ΔΙΗΓΗΣΗ (§§ 3-13) [3] Εγώ προσωπικά πιστεύω ότι κοινός εχθρός όλων των Ελλήνων είναι ο Βασιλιάς των Περσών· ωστόσο, δεν θα σας παρότρυνα για μόνο αυτόν τον λόγο να επωμισθείτε αποκλειστικά εσείς, χωρίς τους άλλους Έλληνες, το βάρος του πολέμου εναντίον του. Γιατί παρατηρώ ότι ούτε και οι ίδιοι οι Έλληνες συνδέονται με κοινή φιλία μεταξύ τους, μερικοί μάλιστα έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη σ᾽ εκείνον παρά σε κάποιους από τους ίδιους. Ξεκινώντας λοιπόν από τέτοια δεδομένα νομίζω ότι σας συμφέρει να προσέξετε με ποιόν τρόπο η κήρυξη (: η αρχή) του πολέμου θα γίνει από όλους και θα είναι και δίκαιη, να ετοιμάζετε όμως παράλληλα όλα όσα πρέπει και αυτό να έχετε ως βάση της πολιτικής σας. [4] Γιατί νομίζω, Αθηναίοι, ότι, αν γινόταν φανερό και δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία ότι ο βασιλιάς των Περσών θα επετίθετο εναντίον των Ελλήνων, θα συμμαχούσαν με μας και θα χρωστούσαν μεγάλη ευγνωμοσύνη σ᾽ αυτούς που θα τους στήριζαν και μαζί τους θα πρόβαλλαν αντίσταση προς εκείνον. Αν όμως εμείς γίνουμε από τα πριν μισητοί στον Βασιλιά, ενόσω ένας τέτοιος πόλεμος θα είναι ακόμη άδηλος, φοβούμαι, Αθηναίοι, μήπως εκτός από εκείνον αναγκαστούμε να πολεμήσουμε και εναντίον αυτών για τους οποίους λαμβάνουμε πρόνοια. [5] Γιατί εκείνος, αν είναι αποφασισμένος να επιτεθεί εναντίον των Ελλήνων, θα αναβάλει τα σχέδια του, θα δώσει χρήματα σε μερικούς από αυτούς και θα τους προτείνει φιλία· αυτοί από τη μεριά τους, καθώς επιθυμούν να βγουν κερδισμένοι στους μεταξύ τους πολέμους και έχοντας στρέψει εκεί την προσοχή τους, θα αδιαφορήσουν για την κοινή σωτηρία όλων των Ελλήνων. Σε τέτοια σύγχυση και απερισκεψία σας συμβουλεύω να μην σπρώξετε πρόωρα την πόλη μας. [6] Γιατί σε ό,τι αφορά την πολιτική σας απέναντι στον Μεγάλο Βασιλιά, βλέπω ότι εσείς σκέφτεστε εντελώς διαφορετικά από ό,τι οι άλλοι Έλληνες (:ότι οι δικές σας σκέψεις δεν ξεκινούν καθόλου από την ίδια βάση με τους άλλους Έλληνες), αλλά υποθέτω ότι πολλοί από εκείνους, προσπαθώντας να ρυθμίσουν τα προσωπικά τους συμφέροντα, θα αδιαφορήσουν για τους άλλους Έλληνες, ενώ εσείς, ακόμη και αν αδικείσθε, δεν θεωρείτε έντιμο να πάρετε από αυτούς που σας αδικούν μια τέτοια εκδίκηση, να αφήσετε δηλαδή κάποιους από αυτούς να υποταχθούν στους βαρβάρους. [7] Εφόσον έτσι έχουν τα πράγματα, πρέπει να εξετάσουμε με ποιόν τρόπο ούτε εμείς θα εμπλακούμε στον πόλεμο με άνισους όρους ούτε εκείνος, που, όπως πιστεύουμε, επιβουλεύεται τους Έλληνες, θα κερδίσει την εμπιστοσύνη τους εμφανιζόμενος ως φίλος τους. Πώς λοιπόν θα επιτευχθούν αυτά; Αν καταστεί σαφές σε όλους ότι η στρατιωτική δύναμη της πόλης είναι δοκιμασμένη και πανέτοιμη, και αν είναι εξίσου σαφές ότι η πολιτική μας σκέψη και επιλογή είναι δίκαιη. [8] Στους απερίσκεπτους συμβούλους σας όμως και σε όσους προτείνουν με τόσο ζήλο να κηρύξουμε πόλεμο, έχω να πω τούτο μόνο, ότι δεν είναι δύσκολο ούτε να αποκτήσεις τη φήμη του γενναίου, όταν χρειάζεται να πεις τη γνώμη σου, ούτε να φανείς δεινός ρήτορας, όταν κάποιος κίνδυνος είναι κοντά· αντίθετα, δύσκολο και πρέπον είναι να δείχνεις