| 
 ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟΧΟΡ. Αρχοντόσπιτο ανοιχτό στους ξένους πάντα,
 σπίτι ανθρώπου ανοιχτοχέρη,
 570ως  κι ο Απόλλωνας, ο Πύθιος, ο λυράρης,
 δέχτηκε σ᾽ εσέ να μείνει
 και να γίνει στα δικά σου βοσκοτόπια
 προβατάρης· κι η φλογέρα του σκοπούς
 έπαιζε ποιμενικούς
 στις μακριές βουνοπλαγιές,
 τα δικά σου όταν ζευγάρωναν κοπάδια.
 
 Μαγεμένες απ᾽ τη γλύκα τους κι οι λύγκες
 πλουμιστές μαζί βοσκούσαν·
 580κι απ᾽ της Όθρης τα φαράγγια κατεβήκαν
 τα μαυρόξανθα λιοντάρια·
 και πιο πέρ᾽ απ᾽ τα ψηλά, τα φουντωμένα
 έλατα, ένα γοργοκίνητο, ελαφρό
 ελαφάκι παρδαλό
 βγήκε κι έστησε χορό,
 Φοίβε, Φοίβε, στης κιθάρας σου τον ήχο.
 
 Και γι᾽ αυτό κοντά στη λίμνη εκεί της Βοίβης
 με τα καθαρά νερά
 έχει ο Άδμητος αμέτρητα κοπάδια·
 590τα οργωμένα του χωράφια
 κι οι πλατιοί ανοιχτοί του κάμποι
 σύνορο έχουν
 κατά κει που ο Ήλιος λύνει τ᾽ άλογά του,
 δυτικά, τον ουρανό των Μολοσσών·
 και το Πήλιο από την άλλη
 κυβερνάει, όπου τ᾽ αλίμενα του Αιγαίου
 ακρογιάλια.
 
 Ως και σήμερα, με μάτια δακρυσμένα,
 κι ενώ κλαίει την ακριβή,
 την ασύγκριτη γυναίκα που έχει χάσει,
 διάπλατ᾽ άνοιξε τις θύρες
 600του σπιτιού του για τον ξένο.
 Ω, η ευγένεια
 φέρνει πάντα την ευλάβεια προς τους άλλους.
 Έχει ο ενάρετος και φρόνηση πολλή.
 Τον θαυμάζω εγώ κι ελπίζω
 πως καλό θα δει ένας άνθρωπος με τόση
 θεοσέβεια.
 
 |