Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας

▲▲ Τσίρκας Στρατής

Ο Στρατής Τσίρκας το 1975
[πηγή: Αφιέρωμα στον Στρατή Τσίρκα (Εθνικό Κέντρο Βιβλίου)].
 

 

 

Ο Τσίρκας πρωτοεμφανίστηκε στα Γράμματα το 1927 με τη δημοσίευση του παραμυθιού «Το Φεγγάρι» στο περ. Παναιγύπτια της Αλεξάνδρειας. Ως το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έγραψε και δημοσίευσε μόνο ποιήματα και διηγήματα. Στα ποιήματά του, πλειοδοτεί η αγωνιστική διάθεση και, κατά προέκταση, ο επικός τόνος, είτε το θέμα τους είναι η ζωή των φτωχών φελλάχων είτε ζητήματα ευρύτερης απήχησης όπως λ.χ. ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος ή ο θάνατος του Φ. Γκ. Λόρκα. Στα διηγήματά του, που άλλωστε αποτελούν σημαντικότερο τμήμα του λογοτεχνικού του έργου, έχουμε ένα ευρύτερο φάσμα θεμάτων, σχεδόν πάντοτε εξαρτημένων από προσωπικές εμπειρίες, οι οποίες αν και τοποθετούνται στην περιμετρική των πολεμικών γεγονότων και των αντικτύπων τους, ποτέ δεν εξαντλούνται σ’ αυτά τα ίδια τα γεγονότα. Ο συχνά εξπρεσιονιστικός τρόπος περιγραφής παρακάμπτει το γενικό συμβάν, για να στραφεί με επιμονή στην ανίχνευση της ατμόσφαιρας, των διαθέσεων, των ψυχολογικών καταστάσεων που διακρίνουν τους ανθρώπους μέσα στο περιβάλλον τους. Η ηθική κόπωση του επαγγελματία επαναστάτη, η συναισθηματική ερημιά του ταξιδιώτη, ο υπόγειος αλλά έντονος ερωτισμός, η αίσθηση του αδικημένου βαμβακοκαλλιεργητή, η απελπισία του αιχμαλώτου, όλα αυτά κοιταγμένα με μια ποιητική διάθεση, η οποία άλλωστε τα μεταμορφώνει και τους δίνει ένα ενδιαφέρον γενικότερο, αφού πρώτα ο συγγραφέας τα έχει αποκολλήσει από τα συμβατικά τους όρια και τα έχει κάνει να φαίνονται διαπροσωπικά.

[…]

Τα γνωρίσματα αυτά τα συναντούμε και στη νουβέλα Νουρεντίν Μπόμπα και αργότερα στην τριλογία των Ακυβέρνητων πολιτειών, η προετοιμασία της οποίας άρχισε αμέσως μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Εδώ, ο Τσίρκας επιχείρησε και σ’ ένα σημαντικό βαθμό πέτυχε να δημιουργήσει στο μυθιστορηματικό επίπεδο ένα πανόραμα των γεγονότων που διαδραματίστηκαν στη Μέση Ανατολή, στην Ιερουσαλήμ, στο Κάιρο και στην Αλεξάνδρεια, κατά τη διάρκεια του Πολέμου. […]

Αλέξης Ζήρας, «Στρατής Τσίρκας», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τ. 9β, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1988, 221.

 

 