την παλικαριά σου μπροστά στον κίνδυνο, αλλά όταν έρθει η στιγμή των συμβουλών, να μπορείς να δίνεις λογικότερες συμβουλές από τους άλλους. [9] Εγώ, Αθηναίοι, θεωρώ τον πόλεμο εναντίον του Βασιλιά δύσκολη υπόθεση για την πόλη, αλλά η σύγκρουση που θα προέκυπτε από έναν τέτοιον πόλεμο θα ήταν πιο εύκολη για μας· για ποιόν λόγο; Διότι για κάθε πόλεμο απαιτούνται απαραιτήτως τριήρεις, χρήματα και στρατηγικές θέσεις, και διαπιστώνω ότι όλα αυτά εκείνος τα έχει αφθονότερα από ό,τι εμείς, ενώ για τις συγκρούσεις αυτές καθεαυτές παρατηρώ ότι τίποτε δεν είναι τόσο απαραίτητο όσο άνδρες γενναίοι, και τέτοιοι νομίζω ότι ανέκαθεν υπήρχαν περισσότεροι τόσο σε μας όσο και σ᾽ αυτούς που διακινδυνεύουν στο πλευρό μας. [10] Για τους παραπάνω λοιπόν λόγους σάς προτρέπω να μην αρχίσετε με κανέναν τρόπο πρώτοι εσείς τον πόλεμο, αλλά για μια σύγκρουση φρονώ ότι πρέπει εξαρχής να είστε σωστά προετοιμασμένοι. Αν λοιπόν υπήρχε κάποιος διαφορετικός τρόπος εξοπλισμού με τον οποίον θα μπορούσαμε να αποκρούσουμε τους βαρβάρους και διαφορετικός για να αντιμετωπίσουμε τους Έλληνες, δικαιολογημένα ίσως θα αφήναμε να φανεί ότι ετοιμαζόμαστε εναντίον εκείνου· [11] αφού όμως για κάθε προετοιμασία ο τρόπος είναι ο ίδιος και ίδια πρέπει να είναι τα βασικά στοιχεία της στρατιωτικής μας δύναμης, να μπορούμε δηλαδή να αποκρούουμε τους εχθρούς, να βοηθούμε τους συμμάχους μας και να προστατεύουμε τα κεκτημένα, ποιος ο λόγος να ψάχνουμε για άλλους εχθρούς, τη στιγμή που έχουμε μπροστά μας τους δεδηλωμένους; Ας προετοιμαστούμε να αντιμετωπίσουμε αυτούς· έτσι θα αποκρούσουμε και εκείνον, αν επιχειρήσει να μας αδικήσει. [12] Ας υποθέσουμε ότι καλείτε τώρα τους Έλληνες να συμπράξουν με σας· αν όμως δεν κάνετε όσα αυτοί σας ζητούν, στη στιγμή μάλιστα που μερικοί από αυτούς δεν βρίσκονται σε καλές σχέσεις μαζί σας, πώς πρέπει να περιμένετε ότι θα δεχθεί κάποιος από αυτούς την πρόσκλησή σας; Επειδή, μα τον Δία, λέτε, θα πληροφορηθούν από σας ότι ο Βασιλιάς τους επιβουλεύεται! Όμως, για όνομα του θεού, πιστεύετε ότι αυτοί δεν το προβλέπουν; Εγώ τουλάχιστον είμαι σίγουρος γι᾽ αυτό. Μόνο που σε μερικούς, για την ώρα, ο φόβος αυτός δεν είναι μεγαλύτερος από τις διαφορές που έχουν με σας ή μεταξύ τους. Συνεπώς, οι απεσταλμένοι μας που θα πηγαίνουν από πόλη σε πόλη δεν θα κάνουν τίποτε άλλο από το να λένε το ποίημά τους, όπως οι ραψωδοί. [13] Αργότερα όμως, αν τυχόν επαληθευτούν όσα εμείς πιστεύουμε, τότε αναμφισβήτητα κανένας από όλους τους Έλληνες δεν θα έχει τόσο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, ώστε, όταν δει ότι εσείς έχετε χίλιους ιππείς, οπλίτες όσους θα ήθελε κανείς, πλοία πολεμικά τριακόσια, να μην έρθει σε σας και να ζητήσει τη συμμαχία σας, με τη σκέψη ότι με μια τέτοια συμπαράσταση η σωτηρία τους θα είναι πέρα για πέρα εξασφαλισμένη. Επομένως, η πρόσκλησή σας αυτήν τη στιγμή σημαίνει ότι τους έχετε ανάγκη, και, αν δεν ανταποκριθούν, σημαίνει αποτυχία· ενώ περιμένοντας και ολοκληρώνοντας την προετοιμασία σας σημαίνει ότι θα σώσετε αυτούς που θα πέσουν στα πόδια σας, και να είστε σίγουροι ότι τότε όλοι θα προστρέξουν σε σας.
|