Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Ἑλληνικά (7.1.33-7.1.38)

[7.1.33] Συνεχῶς δὲ βουλευόμενοι Θηβαῖοι ὅπως ἂν τὴν ἡγεμονίαν λάβοιεν τῆς Ἑλλάδος, ἐνόμισαν, εἰ πέμψειαν πρὸς τὸν Περσῶν βασιλέα, πλεονεκτῆσαι ἄν τι ἐν ἐκείνῳ. καὶ ἐκ τούτου παρακαλέσαντες ἤδη τοὺς συμμάχους ἐπὶ προφάσει ὅτι καὶ Εὐθυκλῆς ὁ Λακεδαιμόνιος εἴη παρὰ βασιλεῖ, ἀναβαίνουσι Θηβαίων μὲν Πελοπίδας, Ἀρκάδων δὲ Ἀντίοχος ὁ παγκρατιαστής, Ἠλείων δὲ Ἀρχίδαμος· ἠκολούθει δὲ καὶ Ἀργεῖος. καὶ οἱ Ἀθηναῖοι ἀκούσαντες ταῦτα ἀνέπεμψαν Τιμαγόραν τε καὶ Λέοντα. [7.1.34] ἐπεὶ δὲ ἐκεῖ ἐγένοντο, πολὺ ἐπλεονέκτει ὁ Πελοπίδας παρὰ τῷ Πέρσῃ. εἶχε γὰρ λέγειν καὶ ὅτι μόνοι τῶν Ἑλλήνων βασιλεῖ συνεμάχοντο ἐν Πλαταιαῖς, καὶ ὅτι ὕστερον οὐδεπώποτε στρατεύσαιντο ἐπὶ βασιλέα, καὶ ὡς Λακεδαιμόνιοι διὰ τοῦτο πολεμήσειαν αὐτοῖς, ὅτι οὐκ ἐθελήσαιεν μετ᾽ Ἀγησιλάου ἐλθεῖν ἐπ᾽ αὐτὸν οὐδὲ θῦσαι ἐάσαιεν αὐτὸν ἐν Αὐλίδι τῇ Ἀρτέμιδι, ἔνθαπερ ὅτε Ἀγαμέμνων εἰς τὴν Ἀσίαν ἐξέπλει θύσας εἷλε Τροίαν. [7.1.35] μέγα δὲ συνεβάλλετο τῷ Πελοπίδᾳ εἰς τὸ τιμᾶσθαι καὶ ὅτι ἐνενικήκεσαν οἱ Θηβαῖοι μάχῃ ἐν Λεύκτροις καὶ ὅτι πεπορθηκότες τὴν χώραν τῶν Λακεδαιμονίων ἐφαίνοντο. ἔλεγε δὲ ὁ Πελοπίδας ὅτι οἱ Ἀργεῖοι καὶ οἱ Ἀρκάδες μάχῃ ἡττημένοι εἶεν ὑπὸ Λακεδαιμονίων, ἐπεὶ αὐτοὶ οὐ παρεγένοντο. συνεμαρτύρει δ᾽ αὐτῷ ταῦτα πάντα ὡς ἀληθῆ λέγοι ὁ Ἀθηναῖος Τιμαγόρας, καὶ ἐτιμᾶτο δεύτερος μετὰ τὸν Πελοπίδαν. [7.1.36] ἐκ δὲ τούτου ἐρωτώμενος ὑπὸ βασιλέως ὁ Πελοπίδας τί βούλοιτο ἑαυτῷ γραφῆναι εἶπεν ὅτι Μεσσήνην τε αὐτόνομον εἶναι ἀπὸ Λακεδαιμονίων καὶ Ἀθηναίους ἀνέλκειν τὰς ναῦς· εἰ δὲ ταῦτα μὴ πείθοιντο, στρατεύειν ἐπ᾽ αὐτούς· εἴ τις δὲ πόλις μὴ ἐθέλοι ἀκολουθεῖν, ἐπὶ ταύτην πρῶτον ἰέναι. [7.1.37] γραφέντων δὲ τούτων καὶ ἀναγνωσθέντων τοῖς πρέσβεσιν, εἶπεν ὁ Λέων ἀκούοντος τοῦ βασιλέως· Νὴ Δία, ὦ Ἀθηναῖοι, ὥρα γε ὑμῖν, ὡς ἔοικεν, ἄλλον τινὰ φίλον ἀντὶ βασιλέως ζητεῖν. ἐπεὶ δὲ ἀπήγγειλεν ὁ γραμματεὺς ἃ εἶπεν ὁ Ἀθηναῖος, πάλιν ἐξήνεγκε προσγεγραμμένα· εἰ δέ τι δικαιότερον τούτων γιγνώ σκουσιν οἱ Ἀθηναῖοι, ἰόντας πρὸς βασιλέα