Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (3.48.1-3.51.4)

[3.48.1] «Ὑμεῖς δὲ γνόντες ἀμείνω τάδε εἶναι καὶ μήτε οἴκτῳ πλέον νείμαντες μήτ᾽ ἐπιεικείᾳ, οἷς οὐδὲ ἐγὼ ἐῶ προσάγεσθαι, ἀπ᾽ αὐτῶν δὲ τῶν παραινουμένων πείθεσθέ μοι Μυτιληναίων οὓς μὲν Πάχης ἀπέπεμψεν ὡς ἀδικοῦντας κρῖναι καθ᾽ ἡσυχίαν, τοὺς δ᾽ ἄλλους ἐᾶν οἰκεῖν. [3.48.2] τάδε γὰρ ἔς τε τὸ μέλλον ἀγαθὰ καὶ τοῖς πολεμίοις ἤδη φοβερά· ὅστις γὰρ εὖ βουλεύεται πρὸς τοὺς ἐναντίους κρείσσων ἐστὶν ἢ μετ᾽ ἔργων ἰσχύος ἀνοίᾳ ἐπιών.»
[3.49.1] Τοιαῦτα δὲ ὁ Διόδοτος εἶπεν. ῥηθεισῶν δὲ τῶν γνωμῶν τούτων μάλιστα ἀντιπάλων πρὸς ἀλλήλας οἱ Ἀθηναῖοι ἦλθον μὲν ἐς ἀγῶνα ὅμως τῆς δόξης καὶ ἐγένοντο ἐν τῇ χειροτονίᾳ ἀγχώμαλοι, ἐκράτησε δὲ ἡ τοῦ Διοδότου. [3.49.2] καὶ τριήρη εὐθὺς ἄλλην ἀπέστελλον κατὰ σπουδήν, ὅπως μὴ φθασάσης τῆς προτέρας εὕρωσι διεφθαρμένην τὴν πόλιν· προεῖχε δὲ ἡμέρᾳ καὶ νυκτὶ μάλιστα. [3.49.3] παρασκευασάντων δὲ τῶν Μυτιληναίων πρέσβεων τῇ νηὶ οἶνον καὶ ἄλφιτα καὶ μεγάλα ὑποσχομένων, εἰ φθάσειαν, ἐγένετο σπουδὴ τοῦ πλοῦ τοιαύτη ὥστε ἤσθιόν τε ἅμα ἐλαύνοντες οἴνῳ καὶ ἐλαίῳ ἄλφιτα πεφυραμένα, καὶ οἱ μὲν ὕπνον ᾑροῦντο κατὰ μέρος, οἱ δὲ ἤλαυνον. [3.49.4] κατὰ τύχην δὲ πνεύματος οὐδενὸς ἐναντιωθέντος καὶ τῆς μὲν προτέρας νεὼς οὐ σπουδῇ πλεούσης ἐπὶ πρᾶγμα ἀλλόκοτον, ταύτης δὲ τοιούτῳ τρόπῳ ἐπειγομένης, ἡ μὲν ἔφθασε τοσοῦτον ὅσον Πάχητα ἀνεγνωκέναι τὸ ψήφισμα καὶ μέλλειν δράσειν τὰ δεδογμένα, ἡ δ᾽ ὑστέρα αὐτῆς ἐπικατάγεται καὶ διεκώλυσε μὴ διαφθεῖραι. παρὰ τοσοῦτον μὲν ἡ Μυτιλήνη ἦλθε κινδύνου. [3.50.1] τοὺς δ᾽ ἄλλους ἄνδρας οὓς ὁ Πάχης ἀπέπεμψεν ὡς αἰτιωτάτους ὄντας τῆς ἀποστάσεως Κλέωνος γνώμῃ διέφθειραν οἱ Ἀθηναῖοι (ἦσαν δὲ ὀλίγῳ πλείους χιλίων), καὶ Μυτιληναίων τείχη καθεῖλον καὶ ναῦς παρέλαβον. [3.50.2] ὕστερον δὲ φόρον μὲν οὐκ ἔταξαν Λεσβίοις, κλήρους δὲ ποιήσαντες τῆς γῆς πλὴν τῆς Μηθυμναίων τρισχιλίους τριακοσίους μὲν τοῖς θεοῖς ἱεροὺς ἐξεῖλον, ἐπὶ δὲ τοὺς ἄλλους σφῶν αὐτῶν κληρούχους τοὺς λαχόντας ἀπέπεμψαν· οἷς ἀργύριον Λέσβιοι ταξάμενοι τοῦ κλήρου ἑκάστου τοῦ ἐνιαυτοῦ δύο μνᾶς φέρειν αὐτοὶ εἰργάζοντο τὴν γῆν. [3.50.3] παρέλαβον δὲ καὶ τὰ ἐν τῇ ἠπείρῳ πολίσματα οἱ Ἀθηναῖοι ὅσων Μυτιληναῖοι ἐκράτουν, καὶ ὑπήκουον ὕστερον Ἀθηναίων. τὰ μὲν κατὰ Λέσβον οὕτως ἐγένετο.