Εκτός από την ποίησή του, που δεν επέζησε από τη δοκιμασία του πολέμου, στον μισό αιώνα της πνευματικής παρουσίας του Τσίρκα πεζογραφία, μετάφραση και κριτική εναλλάσσονται συνεχώς. Η δεκαετία 1955-1965 όμως περιέχει την κορύφωση της συγγραφικής αυτής εργασίας. Το 1955 αρχίζει τη συστηματική έρευνα για τον Καβάφη με το δοκίμιο «Οι περιστάσεις του μεγάλου Όχι» που δημοσιεύει στην Επιθεώρηση Τέχνης (Δεκέμβριος 1955), επεμβαίνοντας στην αντιδικία, —την πρώτη μέσα στους κόλπους της αριστερής κριτικής— για τον Καβάφη. Τη χρονιά που ακολουθεί γράφει τη νουβέλα Νουρεντίν Μπόμπα, σε δέκα μέρες, πάνω στη βράση του Νασερισμού, που υποστηρίζει και δημοσιογραφικά στον αριστερό παροικιακό Τύπο. Το 1958 ολοκληρώνει και εκδίδει την ογκώδη εργασία Ο Καβάφης και η εποχή του, την οποία χαρακτηρίζει στον πρόλογό του προπαντός έρευνα και όχι αισθητική μελέτη·έρευνα ιστορική για την Αίγυπτο και για τον ελληνισμό της Αλεξάνδρειας, για να φανούν οι σχέσεις του έργου του ποιητή με την πραγματικότητα του καιρού του. Τον επόμενο χρόνο καταπιάνεται να γράψει το πρώτο μυθιστόρημα της τριλογίας Η Λέσχη (1960), που θα το ακολουθήσουν η Αριάγνη (1962) και Η Νυχτερίδα (1965). Στην πενταετία αυτή συμπληρώνει την έρευνα Καβάφη και συνεχίζει την καβαφομαχία, ιδιαίτερα προς την παροικιακή αντίθετη συσπείρωση (Τ. Μαλάνο, Μ. Γιαλουράκη κ.ά.). Μετερίζι του τώρα η Αθήνα, η Επιθεώρηση Τέχνης.

Η δεκαετία εκείνη (’55-’65), στο χώρο όπου θα μετοικήσει ο Τσίρκας, χαρακτηρίζεται από δύο φαινόμενα: την αμφισβήτηση της κριτικής μονολιθικότητας και μια πεζογραφική ευφορία, όπου έντονη είναι η πολιτική διάσταση και το πεδίο μετά τη μάχη — του Εμφύλιου ιδίως. Και στα δύο αυτά ο Αλεξανδρινός είχε τη συμβολή του. […]

Ο Τσίρκας ονειρευόταν από δεκαπέντε χρόνια να γράψει μυθιστόρημα, ένα μυθιστόρημα-ποταμό· και αυτή η διεξοδική πολυέρευνα στη χώρα του Νείλου, εξέβαλε σ’ ένα Δέλτα με ασαφή όρια ειδών, αλλά φοβερό υλικό και γόνιμο. […]

Δημήτρης Ραυτόπουλος, «Ο Στρατής Τσίρκας εν φαντασία και λόγω». Η γραφή και ο καθρέφτης. Λογοτεχνία και Κριτική, επιμ. Μισέλ Φάις, Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2002, 214-215.

 

Εξώφυλλο της «Λέσχης» (1960)
 

 

Τον Τσίρκα τον απασχολεί για μια εικοσαετία περίπου το ζήτημα της αναπαράστασης μέσα σε ένα «μυθιστόρημα» του αντιφασιστικού αγώνα στη Μέση Ανατολή για να αποκατασταθεί η αδικία που είχε γίνει σε βάρος της ζωής και της μνήμης των αγωνιστών που μετείχαν στο κίνημα του Απρίλη του ’44 με βασικό αίτημα τη συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας με διευρυμένη παρουσία μελών του Ε.Α.Μ., αδικία στην οποία το μερίδιο της ηγεσίας της αριστεράς —που φρόντισε να δυσφημιστούν οι αγωνιστές και επιδίωξε να λησμονηθεί το επεισόδιο— ήταν μεγάλο. Μετά την καταστολή του κινήματος από βρετανικά στρατεύματα, που έγινε με πρωτοβουλία της ελληνικής κυβέρνησης του Καΐρου και κατόπιν αιτήματος του βασιλιά, όσοι αξιωματικοί και στρατιώτες επέζησαν κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, στην Μπάρντια, στη Λιβύη, στην Ερυθραία, στο Τμίμι και αλλού, μέχρι το 1946. Η ηγεσία του Ε.Α.Μ., που διαπραγματευόταν τότε τη συμμετοχή της σε κυβέρνηση εθνικής ενότητας, καταδίκασε επίσημα, στη συνδιάσκεψη του Λιβάνου, το κίνημα που είχε εκδηλωθεί εν καιρώ πολέμου, και χαρακτηρίστηκε πράξη «εσχάτης προδοσίας», ενώ το Κ.Κ.Ε. αργότερα, μετά το 7ο συνέδριό του, άφησε σκοπίμως να κυκλοφορήσουν φήμες για πιθανή προβοκάτσια των Άγγλων, με αποτέλεσμα το στιγματισμό των αριστερών αγωνιστών. Το ζήτημα της δικαίωσης του Απρίλη του ’44 μέσω της λογοτεχνικής του αναπαράστασης από τον Τσίρκα ήταν, ωστόσο, εξαιρετικά περίπλοκο, γιατί ήταν άμεσα συνδεδεμένο με την κομματική ταυτότητα του συγγραφέα.