διδάσκειν. [7.1.38] ἐπεὶ δὲ ἀφίκοντο οἱ πρέσβεις οἴκαδε ἕκαστοι, τὸν μὲν Τιμαγόραν ἀπέκτειναν οἱ Ἀθηναῖοι, κατηγοροῦντος τοῦ Λέοντος ὡς οὔτε συσκηνοῦν ἑαυτῷ ἐθέλοι μετά τε Πελοπίδου πάντα βουλεύοιτο. τῶν δὲ ἄλλων πρέσβεων ὁ μὲν Ἠλεῖος Ἀρχίδαμος, ὅτι προυτίμησε τὴν Ἦλιν πρὸ τῶν Ἀρκάδων, ἐπῄνει τὰ τοῦ βασιλέως, ὁ δὲ Ἀντίοχος, ὅτι ἠλαττοῦτο τὸ Ἀρκαδικόν, οὔτε τὰ δῶρα ἐδέξατο ἀπήγγειλέ τε πρὸς τοὺς μυρίους ὡς βασιλεὺς ἀρτοκόπους μὲν καὶ ὀψοποιοὺς καὶ οἰνοχόους καὶ θυρωροὺς πεμπλήθεις ἔχοι, ἄνδρας δὲ οἳ μάχοιντ᾽ ἂν Ἕλλησι πάνυ ζητῶν οὐκ [ἂν] ἔφη δύνασθαι ἰδεῖν. πρὸς δὲ τούτοις καὶ τὸ τῶν χρημάτων πλῆθος ἀλαζονείαν οἷ γε δοκεῖν ἔφη εἶναι, ἐπεὶ καὶ τὴν ὑμνουμένην ἂν χρυσῆν πλάτανον οὐχ ἱκανὴν ἔφη εἶναι τέττιγι σκιὰν παρέχειν.

[367 π.Χ.]
[7.1.33] Οι Θηβαίοι, που δεν έπαψαν να μηχανεύονται τρόπους για ν᾽ αποκτήσουν την ηγεμονία στην Ελλάδα, σκέφτηκαν πως αν έστελναν πρέσβεις στον Βασιλέα είχαν κάποια πιθανότητα να κερδίσουν την εύνοιά του. Με την πρόφαση λοιπόν ότι κι ο Ευθυκλής ο Λακεδαιμόνιος βρισκόταν κοντά στον Βασιλέα, ζήτησαν τη συνδρομή των συμμάχων τους, κι έτσι ξεκίνησαν για το εσωτερικό της Ασίας ο Πελοπίδας ως αντιπρόσωπος των Θηβαίων, ο Αντίοχος ο παγκρατιαστής ως αντιπρόσωπος των Αρκάδων κι ο Αρχίδαμος ως αντιπρόσωπος των Ηλείων· μαζί τους πήγε κι ένας Αργείος. Οι Αθηναίοι πάλι, σαν το ᾽μαθαν, έστειλαν κι εκείνοι τον Τιμαγόρα και τον Λέοντα.
[7.1.34] Όταν έφτασαν οι πρέσβεις, ο Πελοπίδας βρέθηκε σε πολύ πλεονεκτική θέση μπροστά στον Πέρση, γιατί είχε πολλά να πει για τους Θηβαίους: ότι μόνοι απ᾽ όλους τους Έλληνες πολέμησαν στο πλευρό του Βασιλέως στην Πλάταια· ότι ποτέ, αργότερα, δεν εξεστράτευσαν εναντίον του· ότι ο λόγος που τους είχε κηρύξει τον πόλεμο η Λακεδαίμων ήταν η άρνησή τους ν᾽ ακολουθήσουν τον Αγησίλαο στην εκστρατεία του εναντίον του Βασιλέως, καθώς και να τον αφήσουν να κάνει θυσία προς τιμήν της Άρτεμης στην Αυλίδα — εκεί ακριβώς όπου είχε κάνει θυσία ο Αγαμέμνων, πριν βάλει πλώρη για την Ασία και κουρσέψει την Τροία.
