Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

Ἠθικὰ Νικομάχεια (1142a-1142b)

[IX] Τὸ ζητεῖν δὲ καὶ τὸ βουλεύεσθαι διαφέρει· τὸ γὰρ βουλεύεσθαι ζητεῖν τι ἐστίν. δεῖ δὲ λαβεῖν καὶ περὶ εὐβουλίας τί ἐστι, πότερον ἐπιστήμη τις ἢ δόξα ἢ εὐστοχία ἢ ἄλλο τι γένος. ἐπιστήμη μὲν δὴ οὐκ ἔστιν· οὐ γὰρ ζητοῦσι [1142b] περὶ ὧν ἴσασιν, ἡ δ᾽ εὐβουλία βουλή τις, ὁ δὲ βουλευόμενος ζητεῖ καὶ λογίζεται. ἀλλὰ μὴν οὐδ᾽ εὐστοχία· ἄνευ τε γὰρ λόγου καὶ ταχύ τι ἡ εὐστοχία, βουλεύονται δὲ πολὺν χρόνον, καὶ φασὶ πράττειν μὲν δεῖν ταχὺ τὰ βουλευθέντα, βουλεύεσθαι δὲ βραδέως. ἔτι ἡ ἀγχίνοια ἕτερον καὶ ἡ εὐβουλία· ἔστι δ᾽ εὐστοχία τις ἡ ἀγχίνοια. οὐδὲ δὴ δόξα ἡ εὐβουλία οὐδεμία. ἀλλ᾽ ἐπεὶ ὁ μὲν κακῶς βουλευόμενος ἁμαρτάνει, ὁ δ᾽ εὖ ὀρθῶς βουλεύεται, δῆλον ὅτι ὀρθότης τις ἡ εὐβουλία ἐστίν, οὔτ᾽ ἐπιστήμης δὲ οὔτε δόξης· ἐπιστήμης μὲν γὰρ οὐκ ἔστιν ὀρθότης (οὐδὲ γὰρ ἁμαρτία), δόξης δ᾽ ὀρθότης ἀλήθεια· ἅμα δὲ καὶ ὥρισται ἤδη πᾶν οὗ δόξα ἐστίν. ἀλλὰ μὴν οὐδ᾽ ἄνευ λόγου ἡ εὐβουλία. διανοίας ἄρα λείπεται· αὕτη γὰρ οὔπω φάσις· καὶ γὰρ ἡ δόξα οὐ ζήτησις ἀλλὰ φάσις τις ἤδη, ὁ δὲ βουλευόμενος, ἐάν τε εὖ ἐάν τε καὶ κακῶς βουλεύηται, ζητεῖ τι καὶ λογίζεται. ἀλλ᾽ ὀρθότης τίς ἐστιν ἡ εὐβουλία βουλῆς· διὸ ἡ βουλὴ ζητητέα πρῶτον τί καὶ περὶ τί. ἐπεὶ δ᾽ ἡ ὀρθότης πλεοναχῶς, δῆλον ὅτι οὐ πᾶσα· ὁ γὰρ ἀκρατὴς καὶ ὁ φαῦλος ὃ προτίθεται δεῖν ἐκ τοῦ λογισμοῦ τεύξεται, ὥστε ὀρθῶς ἔσται βεβουλευμένος, κακὸν δὲ μέγα εἰληφώς. δοκεῖ δ᾽ ἀγαθόν τι τὸ εὖ βεβουλεῦσθαι· ἡ γὰρ τοιαύτη ὀρθότης βουλῆς εὐβουλία, ἡ ἀγαθοῦ τευκτική. ἀλλ᾽ ἔστι καὶ τούτου ψευδεῖ συλλογισμῷ τυχεῖν, καὶ ὃ μὲν δεῖ ποιῆσαι τυχεῖν, δι᾽ οὗ δ᾽ οὔ, ἀλλὰ ψευδῆ τὸν μέσον ὅρον εἶναι· ὥστ᾽ οὐδ᾽ αὕτη πω εὐβουλία, καθ᾽ ἣν οὗ δεῖ μὲν τυγχάνει, οὐ μέντοι δι᾽ οὗ ἔδει. ἔτι ἔστι πολὺν χρόνον βουλευόμενον τυχεῖν, τὸν δὲ ταχύ. οὐκοῦν οὐδ᾽ ἐκείνη πω εὐβουλία, ἀλλ᾽ ὀρθότης ἡ κατὰ τὸ ὠφέλιμον, καὶ οὗ δεῖ καὶ ὣς καὶ ὅτε. ἔτι ἔστι καὶ ἁπλῶς εὖ βεβουλεῦσθαι καὶ πρός τι τέλος. ἣ μὲν δὴ ἁπλῶς ἡ πρὸς τὸ τέλος τὸ ἁπλῶς κατορθοῦσα, τὶς δὲ ἡ πρός τι τέλος. εἰ δὴ τῶν φρονίμων τὸ εὖ βεβουλεῦσθαι, ἡ εὐβουλία εἴη ἂν ὀρθότης ἡ κατὰ τὸ συμφέρον πρὸς τὸ τέλος, οὗ ἡ φρόνησις ἀληθὴς ὑπόληψίς ἐστιν.

