Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ

Περικλῆς (10.1-10.8)


[10.1] Ὁ μὲν οὖν ἐξοστρακισμὸς ὡρισμένην εἶχε νόμῳ δεκαετίαν τοῖς φεύγουσιν· ἐν δὲ τῷ διὰ μέσου στρατῷ μεγάλῳ Λακεδαιμονίων ἐμβαλόντων εἰς τὴν Ταναγρικὴν καὶ τῶν Ἀθηναίων εὐθὺς ὁρμησάντων ἐπ᾽ αὐτούς, ὁ μὲν Κίμων ἐλθὼν ἐκ τῆς φυγῆς ἔθετο μετὰ τῶν φυλετῶν εἰς λόχον τὰ ὅπλα, καὶ δι᾽ ἔργων ἀπολύεσθαι τὸν Λακωνισμὸν ἐβούλετο συγκινδυνεύσας τοῖς πολίταις, οἱ δὲ φίλοι τοῦ Περικλέους συστάντες ἀπήλασαν αὐτὸν ὡς φυγάδα. [10.2] διὸ καὶ δοκεῖ Περικλῆς ἐρρωμενέστατα τὴν μάχην ἐκείνην ἀγωνίσασθαι καὶ γενέσθαι πάντων ἐπιφανέστατος, ἀφειδήσας τοῦ σώματος. [10.3] ἔπεσον δὲ καὶ τοῦ Κίμωνος οἱ φίλοι πάντες ὁμαλῶς οὓς Περικλῆς συνεπῃτίατο τοῦ Λακωνισμοῦ, καὶ μετάνοια δεινὴ τοὺς Ἀθηναίους καὶ πόθος ἔσχε τοῦ Κίμωνος, ἡττημένους μὲν ἐπὶ τῶν ὅρων τῆς Ἀττικῆς, προσδοκῶντας δὲ βαρὺν εἰς ἔτους ὥραν πόλεμον. [10.4] αἰσθόμενος οὖν ὁ Περικλῆς οὐκ ὤκνησε χαρίσασθαι τοῖς πολλοῖς, ἀλλὰ τὸ ψήφισμα γράψας αὐτὸς ἐκάλει τὸν ἄνδρα, κἀκεῖνος ἐπανελθὼν εἰρήνην ἐποίησε ταῖς πόλεσιν· οἰκείως γὰρ εἶχον οἱ Λακεδαιμόνιοι πρὸς αὐτόν, ὥσπερ ἀπήχθοντο τῷ Περικλεῖ καὶ τοῖς ἄλλοις δημαγωγοῖς. [10.5] ἔνιοι δέ φασιν οὐ πρότερον γραφῆναι τῷ Κίμωνι τὴν κάθοδον ὑπὸ τοῦ Περικλέους, ἢ συνθήκας αὐτοῖς ἀπορρήτους γενέσθαι δι᾽ Ἐλπινίκης, τῆς Κίμωνος ἀδελφῆς, ὥστε Κίμωνα μὲν ἐκπλεῦσαι λαβόντα ναῦς διακοσίας καὶ τῶν ἔξω στρατηγεῖν καταστρεφόμενον τὴν βασιλέως χώραν, Περικλεῖ δὲ τὴν ἐν ἄστει δύναμιν ὑπάρχειν. [10.6] ἐδόκει δὲ καὶ πρότερον ἡ Ἐλπινίκη τῷ Κίμωνι τὸν Περικλέα πρᾳότερον παρασχεῖν, ὅτε τὴν θανατικὴν δίκην ἔφευγεν. ἦν μὲν γὰρ εἷς τῶν κατηγόρων ὁ Περικλῆς ὑπὸ τοῦ δήμου προβεβλημένος, ἐλθούσης δὲ πρὸς αὐτὸν τῆς Ἐλπινίκης καὶ δεομένης, μειδιάσας εἶπεν· «ὦ Ἐλπινίκη, γραῦς εἶ, γραῦς εἶ, ὡς πράγματα τηλικαῦτα διαπράσσειν». οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸν λόγον ἅπαξ ἀνέστη τὴν προβολὴν ἀφοσιούμενος, καὶ τῶν κατηγόρων ἐλάχιστα τὸν Κίμωνα λυπήσας ἀπεχώρησε. [10.7] πῶς ἂν οὖν τις Ἰδομενεῖ πιστεύσειε κατηγοροῦντι τοῦ Περικλέους, ὡς τὸν δημαγωγὸν Ἐφιάλτην, φίλον γενόμενον καὶ κοινωνὸν ὄντα τῆς ἐν τῇ πολιτείᾳ προαιρέσεως, δολοφονήσαντος διὰ ζηλοτυπίαν καὶ φθόνον τῆς δόξης; ταῦτα γὰρ οὐκ οἶδ᾽ ὅθεν συναγαγὼν ὥσπερ χολὴν τἀνδρὶ προσβέβληκε, πάντῃ μὲν ἴσως οὐκ ἀνεπιλήπτῳ, φρόνημα δ᾽ εὐγενὲς ἔχοντι καὶ ψυχὴν φιλότιμον, οἷς οὐδὲν ἐμφύεται πάθος ὠμὸν οὕτω καὶ θηριῶδες. [10.8] Ἐφιάλτην μὲν οὖν, φοβερὸν ὄντα τοῖς ὀλιγαρχικοῖς καὶ περὶ τὰς εὐθύνας καὶ διώξεις τῶν τὸν δῆμον ἀδικούντων ἀπαραίτητον, ἐπιβουλεύσαντες οἱ ἐχθροὶ δι᾽ Ἀριστοδίκου τοῦ Ταναγρικοῦ κρυφαίως ἀνεῖλον, ὡς Ἀριστοτέλης εἴρηκεν. ἐτελεύτησε δὲ Κίμων ἐν Κύπρῳ στρατηγῶν.


