[7.131.1] Λοιπόν ο Ξέρξης παρέμενε αρκετές μέρες στα μέρη της Πιερίας· γιατί το ένα τρίτο του στρατού του έκοβε το δάσος του Μακεδονικού όρους, για να περάσει αποκεί όλο το στράτευμα στη χώρα των Περραιβών. Και στο μεταξύ γύρισαν οι κήρυκες που είχε στείλει στην Ελλάδα για να ζητήσουν γην και ύδωρ, άλλοι με άδεια χέρια κι άλλοι φέρνοντας γην και ύδωρ. [7.132.1] Νά ο κατάλογος εκείνων που τα έδωσαν: Θεσσαλοί, Δόλοπες, Ενιάνες, Περραιβοί, Λοκροί, Μάγνητες, Μαλιείς, Αχαιοί της Φθιώτιδας, Θηβαίοι και οι υπόλοιποι Βοιωτοί, εκτός απ᾽ τους Θεσπιείς και τους Πλαταιείς. [7.132.2] Οι Έλληνες που σήκωσαν το βάρος του πολέμου εναντίον των βαρβάρων έδωσαν επίσημο όρκο για να τους απειλήσουν. Νά το περιεχόμενο του όρκου: «Όσοι, όντας Έλληνες, παραδόθηκαν στους Πέρσες χωρίς εξωτερική βία, όταν με το καλό αποκατασταθούν τα πράματα, θα υποχρεωθούν να πληρώσουν στο θεό των Δελφών το ένα δέκατο απ᾽ όλο το έχει τους». Αυτό λοιπόν ήταν το περιεχόμενο του όρκου των Ελλήνων. [7.133.1] Στην Αθήνα και τη Σπάρτη όμως ο Ξέρξης δεν έστειλε κήρυκες για να ζητήσουν γην και ύδωρ, κι ο λόγος ήταν ο εξής: όταν την πρώτη φορά ο Δαρείος έστειλε για τον ίδιο σκοπό, οι πρώτοι αυτούς που ήρθαν να ζητήσουν τους έριξαν στο βάραθρο, κι οι δεύτεροι σε πηγάδι και τους καλούσαν να πάρουν αποκεί γην και ύδωρ και να τα παν στο βασιλιά τους. [7.133.2] Γι᾽ αυτό το λόγο ο Ξέρξης δεν έστειλε ανθρώπους για να ζητήσουν. Τώρα, ποιά δυσάρεστη συνέπεια είχε για τους Αθηναίους η μεταχείριση αυτή που επιφύλαξαν στους κήρυκες, δεν είμαι σε θέση να το πω, εκτός που διαγουμίστηκε η χώρα και η πόλη τους· δεν πιστεύω όμως πως αυτή ήταν η αιτία του παθήματός τους. [7.134.1] Αντίθετα στους Λακεδαιμονίους ξέσπασε η μάνητα του Ταλθυβίου, του κήρυκα του Αγαμέμνονος. Γιατί στη Σπάρτη υπάρχει ναός του Ταλθυβίου, ζουν και οι απόγονοί του, οι ονομαζόμενοι Ταλθυβιάδες, που τους έχουν δοθεί ως τιμητικό προνόμιο όλες οι αποστολές κηρύκων που στέλνει η Σπάρτη. [7.134.2] Κι ύστερ᾽ απ᾽ αυτό οι Σπαρτιάτες από τις θυσίες που έκαναν άδικα περίμεναν αίσια προμηνύματα. Κι αυτό κράτησε πολύ καιρό στην πόλη τους. Και καθώς οι Λακεδαιμόνιοι αγαναχτούσαν και το θεωρούσαν μεγάλη συμφορά, συγκαλούσαν πολλές φορές συνέλευση των πολιτών τους κι ο κήρυκας φώναζε: «Ποιός Σπαρτιάτης δέχεται με τη θέλησή του να δώσει τη ζωή του για τη