[9] Άλλο η διερεύνηση και άλλο η σκέψη/διαβούλευση· γιατί η σκέψη/διαβούλευση είναι ένα είδος διερεύνησης. Πρέπει να δούμε επίσης τί είναι η ορθή σκέψη/διαβούλευση: είναι ένα είδος επιστημονικής γνώσης ή είναι γνώμη ή ευστοχία, ή κάτι άλλο; Επιστημονική γνώση ασφαλώς δεν είναι· γιατί δεν διερευνούν οι άνθρωποι [1142b] αυτά που ήδη ξέρουν, και η ορθή σκέψη/διαβούλευση είναι ένα είδος σκέψης/διαβούλευσης, και ο άνθρωπος που σκέφτεται/διαβουλεύεται διερευνά και «λογαριάζει». Φυσικά, ούτε ευστοχία είναι· γιατί η ευστοχία είναι κάτι που γίνεται χωρίς λογισμό και μελέτη και είναι κάτι το γρήγορο, ενώ η σκέψη/διαβούλευση απαιτεί κάποια διάρκεια χρόνου· λένε επίσης οι άνθρωποι ότι τα συμπεράσματα μιας σκέψης/διαβούλευσης πρέπει να εκτελούνται γρήγορα, η σκέψη/διαβούλευση όμως πρέπει να γίνεται με αργό ρυθμό. Έπειτα άλλο πράγμα είναι η ευστοχία και άλλο η αγχίνοια: η αγχίνοια είναι ένα είδος ευστοχίας. Ούτε ασφαλώς είναι ένα οποιοδήποτε είδος γνώμης η ορθή σκέψη/διαβούλευση. Δεδομένου όμως ότι ο άνθρωπος που σκέφτεται/διαβουλεύεται άσχημα, υποπίπτει σε σφάλμα, ενώ αυτός που σκέφτεται/διαβουλεύεται καλά, σκέφτεται/διαβουλεύεται ορθά, είναι φανερό ότι η ορθή σκέψη/διαβούλευση είναι ένα είδος ορθότητας, όχι όμως της επιστημονικής γνώσης ούτε της γνώμης· γιατί ορθότητα της επιστημονικής γνώσης δεν υπάρχει (γιατί δεν υπάρχει ούτε σφάλμα της), και ορθότητα της γνώμης είναι η αλήθεια — και συγχρόνως καθετί που είναι αντικείμενο γνώμης είναι ήδη καθορισμένο. Έπειτα η ορθή σκέψη/διαβούλευση συνεπάγεται λογική διεργασία. Μένει, επομένως, να είναι ορθότητα της διανοητικής ενέργειας· γιατί αυτή δεν είναι ακόμη συμπερασματική διατύπωση· γιατί και η γνώμη δεν είναι διερεύνηση, είναι όμως ήδη ένα είδος συμπερασματικής διατύπωσης, και αυτός που σκέφτεται/διαβουλεύεται, είτε καλά είτε άσχημα, διερευνά κάτι και «λογαριάζει».
Η ορθή όμως σκέψη/διαβούλευση είναι ένα είδος ορθότητας της σκέψης/διαβούλευσης· γι᾽ αυτό και πρέπει πρώτα να διερευνήσουμε τί είναι η σκέψη/διαβούλευση και ποιό είναι το αντικείμενό της. Επειδή όμως η λέξη «ορθότητα» χρησιμοποιείται με περισσότερες από μία σημασίες, είναι φανερό ότι κάθε είδος σκέψης/διαβούλευσης δεν είναι ορθή σκέψη/διαβούλευση· γιατί ο ακρατής και ο κατώτερης αξίας άνθρωπος θα πετύχει με τους υπολογισμούς του αυτό που όρισε ως σκοπό του, και αυτό θα πει ότι θα έχει σκεφθεί/διαβουλευθεί σωστά, μόνο που θα έχει κάνει στον εαυτό του ένα μεγάλο κακό. Το να έχει όμως κανείς σκεφθεί/διαβουλευθεί καλά θεωρείται γενικά κάτι καλό· γιατί αυτό το είδος της ορθότητας της σκέψης/διαβούλευσης είναι η ορθή σκέψη/διαβούλευση, αυτή δηλαδή που στοχεύει στην επίτευξη κάποιου αγαθού. Είναι όμως δυνατό και αυτό να το πετύχει κανείς με λαθεμένο συλλογισμό, και έτσι να πετύχει μεν αυτό που έπρεπε να πετύχει, όχι όμως με τα σωστά μέσα, καθώς ο μέσος όρος του συλλογισμού είναι λαθεμένος. Και αυτή, επομένως, δεν είναι ακόμη η ορθή σκέψη/ διαβούλευση: να πετυχαίνει κανείς αυτό που πρέπει, όχι όμως με τα σωστά μέσα. Είναι, επίσης, δυνατό να πετύχει κανείς τον σκοπό του ύστερα από μακρά σκέψη/διαβούλευση, και ένας άλλος γρήγορα· στην πρώτη περίπτωση δεν έχουμε ακόμη ορθή σκέψη/διαβούλευση: αυτή είναι ορθότητα ως προς το ωφέλιμο, που πάει να πει: ως προς τον σκοπό, ως προς τον τρόπο και ως προς τον χρόνο. Έπειτα, είναι δυνατό να σκεφθεί/διαβουλευθεί κανείς καλά α) γενικά και απόλυτα, β) ενσχέσει με ένα συγκεκριμένο επιμέρους τέλος. Στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για τη σκέψη/διαβούλευση που οδηγεί σε επιτυχία ενσχέσει με το γενικό και απόλυτο τέλος, στη δεύτερη για τη σκέψη/διαβούλευση που οδηγεί σε επιτυχία ενσχέσει με το συγκεκριμένο επιμέρους τέλος. Αν λοιπόν η καλή σκέψη/διαβούλευση είναι γνώρισμα των φρόνιμων ανθρώπων, τότε η ορθή σκέψη/διαβούλευση θα πρέπει, λέω, να είναι η ορθότητα που συνίσταται στη διερεύνηση των χρήσιμων για το τέλος πραγμάτων, πραγμάτων που τα συλλαμβάνει με επιτυχία η φρόνηση.