Τη δική του «ανάγνωση» του αντιφασιστικού αγώνα ο Τσίρκας θα τη φέρει στη δημόσια σφαίρα με την έκδοση της Λέσχης το 1961, της Αριάγνης το 1962 και της Νυχτερίδας το 1965, τριλογίας στην οποία έδωσε από το 1962 το[ν] τίτλο Ακυβέρνητες πολιτείες, παραπομπή σε ποίημα που συνέθεσε ο Γιώργος Σεφέρης όταν βρισκόταν εξόριστος μαζί με την ελληνική κυβέρνηση στη Μέση Ανατολή. Η τριλογία αποτελεί κομβικό μυθιστόρημα της μεταπολεμικής ελληνικής λογοτεχνικής παραγωγής για τις πολύπλοκες και νεωτερικές αφηγηματικές τεχνικές που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας, αλλά και για την ανάδειξη της σχέσης μεταξύ της μυθοπλασίας με την ιδεολογία και την ιστορία. Χρόνος της αναφοράς του έργου ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή, η δράση των Ελλήνων αγωνιστών, το κίνημα του Απρίλη του ’44, οι ίντριγκες των Άγγλων και τα παρασκήνια της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης, οι αγώνες των αποικιοκρατούμενων λαών και η τύχη του παροικιακού ελληνισμού. Χώρος η Μέση Ανατολή, η Ιερουσαλήμ, το Κάιρο, η Αλεξάνδρεια, οι «ακυβέρνητες πολιτείες». Η τριλογία διαλέγεται με το χρόνο της δημιουργίας της, αντανακλά τη σχέση της γραφής με το ιδεολογικό και πολιτισμικό πλαίσιο, αλλιώς την κουλτούρα της αριστεράς κατά τη δεκαετία του 1960. Στη δεκαετία αυτή, στους κύκλους της αριστερής διανόησης υπάρχει έντονη κινητικότητα για αποσταλινοποίηση, αναθεώρηση της κομμουνιστικής θεωρίας και πράξης, που στοχεύει και στην απαλλαγή της καλλιτεχνικής και πολιτισμικής δραστηριότητας από δογματικούς αισθητικούς επικαθορισμούς και την επιβολή προτύπων τύπου «σοσιαλιστικού ρεαλισμού». Στη διακίνηση, διάδοση και διαμόρφωση των ιδεών του «αναθεωρητικού» δυτικού μαρξισμού και του αισθητικού μοντερνισμού, σημαντική υπήρξε η συμβολή της Επιθεώρησης Τέχνης.

Ελισάβετ Κοντογιώργη, «Στην Αριάγνη. Σοσιαλιστική ηθική και ιστορική αλήθεια». «Με τη σφραγίδα του καλλιτέχνη». Εκατό χρόνια από τη γέννηση του Στρατή Τσίρκα (Λευκωσία – Λεμεσός, 7 και 8 Οκτωβρίου 2011). (Με τη συνεργασία της Εταιρείας Θεατρικής Ανάπτυξης Λεμεσού – Ε.Θ.Α.Λ.), Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού & Γενικής Παιδείας (Ιδρυτής: Σχολή Μωραΐτη), Αθήνα 2013, 202-203.