Ανάκληση και θάνατος του Κίμωνα
[10.1] Η διάρκεια του εξοστρακισμού εκείνων που έδιωχνε η πόλη είχε οριστεί με νόμο για δέκα χρόνια. Μόλις είχε περάσει το μισό διάστημα της δεκαετίας που ο Κίμων ήταν εξοστρακισμένος, οι Λακεδαιμόνιοι με μεγάλο στρατό μπήκαν στην περιοχή της Τανάγρας και οι Αθηναίοι αμέσως όρμησαν εναντίον τους. Τότε ο Κίμων ήρθε από τον τόπο όπου ήταν εξοστρακισμένος και κατατάχτηκε και αυτός στο λόχο που υπηρετούσαν οι άντρες της φυλής του. Ήθελε με την πράξη του να ξεπλύνει την κατηγορία του λακωνισμού, κινδυνεύοντας στον αγώνα μαζί με τους συμπολίτες του. Αλλά οι φίλοι του Περικλή συνεννοήθηκαν και τον έδιωξαν με τη δικαιολογία ότι ήταν εξοστρακισμένος. [10.2] Για τούτο, φαίνεται, ο Περικλής σ᾽ εκείνη τη μάχη πολέμησε με πολλή αντρεία και ξεχώρισε απ᾽ όλους τους άλλους, αψηφώντας τη ζωή του. [10.3] Αλλά έπεσαν σ᾽ αυτή τη μάχη και όλοι μαζί οι φίλοι του Κίμωνα, αυτοί που ο Περικλής τους κατηγορούσε επίσης ως φίλους των Λακεδαιμονίων. Και τότε μετάνιωσαν πικρά οι Αθηναίοι και αποζητούσαν τον Κίμωνα, πολύ περισσότερο μάλιστα γιατί νικήθηκαν στα σύνορα της Αττικής και περίμεναν πως την ερχόμενη άνοιξη θα ξανάρχιζε άγριος ο πόλεμος. [10.4] Κατάλαβε ο Περικλής τις διαθέσεις αυτές του λαού και δε δίστασε να τον ικανοποιήσει. Υπόβαλε ο ίδιος στην εκκλησία του δήμου ψήφισμα για την ανάκληση του Κίμωνα και όταν εκείνος γύρισε στην πατρίδα του, κατόρθωσε να συμφωνηθεί ειρήνη ανάμεσα στις δύο πόλεις· γιατί οι Λακεδαιμόνιοι είχαν τόση συμπάθεια στον Κίμωνα, όση αντιπάθεια στον Περικλή και στους άλλους δημοκρατικούς αρχηγούς. [10.5] Μερικοί ισχυρίζονται ότι πριν ο Περικλής υποβάλει την πρόταση για την επάνοδο του Κίμωνα, είχε συνεννοηθεί μυστικά μαζί του με τη μεσολάβηση της αδερφής του Κίμωνα Ελπινίκης και είχαν συμφωνήσει: ο Κίμων να φύγει με διακόσια πλοία και να είναι στρατηγός μακριά από την Αττική καταστρέφοντας τη χώρα του βασιλιά των Περσών, και ο Περικλής να έχει την εξουσία μέσα στην πόλη. [10.6] Φαίνεται πως και πρωτύτερα η Ελπινίκη είχε μεσολαβήσει, για να καταπραΰνει τον Περικλή απέναντι του Κίμωνα, όταν αυτός δικαζόταν και κινδύνευε να καταδικαστεί σε θάνατο. Τότε ο Περικλής ήταν ένας από τους κατηγόρους που είχε ορίσει ο δήμος και, όταν ήρθε σ᾽ αυτόν η Ελπινίκη και τον παρακαλούσε, αυτός χαμογέλασε και είπε: «Ελπινίκη, είσαι γριά, είσαι πολύ γριά, για ν᾽ ανακατεύεσαι σε τόσο μεγάλα ζητήματα». Και όμως στη δίκη δε σηκώθηκε να μιλήσει παρά μόνο μια φορά, αναγκασμένος από την εντολή που είχε αναλάβει, και, αφού επιβάρυνε τον Κίμωνα όσο μπορούσε λιγότερο από τους άλλους κατηγόρους, αποχώρησε από τη συνεδρίαση. [10.7] Πώς λοιπόν, ύστερ᾽ απ᾽ αυτά, μπορεί κανείς να δώσει πίστη στα λόγια του Ιδομενέα, που κατηγορεί τον Περικλή, πως τάχα τον Εφιάλτη, το δημοκρατικό αρχηγό, που ήταν φίλος και πολιτικός συνεργάτης του, τον δολοφόνησε από ζηλοτυπία και από φθόνο για τη δόξα του; Δεν ξέρω από πού τα μάζεψε αυτά και τα έριξε σα χολή στο πρόσωπο του Περικλή, που ίσως να μην είναι ολότελα άμεμπτος, πάντως όμως είχε φρόνημα ευγενικό και γενναιοψυχία, αρετές από τις οποίες δεν μπορούσε ποτέ να βλαστήσει πάθος τόσο σκληρό και τόσο απάνθρωπο. [10.8] Η αλήθεια είναι ότι τον Εφιάλτη που ήταν φοβερός αντίπαλος των ολιγαρχικών και αλύγιστος στην αναζήτηση ευθύνης και στην καταδίωξη κάθε αδικητή του λαού, τον επιβουλεύτηκαν οι εχθροί του· αυτοί έβαλαν τον Αριστόδικο από την Τανάγρα και τον σκότωσε κρυφά, όπως λέει ο Αριστοτέλης.
Όσο για τον Κίμωνα, αυτός πέθανε στην Κύπρο, όπου ήταν στρατηγός.