Σπάρτη;», ο Σπερθίας, ο γιος του Ανηρίστου, κι ο Βούλις, ο γιος του Νικολάου, Σπαρτιάτες που κι απ᾽ τη φύση τους ήταν προικισμένοι με χαρίσματα κι από την πλουσιότερη τάξη της πόλης, ανέλαβαν εθελοντικά να τιμωρηθούν από τον Ξέρξη για τη θανάτωση των κηρύκων του Δαρείου στη Σπάρτη. [7.134.3] Έτσι οι Σπαρτιάτες τους έστειλαν στους Πέρσες για να θανατωθούν. [7.135.1] Αξιοθαύμαστη στάθηκε και αυτή η τολμηρή πράξη των αντρών αυτών, αλλά κοντά σ᾽ αυτήν και τα λόγια τους. Δηλαδή, στην πορεία τους προς τα Σούσα φτάνουν στην αυλή του Υδάρνη. Κι ο Υδάρνης, Πέρσης στην καταγωγή, ήταν διοικητής των στρατιωτικών δυνάμεων στα παραθαλάσσια της Μικράς Ασίας· αυτός τους φιλοξένησε κάνοντάς τους τραπέζι· και πάνω στο τραπέζι, τους ρώτησε: [7.135.2] «Άνδρες Λακεδαιμόνιοι, γιατί δε δέχεστε να γίνετε φίλοι του βασιλιά; Νά, βλέπετε πώς ξέρει ο βασιλιάς να τιμά τους άντρες που έχουν αρετή, ρίχνοντας μια ματιά σε μένα και τη θέση που κατέχω. Έτσι λοιπόν κι εσείς, αν γίνετε άνθρωποι του βασιλιά (γιατί έχει σχηματίσει τη γνώμη πως είστε άντρες με αρετή), ο καθένας σας θα μπορούσε να εξουσιάζει μια περιοχή της Ελλάδας που θα του παραχωρούσε ο βασιλιάς». Η απόκρισή τους ήταν η εξής: [7.135.3] «Υδάρνη, η συμβουλή που μας απευθύνεις στηρίζεται σε μονόπλευρη εμπειρία· γιατί μας συμβουλεύεις για δυο πράγματα, που το ένα τους το δοκίμασες, το άλλο όμως όχι· δηλαδή γνωρίζεις πολύ καλά πώς ζουν οι δούλοι, όμως δε δοκίμασες ώς σήμερα την ελευθερία, τί άραγε να ᾽ναι, γλυκό ή όχι. Γιατί αν κάποτε τη δοκίμαζες, θα μας συμβούλευες ν᾽ αγωνιζόμαστε γι᾽ αυτήν όχι μονάχα με δόρατα, αλλά και με τσεκούρια». Αυτή την απάντηση έδωσαν στον Υδάρνη. [7.136.1] Κι αποκεί ανέβηκαν στα Σούσα· κι όταν παρουσιάστηκαν στο βασιλιά, πρώτα πρώτα, ενώ οι σωματοφύλακές του τους πρόσταζαν, ασκώντας βία, να πέσουν και προσκυνήσουν το βασιλιά, δε δέχτηκαν με κανένα τρόπο να το κάνουν, όσο κι αν εκείνοι τους έσπρωχναν το κεφάλι προς τα κάτω· γιατί, επέμεναν, ούτε στο νόμο τους είναι γραμμένο να προσκυνούν άνθρωπο ούτε γι᾽ αυτό ήρθαν· κι αφού με αγώνα απέφυγαν την προσκύνηση, κατόπι λένε τα εξής και με το ακόλουθο περίπου περιεχόμενο: [7.136.2] «Βασιλιά των Μήδων, εμάς μας έστειλαν οι Λακεδαιμόνιοι αντιστάθμισμα για τους κήρυκές σας που θανατώθηκαν στη Σπάρτη, για να πληρώσουμε εμείς για το θάνατό τους». Είπαν αυτοί