[7.1.35] Στις τιμές που απολάμβανε ο Πελοπίδας συντελούσε πολύ η νίκη των Θηβαίων στη μάχη των Λεύκτρων, καθώς και οι ειδήσεις για τις καταστροφές που είχαν προκαλέσει στο έδαφος της Λακεδαίμονος. Άλλωστε, μόλις βρέθηκαν χωρίς τους Θηβαίους, οι Αργείοι και οι Αρκάδες —είπε ο Πελοπίδας— νικήθηκαν σε μάχη από τους Λακεδαιμονίους. Την αλήθεια όλων αυτών την επιβεβαίωνε κι ο Αθηναίος Τιμαγόρας, και για τούτο ερχόταν αμέσως μετά τον Πελοπίδα στις τιμές που του γίνονταν.
[7.1.36] Μετά απ᾽ αυτά ο Βασιλεύς ρώτησε τον Πελοπίδα, τί όρους θα ᾽θελε να περιλάβει για χάρη του το σχέδιο ειρήνης· ο Πελοπίδας ζήτησε ν᾽ αναγνωρίσουν οι Λακεδαιμόνιοι την ανεξαρτησία της Μεσσήνης, και οι Αθηναίοι να παροπλίσουν τον στόλο τους· κι αν δεν συμμορφωθούν μ᾽ αυτά, να γίνει εκστρατεία εναντίον τους· κι όποια πόλη αρνηθεί να πάρει μέρος στην εκστρατεία, να χτυπηθεί εκείνη πρώτη. [7.1.37] Όταν αυτά γράφτηκαν και διαβάστηκαν στους πρέσβεις, ο Λέων είπε — και τον άκουσε ο Βασιλεύς: «Μα τον Δία, Αθηναίοι. Καιρός είναι, μου φαίνεται, να γυρέψετε κανέναν άλλο φίλο αντί για τον Βασιλέα». Ο γραμματικός εξήγησε τα λόγια του Αθηναίου, και κατόπιν βγήκε με μια προσθήκη στο κείμενο: «Κι αν οι Αθηναίοι έχουν να προτείνουν όρους δικαιότερους απ᾽ αυτούς, να πάνε να τους αναπτύξουν στον Βασιλέα».
[7.1.38] Αφού οι πρέσβεις έφτασαν ο καθένας στον τόπο του, ο Τιμαγόρας κατηγορήθηκε από τον Λέοντα ότι είχε αρνηθεί να συγκατοικήσει μαζί του κι ότι για όλα τα ζητήματα έκανε συνεννοήσεις με τον Πελοπίδα· τότε οι Αθηναίοι τον εξετέλεσαν. Από τους υπόλοιπους πρέσβεις ο Ηλείος Αρχίδαμος επαινούσε την πολιτική του Βασιλέως, επειδή είχε δείξει περισσότερη εύνοια στους Ηλείους παρά στους Αρκάδες· ο Αντίοχος, αντίθετα, την έκρινε επιζήμια για τους συμπατριώτες του και δεν δέχτηκε τα δώρα του· ανέφερε μάλιστα στους Δέκα Χιλιάδες ότι ο Βασιλεύς μπορεί να διαθέτει πολλούς αρτοποιούς, μαγείρους, οινοχόους και θυρωρούς, αλλά —είπε— όσο κι αν έψαξε δεν κατόρθωσε να δει άνδρες ικανούς να πολεμήσουν τους Έλληνες. Έπειτα, είπε, καυχησιολογίες είναι κατά τη γνώμη του όσα λέγονται για τα μεγάλα του πλούτη, αφού και το πολυθρύλητο χρυσό πλατάνι δεν αρκεί να δώσει σκιά ούτε σ᾽ ένα τζιτζίκι.