[3.51.1] Ἐν δὲ τῷ αὐτῷ θέρει μετὰ τὴν Λέσβου ἅλωσιν Ἀθηναῖοι Νικίου τοῦ Νικηράτου στρατηγοῦντος ἐστράτευσαν ἐπὶ Μινῴαν τὴν νῆσον, ἣ κεῖται πρὸ Μεγάρων· ἐχρῶντο δὲ αὐτῇ πύργον ἐνοικοδομήσαντες οἱ Μεγαρῆς φρουρίῳ. [3.51.2] ἐβούλετο δὲ Νικίας τὴν φυλακὴν αὐτόθεν δι᾽ ἐλάσσονος τοῖς Ἀθηναίοις καὶ μὴ ἀπὸ τοῦ Βουδόρου καὶ τῆς Σαλαμῖνος εἶναι, τούς τε Πελοποννησίους, ὅπως μὴ ποιῶνται ἔκπλους αὐτόθεν λανθάνοντες τριήρων τε, οἷον καὶ τὸ πρὶν γενόμενον, καὶ λῃστῶν ἐκπομπαῖς, τοῖς τε Μεγαρεῦσιν ἅμα μηδὲν ἐσπλεῖν. [3.51.3] ἑλὼν οὖν ἀπὸ τῆς Νισαίας πρῶτον δύο πύργω προύχοντε μηχαναῖς ἐκ θαλάσσης καὶ τὸν ἔσπλουν ἐς τὸ μεταξὺ τῆς νήσου ἐλευθερώσας ἀπετείχιζε καὶ τὸ ἐκ τῆς ἠπείρου, ᾗ κατὰ γέφυραν διὰ τενάγους ἐπιβοήθεια ἦν τῇ νήσῳ οὐ πολὺ διεχούσῃ τῆς ἠπείρου. [3.51.4] ὡς δὲ τοῦτο ἐξειργάσαντο ἐν ἡμέραις ὀλίγαις, ὕστερον δὴ καὶ ἐν τῇ νήσῳ τεῖχος ἐγκαταλιπὼν καὶ φρουρὰν ἀνεχώρησε τῷ στρατῷ.

[3.48.1] »Πεισθείτε, λοιπόν, ότι η πρότασή μου είναι η πιο σωστή. Μην παρασυρθείτε ούτε από τον οίκτο, ούτε από την επιείκεια —ούτε εγώ θα ήθελα να παρασυρθείτε από τα αισθήματα αυτά— αλλά ακούστε τις συμβουλές μου. Τους Μυτιληναίους που έστειλε ο Πάχης επειδή τους θεώρησε ενόχους, δικάστε τους με ηρεμία, αλλά τους υπολοίπους αφήστε τους να ζουν στην πατρίδα τους. [3.48.2] Μια τέτοια απόφαση θα μας ωφελήσει στο μέλλον και θα φοβίσει τους εχθρούς μας από τώρα. Όποιος ακολουθεί μιαν επιτήδεια πολιτική απέναντι του εχθρού του είναι ισχυρότερος από εκείνον που μεταχειρίζεται, άστοχα, την βία για να δράσει εναντίον του».