τα παραπάνω, κι ο Ξέρξης, δείχνοντας μεγαλοψυχία, είπε πως δε θα μοιάσει τους Λακεδαιμονίους· γιατί εκείνοι, σκοτώνοντας κήρυκες, καταπάτησαν αυτά που όλοι οι άνθρωποι σέβονται σα νόμο, όμως αυτός δε θα κάνει εκείνα, για τα οποία τους μέμφεται, ούτε σκοτώνοντας για εκδίκηση εκείνους θ᾽ απαλλάξει τους Λακεδαιμονίους από το κρίμα τους. [7.137.1] Έτσι, κι ύστερ᾽ απ᾽ αυτή την πράξη των Σπαρτιατών, σταμάτησε προς το παρόν η μάνητα του Ταλθυβίου, αν και ο Σπερθίας κι ο Βούλις γύρισαν στη Σπάρτη. Όμως, ύστερ᾽ από μεγάλο χρονικό διάστημα, αναζωπυρώθηκε, τον καιρό του πολέμου των Πελοποννησίων και των Αθηναίων, όπως λένε οι Λακεδαιμόνιοι. Εγώ όμως νά πού βλέπω, μέσα σ᾽ όλη αυτή την υπόθεση, την εντυπωσιακότερη παρέμβαση των θεών: [7.137.2] Το ότι βέβαια η μάνητα του Ταλθυβίου έπεσε σαν κεραυνός σε αγγελιοφόρους και δε σταμάτησε πριν πάρει ικανοποίηση, είναι κάτι που το θέλει το δίκιο· όμως το να χτυπήσει τα παιδιά εκείνων που ανέβηκαν στην αυλή του βασιλιά εξαιτίας αυτής της μάνητας, τον Νικόλαο, το γιο του Βούλη, και τον Ανήριστο, το γιο του Σπερθία (αυτόν που κυρίεψε το λιμάνι Αλιείς, όπου είχαν καταφύγει οι εξορισμένοι από την Τίρυνθα, κάνοντας απόβαση με φορτηγό πλοίο γεμάτο πολεμιστές) — βλέπω λοιπόν ολοφάνερα πως στην υπόθεση αυτή έχει βάλει το χέρι του ο θεός. [7.137.3] Δηλαδή, όταν αυτοί στάλθηκαν από τους Λακεδαιμονίους αγγελιοφόροι στην Ασία, προδόθηκαν από τον Σιτάλκη, το γιο του Τήρη, τον βασιλιά των Θρακών, κι από τον Νυμφόδωρο, το γιο του Πυθέα, Αβδηρίτη, κι αιχμαλωτίστηκαν στην περιοχή της Βισάνθης του Ελλησπόντου· κατόπι τούς πήγαν στην Αττική και τους θανάτωσαν οι Αθηναίοι, και μαζί τους και τον Κορίνθιο Αριστέα, το γιο του Αδειμάντου. Βέβαια αυτά έγιναν πολλά χρόνια μετά την εκστρατεία του βασιλιά· τώρα επιστρέφω στην εξιστόρησή μου, σε προγενέστερα γεγονότα. [7.138.1] Λοιπόν, η εκστρατεία του βασιλιά, κατά τις διακηρύξεις του, κατευθυνόταν εναντίον της Αθήνας, στην πραγματικότητα όμως απειλούσε όλη την Ελλάδα. Οι Έλληνες είχαν προ πολλού τις πληροφορίες τους, όμως δεν αντιμετώπιζαν όλοι την κατάσταση με τον ίδιο τρόπο. [7.138.2] Γιατί όσοι απ᾽ αυτούς έδωσαν γην και ύδωρ στον Πέρση, είχαν την πεποίθηση πως δε θα πάθουν τίποτε δυσάρεστο από τον βασιλιά· όμως εκείνους που αρνήθηκαν, τους έζωνε μεγάλος φόβος, ένα παραπάνω που ούτε καράβια