώπου. […]
Ελένη Πολίτου-Μαρμαρινού, «Ο Καβάφης και ο γαλλικός Παρνασσισμός. Θεωρητικές απόψεις για την ποίηση», περ. Παρουσία, τ. Β΄ (1984) 72-74.
Δείτε επίσης και:
Γενιά του 1880 (Νέα Αθηναϊκή Σχολή), Δροσίνης Γεώργιος, Παλαμάς Κωστής