[4] Το πρώτο λοιπόν που πρέπει να μας απασχολήσει είναι το θέμα «Για ποιά καλά και για ποιά κακά πράγματα συμβουλεύει ο συμβουλευτικός ρήτορας», γιατί δεν συμβουλεύει, βέβαια, για τα πάντα, αλλά μόνο για εκείνα που είναι ενδεχόμενο να γίνουν ή να μη γίνουν. Γι᾽ αυτά που συμβαίνουν τώρα ή θα συμβούν στο μέλλον ως αποτέλεσμα ανάγκης, ή γι᾽ αυτά που είναι αδύνατο να συμβούν τώρα ή στο μέλλον, δεν χωράει συμβουλή. Ούτε, πάλι, χωράει συμβουλή για όλα ανεξαίρετα τα ενδεχόμενα· γιατί από τα καλά πράγματα που είναι ενδεχόμενο να γίνουν ή να μη γίνουν μερικά γίνονται από μόνα τους και τυχαία: γι᾽ αυτά η συμβουλή είναι ολωσδιόλου ανώφελη. Αντίθετα, είναι φανερό ότι η συμβουλή έχει νόημα μόνο για πράγματα που μπορούν να είναι αντικείμενο διαβούλευσης· τέτοια είναι όσα από τη φύση τους ανάγονται σε μας τους ίδιους, καθώς και αυτά που η αρχή της ύπαρξής τους εξαρτάται από τη δική μας δύναμη. Πραγματικά, την έρευνά μας την προχωρούμε [1359b] ώσπου να διαπιστώσουμε αν ένα πράγμα είναι δυνατό ή δεν είναι δυνατό για μας να το κάνουμε. Εν πάση περιπτώσει, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή καμιά ανάγκη να προσπαθήσουμε να απαριθμήσουμε με ακρίβεια, ένα προς ένα, και να μοιράσουμε σε κατηγορίες όλα τα θέματα για τα οποία συνηθίζουν οι άνθρωποι να διαβουλεύονται και να συζητούν· προπαντός δεν χρειάζεται να προσπαθήσουμε να δώσουμε, στο μέτρο του δυνατού, τους επιστημονικούς ορισμούς τους, πρώτον γιατί αυτό δεν είναι δουλειά της ρητορικής τέχνης, αλλά μιας επιστήμης με περισσότερες ειδικές γνώσεις και με μεγαλύτερη προσέγγιση στην αλήθεια, και δεύτερον γιατί ήδη έχει προσδοθεί στη ρητορική τέχνη πεδίο θεωρητικής διερεύνησης πολύ ευρύτερο από αυτό που της ανήκει. Αυτό που είπαμε και πρωτύτερα είναι, πράγματι, αλήθεια, ότι η ρητορική τέχνη είναι ένας συνδυασμός της αναλυτικής επιστήμης και της σχετικής με τα ηθικά θέματα πολιτικής επιστήμης, και ότι από τη μια μοιάζει με τη διαλεκτική και από την άλλη με τους σοφιστικούς λόγους. Όσο προσπαθεί κανείς να κάνει τη διαλεκτική ή τη ρητορική, για την οποία μιλούμε, όχι αυτό που πράγματι είναι, δηλαδή δεξιότητες, αλλά ειδικούς γνωστικούς κλάδους, θα καταστρέψει, δίχως να το αντιληφθεί, την πραγματική τους φύση μεταβάλλοντάς τες, με αυτήν την αλλαγή, σε επιστήμες κάποιων συγκεκριμένων πραγμάτων και όχι απλώς του λόγου. Παρ᾽ όλα αυτά, μπορούμε και τώρα να πούμε όσα είναι χρήσιμο να ξεδιαλυθούν, αφήνοντας την πληρέστερη διερεύνηση του θέματος στην πολιτική επιστήμη. Τα πιο σημαντικά θέματα για τα οποία συζητούν και διαβουλεύονται οι άνθρωποι και για τα οποία μιλούν οι συμβουλευτικοί ρήτορες είναι, θα έλεγα, πέντε. Αυτά είναι: τα δημόσια οικονομικά, ο πόλεμος και η ειρήνη, η φύλαξη της χώρας, οι εισαγωγές και οι εξαγωγές, η νομοθεσία. Ο ρήτορας λοιπόν που πρόκειται να δώσει συμβουλές για τα δημόσια οικονομικά οφείλει να γνωρίζει ποιά και πόσα είναι τα έσοδα της πόλης, ώστε αν κάτι λείπει, να προστεθεί, και αν κάτι είναι λιγότερο από το απαιτούμενο, να αυξηθεί. Οφείλει επίσης να είναι ενήμερος για όλες τις δαπάνες της πόλης, ώστε αν κάποια είναι περιττή, να καταργηθεί, και αν κάποια είναι μεγαλύτερη από αυτό που χρειάζεται, να μειωθεί. Γιατί οι άνθρωποι γίνονται πλουσιότεροι όχι μόνο προσθέτοντας άλλα σ᾽ αυτά που έχουν, αλλά και περιορίζοντας τα έξοδά τους. Για όλα αυτά δεν μπορεί κανείς να έχει μια συνολική άποψη βασισμένος μόνο στην πείρα που αποκτά από τα οικονομικά της δικής του πόλης· είναι ανάγκη —αν είναι να δώσει συμβουλές για τα θέματα αυτά— να είναι καλά πληροφορημένος και για όσα έχουν ανακαλύψει πάνω στο θέμα αυτό και οι άλλοι. |