διέθετε η Ελλάδα σε αριθμό που να είναι σε θέση ν᾽ αντιμετωπίσουν τον εχθρό που πλησίαζε ούτε οι περισσότεροι ήθελαν να πάρουν μέρος στον πόλεμο, αντίθετα πρόθυμα πήγαιναν με το μέρος των Περσών. [7.139.1] Στο σημείο αυτό νιώθω επιτακτική την ανάγκη να διατυπώσω μια άποψη που θα δυσαρεστήσει τους περισσότερους, όμως δε θα την παρασιωπήσω την ώρα που μου φαίνεται πως είναι κοντά στην αλήθεια. [7.139.2] Αν οι Αθηναίοι, πανικόβλητοι μπροστά στον κίνδυνο που ερχόταν απειλητικός, εγκατέλειπαν την πόλη τους ή, στην περίπτωση που δεν την εγκατέλειπαν, έμεναν και παραδίνονταν στον Ξέρξη, κανένας δε θα επιχειρούσε ν᾽ αντιμετωπίσει το βασιλιά στη θάλασσα. Λοιπόν, αν κανένας δεν πρόβαλε αντίσταση στον Ξέρξη στη θάλασσα, στη στεριά τα πράματα θ᾽ ακολουθούσαν την εξής πορεία: [7.139.3] Κι αν ακόμη οι Πελοποννήσιοι είχαν οχυρώσει τον Ισθμό, από τη μια άκρη του ώς την άλλη, με πολλά ζωνάρια τειχών, οι σύμμαχοι θα πρόδιναν τους Λακεδαιμονίους, όχι με τη θέλησή τους, αλλά κάτω από την πίεση της ανάγκης, καθώς ο στόλος των βαρβάρων θα κυρίευε τη μια πόλη ύστερ᾽ απ᾽ την άλλη, και οι Λακεδαιμόνιοι θα έμεναν μοναχοί τους· και μένοντας μοναχοί τους, όσο κι αν τ᾽ ανδραγαθήματα που θα έκαναν ήταν μεγάλα, θα πέθαιναν ένδοξα. [7.139.4] Ή αυτά θα τους έβρισκαν ή, προτού γίνουν αυτά, βλέποντας και τους άλλους Έλληνες να μηδίζουν, θα έκλειναν συνθήκη με τον Ξέρξη. Κι έτσι, και στη μια και στην άλλη περίπτωση, η Ελλάδα θα υποδουλωνόταν στους Πέρσες. Γιατί δεν μπορώ να καταλάβω ποιό θα ήταν το όφελος από τα τείχη που θα είχαν χτιστεί απ᾽ τη μια ώς την άλλη άκρη του Ισθμού, όσο ο βασιλιάς θα κυριαρχούσε στη θάλασσα. [7.139.5] Αντίθετα τώρα, ονομάζοντας κανείς τους Αθηναίους σωτήρες της Ελλάδας, θα πετύχαινε το σωστό, την αλήθεια· γιατί σ᾽ όποια μεριά έριχναν το βάρος τους, προς τα κει θα έγερνε η ζυγαριά. Λοιπόν, με την επιλογή τους να εξακολουθήσει η Ελλάδα να ζει ελεύθερη, αυτοί ήταν που κράτησαν όρθιο όλο τον υπόλοιπο ελληνικό κόσμο, όσος δε μήδισε, και αναχαίτισαν τον βασιλιά, ύστερα βέβαια από τους θεούς. [7.139.6] Κι ούτε απειλητικοί χρησμοί που τους ήρθαν από τους Δελφούς και τους προξένησαν δέος τους έπεισαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα, αλλά έμειναν πεισματικά στον τόπο τους κι έκαναν καρδιά ν᾽ αντιμετωπίσουν τον εχθρό που επιτέθηκε στη χώρα τους. |