[3.49.1] Αυτά, περίπου, είπε ο Διόδοτος. Και αφού υποστηρίχτηκαν οι δύο αυτές απόψεις που ήσαν διαμετρικά αντίθετες, οι Αθηναίοι βρέθηκαν σε αμηχανία τί απόφαση να πάρουν, και στην ψηφοφορία που έγινε με σήκωμα των χεριών, σημειώθηκε σχεδόν ισοψηφία, αλλά νίκησε η γνώμη του Διοδότου. [3.49.2] Έστειλαν, αμέσως, δεύτερο καράβι για να προλάβει το πρώτο που είχε φύγει ένα ολόκληρο μερόνυχτο πριν, και να μην βρει την Μυτιλήνη καταστραμμένη. [3.49.3] Οι πρέσβεις των Μυτιληναίων εφοδιάσαν το πλήρωμα με κρασί και με αλεύρι και τους έδωσαν πολλές υποσχέσεις, αν πρόφταιναν. Έκαναν το ταξίδι τόσο γρήγορα, ώστε οι ναύτες χωρίς να σταματούν να κωπηλατούν έτρωγαν ζυμάρι από αλεύρι και κρασί ή λάδι. Έκαναν βάρδιες, ώστε μερικοί να κοιμούνται κι άλλοι να κωπηλατούν. [3.49.4] Ευτυχώς δεν φύσηξε άνεμος ενάντιος. Έτσι, ενώ το πρώτο καράβι ταξίδευε αργά έχοντας να μεταφέρει μια τρομερή παραγγελία, το δεύτερο έβιαζε την πορεία του. Γι᾽ αυτό και το πρώτο έφτασε με τόση μόνο διαφορά, όση ώρα χρειάστηκε ο Πάχης να διαβάσει το ψήφισμα και να ετοιμαστεί να εκτελέσει την διαταγή. Το δεύτερο καράβι πρόλαβε να φτάσει και να εμποδίσει την καταστροφή. Από τόσο μόνο γλίτωσε η Μυτιλήνη την συμφορά.
[3.50.1] Τους πρωταίτιους της αποστασίας που είχε στείλει ο Πάχης στην Αθήνα, τους σκότωσαν οι Αθηναίοι ακολουθώντας την συμβουλή του Κλέωνος. Ήσαν λίγο περισσότεροι από χίλιους. Κατεδάφισαν τα τείχη της Μυτιλήνης και πήραν το στόλο της. [3.50.2] Δεν έβαλαν φόρο στην Μυτιλήνη, αλλά διαίρεσαν όλο το νησί —εκτός από την γη των Μηθυμναίων— σε τρεις χιλιάδες κλήρους. Τους τριακόσιους αφιέρωσαν στους θεούς και τους υπόλοιπους τους μοίρασαν σε δικούς τους κληρούχους που διάλεξαν με κλήρο. Αργότερα οι Λέσβιοι ανάλαβαν να πληρώνουν στους κληρούχους αυτούς δύο μνες τον χρόνο για κάθε κλήρο και καλλιέργησαν οι ίδιοι την γη τους. [3.50.3] Οι Αθηναίοι πήραν και όλες τις μικρές πολιτείες που εξουσίαζαν οι Μυτιληναίοι στην αντικρινή ηπειρωτική ακτή κι έγιναν κι αυτές υποτακτικές της Αθήνας. Αυτά ήσαν τα γεγονότα της Λέσβου.
[3.51.1] Το ίδιο καλοκαίρι και μετά την υποταγή της Λέσβου, οι Αθηναίοι έκαναν εκστρατεία με στρατηγό τον Νικία του Νικηράτου εναντίον του νησιού Μινώα που βρίσκεται αντίκρυ στα Μέγαρα. Οι Μεγαρείς είχαν χτίσει εκεί έναν πύργο και είχαν βάλει φρουρά. [3.51.2] Σκοπός του Νικία ήταν να την κάνει βάση αθηναϊκή που θα ήταν πιο κοντά από ό,τι ήταν το ακρωτήριο Βούδορο ή η Σαλαμίνα, ώστε να εμποδίσει τους Πελοποννησίους να βγαίνουν απαρατήρητοι με τα πολεμικά τους —όπως το είχαν κάνει σε προηγούμενη περίσταση— ή να κάνουν ληστρικές επιδρομές. Ταυτόχρονα η βάση αυτή θα εμπόδιζε οποιοδήποτε καράβι να μπαίνει στο λιμάνι των Μεγάρων. [3.51.3] Έκανε πρώτα επίθεση από θάλασσα στο μέρος αντίκρυ από την Νίσαια και κυρίεψε, με πολιορκητικές μηχανές, δύο προχωρημένους πύργους. Αφού εξασφάλισε το στενό μεταξύ του νησιού και της στεριάς, έχτισε ένα τείχος προς το μέρος από όπου μπορούσαν να στείλουν οι Μεγαρείς ενισχύσεις στο νησί από μια γέφυρα φτιαγμένη στην στενή ρήχη που χωρίζει το νησί απ᾽ τη στεριά. [3.51.4] Γι᾽ αυτά του χρειάστηκαν λίγες μέρες. Ύστερα έχτισε ένα οχυρό στο νησί όπου έβαλε φρουρά, κι έφυγε με τον στρατό του.