 

 

Σε αντίθεση με τις περισσότερες πολεμικές ‘μαρτυρίες’ που κυκλοφόρησαν στα τέλη της δεκαετίας του ’40 και σε όλη την επόμενη, η τριλογία του Τσίρκα, όπως και άλλα έργα της δεκαετίας του 1960 που πραγματεύονταν το ίδιο θέμα με πιο πολύπλοκες τεχνικές, αντικρίζει τα πράγματα από την οπτική γωνία της Αριστεράς. Ο τίτλος Ακυβέρνητες πολιτείες παραπέμπει σε ένα ποίημα του Σεφέρη, που συνέθεσε ο ποιητής όταν βρισκόταν στη Μέση Ανατολή, εξόριστος μαζί με την ελληνική κυβέρνηση. Καθένα από τα τρία μυθιστορήματα εκτυλίσσεται σε διαφορετική πόλη (Ιερουσαλήμ, Κάιρο και Αλεξάνδρεια) κατά τη διάρκεια του πολέμου (η υπόθεση καλύπτει την περίοδο 1942-1944). Κεντρικός ήρωας της τριλογίας είναι ο Μάνος Σιμωνίδης, ένας τύπος μαρξιστή Άμλετ, με ευγενικά αισθήματα και ερευνητικό πνεύμα, στοιχεία που δυναμιτίζουν την κομματική του ένταξη και πειθαρχία. Στο κοσμοπολίτικο χωνευτήρι της Μέσης Ανατολής, στα χρόνια από το 1942 ώς το 1944, η πίστη του Μάνου Σιμωνίδη στα ιδανικά του δοκιμάζεται σκληρά. Ανάμεσα στην αδιαλλαξία και το δογματισμό του κομματικού αφεντικού του, που γνωρίζεται μόνο ως «τ’ Ανθρωπάκι», και στη γοητεία που του προκαλούν οι Ευρωπαίοι διανοούμενοι που έτυχε να συναναστραφεί, των οποίων όμως σιχαίνεται τη ματαιότητα, ο Μάνος πολεμάει να χαράξει ένα δύσκολο δρόμο δικό του.

[…] η κυκλική αντίληψη της Ιστορίας αντανακλάται στην ίδια τη δομή των τριών μυθιστορημάτων, το καθένα από τα οποία αρθρώνεται στη βάση ενός αρχαίου μύθου, του οποίου η πλοκή κατά κάποιο τρόπο επαναλαμβάνεται. Η Λέσχη, που διαδραματίζεται στην Ιερουσαλήμ, ξαναζωντανεύει το δράμα του προπατορικού αμαρτήματος και ο ήρωας που προβάλλεται  στο σχετικό ρόλο δεν είναι άλλος από το μυθικό, πρωτόγονο, φιλήδονο Αδάμ. Η Αριάγνη, το δεύτερο μυθιστόρημα, είναι μια σύγχρονη εκδοχή του λαβύρινθου και του μίτου της Αριάδνης. Τη Νυχτερίδα διατρέχουν οι αβέβαιες μεταμορφώσεις ενός ύπουλου, σύγχρονου αλεξανδρινού Πρωτέα. Η αντιπαράθεση των δύο απόψεων για την ιστορική συνέχεια, δηλαδή η Ιστορία ως αλληλουχία αιτίου και αποτελέσματος, και η Ιστορία ως ανακύκληση, δίνει στον Τσίρκα τη δυνατότητα να επεξεργαστεί σε μεγαλύτερο βάθος τη ‘σχετικότητα’ αλλά και τη νέα αφηγηματική τεχνική που απαιτεί ένα τέτοιο θέμα.

Roderick Beaton, Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία. Ποίηση και Πεζογραφία, 1821-1992, μτφ. Ευαγγελία Ζουργού-Μαριάννα Σπανάκη, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1996, 303-305.

 

Εξώφυλλο της «Αριάγνης» (1962).
 

 

[…] η Ιστορία είναι παντού. […]

