[1.118.1] Μετά από λίγα χρόνια έγιναν τα όσα ιστορήθηκαν στην αρχή, δηλαδή τα Κερκυραϊκά και τα Ποτιδαιατικά και όσα άλλα έγιναν αιτία του πολέμου αυτού. [1.118.2] Όλοι αυτοί οι πόλεμοι, τους οποίους έκαναν οι Έλληνες, είτε μεταξύ τους είτε εναντίον των βαρβάρων, έγιναν στα πενήντα περίπου χρόνια από την υποχώρηση του Ξέρξη έως την αρχή του πολέμου αυτού. Στο διάστημα αυτό οι Αθηναίοι εδραίωσαν την ηγεμονία τους κι έγιναν μεγάλη δύναμη. Οι Λακεδαιμόνιοι το έβλεπαν, αλλά μόνο σπασμωδικές προσπάθειες έκαναν για να τους σταματήσουν και τον περισσότερο καιρό αδρανούσαν, γιατί και προηγουμένως δύσκολα αποφάσιζαν να πολεμήσουν, εκτός εάν ήταν απόλυτη ανάγκη. Εκτός απ᾽ αυτό, και οι πόλεμοι με τους γείτονές τους τούς ήσαν εμπόδιο. Η κατάσταση αυτή εξακολουθούσε έως τη στιγμή που αναπτύχθηκε πάρα πολύ η δύναμη της Αθήνας και άρχισε να βλάπτει τους συμμάχους της Σπάρτης. Τότε θεώρησαν ότι δεν μπορούσαν πια ν᾽ ανεχθούν την κατάσταση και ότι έπρεπε να δράσουν αποφασιστικά και να καταστρέψουν, αν μπορούσαν, τη δύναμη των Αθηναίων προκαλώντας τον πόλεμο αυτόν. [1.118.3] Οι Λακεδαιμόνιοι είχαν, λοιπόν, αποφασίσει ότι οι τριαντάχρονες σπονδές είχαν λυθεί και ότι οι Αθηναίοι τις είχαν παραβιάσει. Έστειλαν στους Δελφούς να ρωτήσουν τον θεό αν θα κάνουν καλά να πολεμήσουν και ο θεός, καθώς λέγεται, τους αποκρίθηκε ότι, αν κάνουν τον πόλεμο με όλες τις τους τις δυνάμεις, θα νικήσουν και ότι αυτός ο ίδιος θα τους βοηθήσει, είτε του το ζητήσουν είτε όχι. [1.119.1] Τότε συγκαλέσαν πάλι τους συμμάχους τους για να τους βάλουν να ψηφίσουν αν πρέπει να γίνει πόλεμος. Όταν οι αντιπρόσωποι των συμμάχων τους έφτασαν στην Σπάρτη κι έγινε συνέλευση, πολλοί είπαν εκείνο που ο καθένας τους έκρινε σκόπιμο, κατηγόρησαν τους Αθηναίους και αξίωσαν να γίνει πόλεμος. Οι Κορίνθιοι που, από πριν, είχαν ζητήσει από κάθε σύμμαχο να ψηφίσει πόλεμο, επειδή φοβόνταν ότι η Ποτίδαια δεν θα μπορέσει να κρατήσει πολύ, παρουσιάστηκαν τελευταίοι και είπαν περίπου τα ακόλουθα: [1.120.1] «Σύμμαχοι! Δεν μπορούμε πια να κατηγορούμε τους Λακεδαιμονίους ότι δεν εψήφισαν πόλεμο ή ότι δεν μας συγκάλεσαν για τον σκοπό αυτόν. Αν οι αρχηγοί έχουν δικαίωμα να κανονίζουν μόνοι τους τις εσωτερικές τους υποθέσεις, όπως και κάθε άλλο μέλος της συμμαχίας, έχουν όμως το καθήκον να έχουν την πρώτη ευθύνη στο ν᾽ αποφασίζουν για τα κοινά ζητήματα της συμμαχίας, όπως έχουν και την πρώτη θέση στις τιμές. [1.120.2] Όσοι από μας είχαν δοσοληψίες με τους Αθηναίους δεν έχουν ανάγκη από συμβουλές για να φυλάγονται από αυτούς. Οι άλλοι, όσοι κατοικούν σε μεσόγεια μέρη, μακριά από τις θαλάσσιες συγκοινωνίες, πρέπει να ξέρουν ότι, αν δεν βοηθήσουν τις παράλιες πολιτείες, θα τους είναι δύσκολο να διαθέσουν τα γεωργικά τους προϊόντα και να τα εμπορεύονται με τα όσα η θάλασσα προμηθεύει στην στεριά. Και δεν πρέπει να κρίνουν σφαλερά τα όσα λέγονται εδώ, σαν σκέψεις που δεν τους ενδιαφέρουν. Πρέπει αντίθετα να σκεφτούν ότι, αν αδιαφορήσουν τώρα για τις παράλιες πολιτείες, θα έρθει στιγμή που θα κινδυνέψουν κι εκείνοι. Πρέπει να σκεφτούν ότι η συνέλευση γίνεται τόσο για τα συμφέροντα των άλλων όσο και για τα δικά τους συμφέροντα. [1.120.3] Για τον λόγο αυτόν δεν πρέπει να έχουν κανένα δισταγμό να προτιμήσουν τον πόλεμο απ᾽ την ειρήνη. Οι φρόνιμοι, όταν δεν τους αδικεί κανείς, μένουν, βέβαια, ήσυχοι, αλλά οι γενναίοι, όταν αδικούνται, πολεμούν· και όταν ο πόλεμος τους ευνοήσει, κάνουν πάλι ειρήνη. Και δεν παρασύρονται αλόγιστα από τις πιθανές επιτυχίες που ίσως φέρει ο πόλεμος, αλλά ούτε και ανέχονται τις αδικίες, επειδή βρίσκουν ευχάριστη την ειρηνική ζωή. [1.120.4] Όσοι αδρανούν, επειδή έχουν ευχάριστη ζωή, κινδυνεύουν γρήγορα να χάσουν την ευχαρίστηση αυτή, αιτία της αδράνειάς τους, αλλά και όσοι δείχνουν πλεονεξία με την σκέψη της πολεμικής επιτυχίας δεν καταλαβαίνουν πόσο απατηλή είναι η έπαρσή τους. [1.120.5] Πολλές επιχειρήσεις που σχεδιάστηκαν με αμέλεια πέτυχαν γιατί αντιμετώπισαν άβουλους αντιπάλους, αλλά και άλλες, περισσότερες αυτές, που είχαν μελετηθεί, καταλήξαν σε οικτρή αποτυχία γιατί κανείς, ποτέ, δεν έχει στην εκτέλεση όση αυτοπεποίθηση έχει στην κατάστρωση ενός σχεδίου. Καταστρώνομε σχέδια ενώ βρισκόμαστε σε ασφάλεια, αλλά όταν τα εκτελούμε υστερούμε έχοντας το αίσθημα του κινδύνου. [121.1.1] «Εμείς, όμως, αρχίζομε τώρα τον πόλεμο επειδή έχομε υποστεί πολλές αδικίες και έχομε σοβαρούς λόγους να κατηγορούμε τον εχθρό, αλλά όταν νικήσομε τους Αθηναίους, θα τερματίσομε τον πόλεμο στην κατάλληλη στιγμή. |