Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΙΝΔΑΡΟΣ

Πυθιονίκαις (1.61-1.80)


τῷ πόλιν κείναν θεοδμάτῳ σὺν ἐλευθερίᾳ [στρ. δ]
Ὑλλίδος στάθμας Ἱέρων ἐν νόμοις ἔ-
κτισσε· θέλοντι δὲ Παμφύλου
καὶ μὰν Ἡρακλειδᾶν ἔκγονοι
ὄχθαις ὕπο Ταϋγέτου ναίοντες αἰ-
εὶ μένειν τεθμοῖσιν ἐν Αἰγιμιοῦ
65 Δωριεῖς. ἔσχον δ᾽ Ἀμύκλας ὄλβιοι
Πινδόθεν ὀρνύμενοι, λευκοπώλων
Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι
γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς.

Ζεῦ τέλει᾽, αἰεὶ δὲ τοιαύταν Ἀμένα παρ᾽ ὕδωρ [αντ. δ]
αἶσαν ἀστοῖς καὶ βασιλεῦσιν διακρί-
νειν ἔτυμον λόγον ἀνθρώπων.
σύν τοι τίν κεν ἁγητὴρ ἀνήρ,
70 υἱῷ τ᾽ ἐπιτελλόμενος, δᾶμον γεραί-
ρων τράποι σύμφωνον ἐς ἡσυχίαν.
λίσσομαι νεῦσον, Κρονίων, ἥμερον
ὄφρα κατ᾽ οἶκον ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσα-
νῶν τ᾽ ἀλαλατὸς ἔχῃ, ναυ-
σίστονον ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας,

οἷα Συρακοσίων ἀρχῷ δαμασθέντες πάθον, [επωδ. δ]
ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόν-
τῳ βάλεθ᾽ ἁλικίαν,
75 Ἑλλάδ᾽ ἐξέλκων βαρείας δουλίας. ἀρέομαι
πὰρ μὲν Σαλαμῖνος Ἀθαναίων χάριν
μισθόν, ἐν Σπάρτᾳ δ᾽ ‹ἀπὸ› τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν,
ταῖσι Μήδειοι κάμον ἀγκυλότοξοι,
παρ‹ὰ› δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν
Ἱμέρα παίδεσσιν ὕμνον Δεινομένεος τελέσαις,
80 τὸν ἐδέξαντ᾽ ἀμφ᾽ ἀρετᾷ, πολεμίων ἀνδρῶν καμόντων.


Γι᾽ αυτόν ο Ιέρων έχτισε την πόλη εκείνη —τη λευτεριά της πύργωσαν θεοί— [στρ. δ]
αλφαδιασμένη με τους νόμους της φυλής του Ύλλου·
μα και του Πάμφυλου οι απόγονοι καθώς και των Ηρακλειδών
που ζούνε στα ριζά του Ταϋγέτου
θέλουνε να κρατούνε τους θεσμούς του Αιγιμιού
65μένοντας πάντα Δωριείς.
Από την Πίνδο ξεκινώντας, πήραν οι μακάριοι τις Αμύκλες,
οι τρισένδοξοι γείτονες των Τυνδαριδών με τα λευκά τ᾽ άλογα,
κι άνθησε του κονταριού τους η φήμη.

Ω Δία που τέλος σε όλα δίνεις, μακάρι πλάι στου Αμένα τα νερά να βγαίνει αληθινός [αντ. δ]
ο λόγος των ανθρώπων
που τέτοια μοίρα πάντοτε ορίζει σε βασιλιάδες και πολίτες.
70Με σέ βοηθό ο άρχοντας δίνει στον γιο του συμβουλές·
μακάρι τον λαό να τιμήσει και να τον οδηγήσει σε ομοφροσύνη και γαλήνη.
Κατάνευσε, παρακαλώ σε, γιε του Κρόνου,
ήμεροι οι Φοίνικες στη χώρα τους να μένουν,
κι οι Τυρρηνοί χωρίς αλαλαγμούς πολέμου,
βλέποντας μπρος στην Κύμη πώς η έπαρσή τους στον στόλο θρήνο έφερε·

απ᾽ των Συρακουσίων τον αρχηγό το ξέρουνε τί πάθαν, [επωδ. δ]
σαν τους εδάμασε και πέταξε απ᾽ τα γοργά καράβια στη θάλασσα
75τη νιότη, την Ελλάδα από βαριά σκλαβιά λυτρώνοντας.
Τη Σαλαμίνα υμνώντας θα κερδίσω την εύνοια της Αθήνας γι᾽ αμοιβή μου·
της Σπάρτης την εύνοια, αν υμνήσω τη μάχη κοντά στον Κιθαιρώνα,
εκεί που οι Μήδοι οι καμπυλότοξοι λυγίσαν·
και για του Δεινομένη τα παιδιά ύμνο θα πλέξω,
80που τον εκέρδισαν με την παλικαριά τους,
πλάι στου Ιμέρα τα γάργαρα νερά
τον εχθρικό στρατό τσακίζοντας.


Γι᾽ αυτόν ο Ιέρωνας την έχτισε [στρ. δ]
την πόλη εκείνη, να την κυβερνά
με τη θεόφαντη τη λευτεριά
και με τους νόμους ταιριασμένους
στου Ύλλου τη στάφνη· γιατί θέλουνε
του Πάμφυλου οι απόγονοι και των Ηρακλειδών,
που κάτω απ᾽ του Ταΰγετου τους λόφους κατοικούν,
πάντα πιστοί στου Αιγιμιού να μένουν τους θεσμούς,
σαν Δωριείς, που από τον Πίνδο ξεκινήσαν
65και στις Αμύκλες ρίζωσαν
μες σ᾽ όλα τ᾽ αγαθά των,
των λευκοπώλων γείτονες Τυνδαριδών
κι άνθισε η δόξα των βαθιά
κι η φήμη της αντρειάς των.

Ω τέλειε Δία, τέτοια μοίρα πάντοτε [αντ. δ]
ας ξεχωρίζει αληθινός του κόσμου ο λόγος
πλάι στου Αμένα τα νερά
για το λαό και για τους άρχοντές του·
κι είθε με τη βοήθεια σου
70κι επίτροπο το γιο του ο Κυβερνήτης
τιμώντας του λαού τα δικαιώματα
σε ειρήνη μονιασμένη να καλοστρατίζει.
Κρονίδη, δέομαί σου, ευδόκησε
ήσυχος σπίτι ο Φοίνικας να μένει
κι ο αλαλητός των Τυρρηνών,
αφού την έπαρσή του είδε μπρος
στην Κύμη καραβοπνιγμένη.

Και πάθανε όσα πάθανε απ᾽ το βασιλιά [επωδ. δ]
το Συρακούσιο δαμασμένοι,
που το άνθος έριξε της νιότης των
στον πόντο απ᾽ τα γοργόδρομα καράβια,
75γλιτώνοντας απ᾽ τη βαριά
σκλαβιά των την Ελλάδα.
Των Αθηναίων την εύνοια
για πληρωμή της Σαλαμίνας θα ζητήσω,
μέσα στη Σπάρτη τους πολέμους της
κάτ᾽ απ᾽ τον Κιθαιρώνα θενα υμνήσω,
που οι Μήδοι οι καμπυλότοξοι αφανίστηκαν
και μπρος στις ασημόνερες ακτές του Ιμέρα
στου Δεινομένη τα παιδιά
του ύμνου το χρέος θα εξοφλήσω,
80που αξιώθηκαν για τη φθορά
που πάθανε οι εχθροί των.