Στο μυθιστόρημα [Η Λέσχη] ξετυλίγεται το δράμα της Μέσης Ανατολής και γίνεται σαφές τι διακυβεύθηκε τότε για την Ελλάδα και τον ευρύτερο χώρο. Ο συγγραφέας μένει πιστός στα γεγονότα. Η ιστορική ακρίβεια είναι γι’ αυτόν πολιτική στάση και αισθητική επιλογή. «Ο Προμηθέας χόρευε αλυσοδεμένος», συνήθιζε να λέει, εννοώντας ότι ο καταναγκασμός της πιστότητας γινόταν κινητήρια δύναμη της συνδυαστικής φαντασίας, της έμπνευσης και της ευρηματικότητάς του. Τα γεγονότα όμως εκτίθενται αποσπασματικά, με μεγάλα άλματα και παλινδρομήσεις στον χρόνο. Επιπλέον, η πολυεστιακή ανάπτυξη της αφήγησης μας μεταφέρει τα δρώμενα διαθλασμένα, ιδωμένα από την οπτική γωνία των ηρώων. Γιατί αυτό που ενδιαφέρει τον συγγραφέα είναι οι επιπτώσεις τους στον ψυχισμό και στις συμπεριφορές, καθώς οι κραδασμοί της Ιστορίας προκαλούν ψυχικούς κραδασμούς. Η σύζευξη του ιδιωτικού με το δημόσιο, σε οριακές στιγμές, παροξύνει τα πάθη, αποκαλύπτει ανομολόγητες επιθυμίες, προκαλεί σοβαρές ιδεολογικές μετατοπίσεις.

Στον δεύτερο και στον τρίτο τόμο, ανακαλούνται, επίσης, αποσπασματικά, μέσα από μνήμες και αναδρομές, σημαντικά γεγονότα της ιστορίας της Αιγύπτου, από τον βομβαρδισμό της Αλεξάνδρειας το 1882 ως την επανάσταση του Ζαγλούλ πασά το 1919. […]

Χρύσα Προκοπάκη, «Φιλολογικό σημείωμα». Ακυβέρνητες πολιτείες, 1. Η Λέσχη. Μυθιστόρημα, φιλ. επιμ. Χρύσα Προκοπάκη, Κέδρος, Αθήνα 2005 (νέα έκδοση σχολιασμένη), 337-338.

 

 

Η Λέσχη είναι το πιο προωθημένο αισθητικά μέρος της ‘Τριλογίας’. Χρησιμοποιούνται αρκετοί νεωτερικοί τρόποι γραφής. Υπάρχουν κεφάλαια γραμμένα σε α΄ ενικό πρόσωπο, άλλα σε β΄ ενικό πρόσωπο και άλλα σε γ΄ πρόσωπο. Υπάρχουν φράσεις που κόβονται πριν συμπληρωθούν συντακτικά και όπου το νόημά του δεν υπονοείται αναγκαστικά. Ο χρόνος της αφήγησης παρουσιάζει ανακοπές, πηγαίνει πίσω μπρος και γενικά γίνεται ιδιόμορφη χρήση του. […]

Ο κεντρικός ήρωας ήδη από τη Λέσχη, εδώ με το ψευδώνυμο Μάνος Καλογιάννης (για να αποφύγει τον εντοπισμό του από τη βρετανική αντικατασκοπεία, αλλά και για κομματικά στελέχη, με τα οποία βρίσκεται σε διάσταση), έχει εγκατασταθεί στη σοφίτα μιας πανσιόν που διατηρεί μια Γερμανίδα, η φράου Άννα, κι όπου ζουν —κινητός πληθυσμός— και άλλοι πρόσφυγες από την κατεχόμενη Ευρώπη. Ο Μάνος, διανοούμενος, θρεμμένος με ευρωπαϊκή κουλτούρα, συγγραφέας, κομμουνιστής στρατευμένος αλλά και κριτικό πνεύμα, ανήσυχο, που βλέπει με σκεπτικισμό κάποιες πολιτικές επιλογές, γράφει πολιτικά άρθρα στον παράνομο τύπο, αλλά τώρα, στον συγκεκριμένο χρόνο της ‘Λέσχης’, έχει αποσυρθεί από τη δράση. Θα έλεγα ότι εμείς οι αναγνώστες παρακολουθούμε τα συμβαίνοντα και το σχολιασμό τους κάτω από την οπτική γωνία του κεντρικού ήρωα, που συμβαίνει —όχι τυχαία— να είναι και συγγραφέας — ταύτιση με τον ίδιο τον Τσίρκα; (μάλλον ‘προσωπείο’ του), αν δεν συνέβαινε, μέσα στο έργο να παρεμβαίνουν και άλλα πρόσωπα/ήρωες που εκθέτουν τα πράγματα με το δικό τους τρόπο και τα δικά τους ενδιαφέροντα, που μας παραπέμπει σε άλλες οπτικές γωνίες. Γι’ αυτό μπορεί να πει κανείς, ότι έχομε να κάνομε με ένα έργο όχι μόνο πολυπρόσωπο αλλά και πρισματικό, επειδή κάποιοι τουλάχιστον από τους ήρωες έχουν το δικό τους λόγο και τη δική τους άποψη, με συνέπεια να έχομε μια πολυεπίπεδη εκδοχή των πραγμάτων.

Αλέξανδρος Αργυρίου, «Στρατής Τσίρκας. Παρουσίαση-ανθολόγηση». Η μεταπολεμική πεζογραφία. Από τον πόλεμο του ’40 ως τη δικτατορία του ’67, τ. Ζ΄, Εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα 1992, 307-308.

 

 

Αυτόν τον πολυδιασπασμένο κοινωνικά και ιδεολογικά κόσμο, που ζει μια ιδιαιτέρως πολύπλοκη και αδιαφανή πραγματικότητα, έρχεται να υπηρετήσει με τον καλύτερο τρόπο η πολυφωνία της μυθιστορηματικής αφήγησης. Αναφέρομαι στις διαφορετικές φωνές που εναλλάσσονται από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, αλλά κάποτε και εντός των κεφαλαίων. Σε τρίτο πρόσωπο μιλά ο «κλασικός» αφηγητής, ενώ ο κεντρικός ήρωας σε πρώτο, στα κεφάλαια που του αντιστοιχούν. Σε δεύτερο πρόσωπο απευθύνονται «εις εαυτούς» άλλοι ήρωες, είτε με τον τρόπο του εσωτερικού μονολόγου (Φράου Άννα στη Λέσχη), είτε μ’ ένα είδος μονολόγου που καταγράφει μνήμες του παρελθόντος για να καταλήξει σε «ημερολόγιο» του παρόντος (Παράσχος στη Νυχτερίδα). Όμως, η χρήση των «φωνών» από διαφορετικούς ήρωες στον κάθε τόμο, όπως και άλλα κείμενα, αυτοαναφορικά, σε τρίτο πρόσωπο (εκθέσεις του Ρούμπυ Ρίτσαρντς στην αγγλική Πρεσβεία) και προπάντων οι εσωτερικές εστιάσεις, το ελεύθερο πλάγιο ύφος κ.λπ. πολλαπλασιάζουν τις οπτικές γωνίες. Στην περίπτωση π.χ. της Αριάγνης, στα κεφάλαια όπου υιοθετείται η οπτική της ομώνυμης ηρωίδας, η τριτοπρόσωπη αφήγηση είναι ουσιαστικά πρωτοπρόσωπη, με την έννοια ότι ο λόγος είναι εμποτισμένος από τον ψυχισμό της, η υφή του απηχεί δικούς της εκφραστικούς τρόπους. Εκεί όμως όπου ο αφηγητής είναι ο κεντρικός ήρωας, η Αριάγνη αποδίδεται ειδωμένη μέσα από το πρίσμα του και με το δικό του ύφος. Ο προσεκτικός αναγνώστης θα παρατηρήσει ότι σ’ αυτά τα κεφάλαια αναφέρεται ως Αριάδνη, ενώ στα άλλα ως Αριάγνη, όπως δηλαδή εκείνη θέλει να την ονομάζουν.

Χρύσα Προκοπάκη, «Ακυβέρνητες πολιτείες. Η ιστορία στο εργαστήρι του μυθιστοριογράφου». Ιστορική πραγματικότητα και νεοελληνική πεζογραφία (1945-1995), Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας (Ιδρυτής: Σχολή Μωραΐτη), Αθήνα 1995, 315.

 

Εξώφυλλο της «Νυχτερίδας» (1965).
 

 

Η Μέση Ανατολή κατείχε ανέκαθεν σημαντικό μερίδιο στη φαντασίωση των Ευρωπαίων λογοτεχνών και έγινε σκηνικός τόπος για πλείστους συγγραφείς, μείζονες και ελάσσονες. Ο εικοστός αιώνας ανανέωσε αυτόν τον αειθαλή και πολύτροπο λογοτεχνικό μύθο μέσω της καβαφικής ποίησης. Ο Αλεξανδρινός, ισορροπώντας με λεπτή ειρωνεία ανάμεσα στην εγγύτητα και στην απόσταση, στην ιστορική γνώση και στο άμεσο βίωμα, ανέδειξε μοναδικά την κομβική σημασία της πόλης του και της χώρας του στο παιχνίδι των πολιτισμικών, θρησκευτικών ή φυλετικών ανταγωνισμών σε τούτη την κόγχη της Μεσογείου. Το καβαφικό κλειδί σε αυτή τη λογοτεχνημένη, μυθολογημένη Αίγυπτο είναι βασικό για να ακούσει κανείς τη μουσική τόσο του Κουαρτέτου του Ντάρελ όσο και των Ακυβέρνητων πολιτειών του Τσίρκα, δυο συγκαιρινών μυθιστορηματικών συνόλων, που αντικρίζονται μέσα και πίσω από τον καθρέφτη της Ιστορίας.

Λίζυ Τσιριμώκου, «Μυθολόγηση και απομύθευση της Ανατολής. Αλεξανδρινό Κουαρτέτο – Ακυβέρνητες Πολιτείες». «Με τη σφραγίδα του καλλιτέχνη». Εκατό χρόνια από τη γέννηση του Στρατή Τσίρκα (Λευκωσία – Λεμεσός, 7 και 8 Οκτωβρίου 2011). (Με τη συνεργασία της Εταιρείας Θεατρικής Ανάπτυξης Λεμεσού – Ε.Θ.Α.Λ.), Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού & Γενικής Παιδείας (Ιδρυτής: Σχολή Μωραΐτη), Αθήνα 2013, 282.

 

 

 

Μέχρι τον Τσίρκα το αυτοβιογραφικό, μονόχορδο, λυρικής κυρίως εμπνεύσεως, αφήγημα αποτέλεσε τις καλύτερες στιγμές της νεοελληνικής πεζογραφίας. Διότι, παρά το γεγονός ότι η πεζογραφική γενιά του ’30 εμφανίστηκε ως φανατική υπέρμαχος των μεγάλων μυθιστορηματικών συνθέσεων, τα καλύτερα πεζογραφικά έργα των μεσοπολεμικών δεν είναι οι μεγάλες τοιχογραφικές αφηγήσεις —η Αργώ, λόγου χάρη, του Γιώργου Θεοτοκά, οι Γενιές γερές και αδύναμες του Θανάση Πετσάλη-Διομήδη, Ο Κρητικός του Παντελή Πρεβελάκη, Η πριγκηπέσσα Ιζαμπώ του Άγγελου Τερζάκη — αλλά έργα όπως ο Λεωνής του Γιώργου Θεοτοκά, το Ταξίδι με τον Έσπερο του Άγγελου Τερζάκη, η Eroica του Κοσμά Πολίτη, Το χρονικό μιας πολιτείας του Παντελή Πρεβελάκη, η Αιολική γη του Ηλία Βενέζη, Η ζωή εν τάφω του Στράτη Μυριβήλη, το μεγαλύτερο μέρος από το πεζογραφικό έργο της Μέλπως Αξιώτη, Το πλατύ ποτάμι του Γιάννη Μπεράτη.

Με τις Ακυβέρνητες πολιτείες, και κυρίως με τη Νυχτερίδα ως τελευταίο σκέλος της Τριλογίας, ο ελληνικός πεζός λόγος αποκτά ένα κορυφαίο επίτευγμα στη χορεία της πολυπρόσωπης, πολυεπίπεδης, πολυφωνικής, πανοραμικής σύνθεσης, ένα μυθιστόρημα-ποταμό. Αν στη Λέσχη ανήκει ο τίτλος τιμής του καινοτόμου, πειραματικού-εισηγητικού μυθιστορήματος μέσα στο συνεχές της πεζογραφικής παράδοσης, στη Νυχτερίδα ανήκει ο τίτλος της πρώτης σημαντικής πολυσχιδέστατης μυθιστορηματικής σύνθεσης.

Ελισάβετ Κοτζιά, «Λέσχη ή Νυχτερίδα; Μια κριτική προσέγγιση», περ. Νέα Εστία, 149 (2001) 944-945.

 

Δείτε επίσης και:


Μεταπολεμική πεζογραφία