[6.4.27] Στο μεταξύ ο Ιάσων, φεύγοντας μέσα από τη Φωκίδα, κατέλαβε το προάστιο των Υαμπολιτών, λεηλάτησε τη γη τους και σκότωσε πολλούς· την υπόλοιπη Φωκίδα τη διάβηκε δίχως να την πειράξει. Όταν έφτασε στην Ηράκλεια, ωστόσο, γκρέμισε το τείχος των Ηρακλεωτών: είναι φανερό πως δεν φοβόταν μήπως κανένας βρει ανοιχτό αυτό το πέρασμα και βαδίσει εναντίον του, αλλά τον απασχολούσε το ενδεχόμενο μήπως καταλάβει κάποιος την Ηράκλεια, που δεσπόζει σε στενά, και του κόψει τον δρόμο όταν θα ᾽θελε ο ίδιος να πορευτεί προς οποιοδήποτε μέρος της Ελλάδος. [370 π.Χ.] [6.4.28] Όταν γύρισε ξανά στη Θεσσαλία, η δύναμή του ήταν μεγάλη, επειδή είχε γίνει νόμιμος ηγεμόνας των Θεσσαλών και διατηρούσε κοντά του πολλούς μισθοφόρους, πεζούς και καβαλάρηδες, και μάλιστα γυμνασμένους έτσι, που ν᾽ αποτελούν πρώτης γραμμής στρατό· ακόμα μεγαλύτερη ήταν επειδή είχε κιόλας πολλούς συμμάχους, κι άλλους που αποζητούσαν τη συμμαχία του. Κοντολογίς ήταν η ισχυρότερη φυσιογνωμία της εποχής του, γιατί κανένας δεν ήταν σε θέση να τον αψηφήσει. [6.4.29] Καθώς πλησίαζαν τα Πύθια, παρήγγειλε στις πόλεις να ετοιμάσουν βόδια, πρόβατα, κατσίκια και χοίρους για τη θυσία· και λένε πως μόλο που δεν ζήτησε πολλά από καθεμιά πόλη, μαζεύτηκαν το λιγότερο χίλια βόδια και πάνω από δέκα χιλιάδες άλλα ζώα. Προκήρυξε κι έπαθλο ένα χρυσό στεφάνι για την πόλη που θα έτρεφε το πιο ωραίο βόδι για να μπει κεφαλή στην πομπή προς τιμήν του θεού. [6.4.30] Πρόσταξε επίσης τους Θεσσαλούς να ετοιμαστούν για εκστρατεία την εποχή των Πυθίων· γιατί σχεδίαζε, καθώς λένε, να διευθύνει ο ίδιος και τη θρησκευτική τελετή και τ᾽ αγωνίσματα. Ποιοί ήταν οι σκοποί του σχετικά με τον ιερό θησαυρό, ακόμα και σήμερα παραμένει άγνωστο· λένε πάντως ότι όταν οι κάτοικοι των Δελφών ρώτησαν το μαντείο τί έπρεπε να κάνουν αν ο Ιάσων έπαιρνε χρήματα του θεού, ο θεός αποκρίθηκε ότι αυτός θα φρόντιζε. [6.4.31] Τούτος λοιπόν ο άνθρωπος, ο τόσο σπουδαίος, με τόσα και τέτοια σχέδια στον νου του, έκανε κάποτε επιθεώρηση κι εξέταση του ιππικού των Φεραίων· ύστερα κάθισε κι έδινε απόκριση σ᾽ όποιον πλησίαζε να του ζητήσει κάτι. Τότε εφτά νεαροί, παριστάνοντας πως τάχα έχουν κάποια διαφορά αναμεταξύ τους, πήγαν σιμά του και τον έσφαξαν με άγριο τρόπο. [6.4.32] Οι σωματοφύλακες που βρέθηκαν εκεί όρμησαν να τον σώσουν· κάποιος από τους νεαρούς χτυπήθηκε με λόγχη, την ώρα που χτυπούσε ο ίδιος τον Ιάσονα, και σκοτώθηκε· ένας άλλος πιάστηκε καθώς καβαλούσε το άλογο, και πέθανε από τις πολλές πληγές· οι υπόλοιποι όμως πήδηξαν στ᾽ άλογα που περίμεναν έτοιμα και ξέφυγαν — κι όπου πήγαν στην Ελλάδα, οι περισσότερες πόλεις τούς δέχτηκαν με τιμές. Τούτο έδειξε πόσο πολύ είχαν φοβηθεί οι Έλληνες μήπως ο Ιάσων εξελιχθεί σε τύραννο. [370-358 π.Χ.] [6.4.33] Μετά τον θάνατό του έγιναν ηγεμόνες οι αδελφοί του Πολύδωρος και Πολύφρων. Καθώς πορεύονταν ωστόσο οι δυο τους προς τη Λάρισα, μια νύχτα ο Πολύδωρος δολοφονήθηκε στον ύπνο του από τον αδελφό του Πολύφρονα· αυτή τουλάχιστον η εντύπωση δημιουργήθηκε, γιατί ο θάνατός του στάθηκε ξαφνικός και χωρίς φανερή αιτία. [6.4.34] Ο Πολύφρων πάλι κυβέρνησε επί έναν χρόνο, δίνοντας όμως στην ηγεμονία του χαρακτήρα τυραννίας: γιατί και στα Φάρσαλα σκότωσε τον Πολυδάμαντα κι άλλους οχτώ από τους σπουδαιότερους πολίτες, κι από τη Λάρισα εξόρισε πολλούς. [6.4.35] Ενώ όμως τα ᾽κανε αυτά τον σκότωσε ο Αλέξανδρος, που παρουσιάστηκε σαν εκδικητής του Πολυδώρου και καταλυτής της τυραννίας. Όταν ωστόσο πήρε τούτος την εξουσία, φάνηκε σκληρός ηγεμόνας για τους Θεσσαλούς, σκληρός εχθρός για τους Θηβαίους και τους Αθηναίους, κι αδίσταχτος ληστοπειρατής στη στεριά και στη θάλασσα. Τέτοιος καθώς ήταν, σκοτώθηκε κι εκείνος από το χέρι των αδελφών της γυναίκας του, αλλά με υποκίνηση της ίδιας. [6.4.36] Πραγματικά, αυτή τους ειδοποίησε ότι ο Αλέξανδρος επιβουλευόταν τη ζωή τους, και τους έκρυψε μέσα στο σπίτι ολόκληρη μέρα· κι όταν γύρισε ο Αλέξανδρος μεθυσμένος, τον έβαλε να κοιμηθεί κι αφήνοντας το λυχνάρι πήρε το σπαθί του έξω από το δωμάτιο. Βλέποντας τ᾽ αδέλφια της να διστάζουν να μπουν, τους είπε ότι αν δεν ενεργούσαν αμέσως θα τον ξυπνούσε. Μόλις μπήκαν, έκλεισε την πόρτα και κρατούσε τον σύρτη ώσπου να ξεψυχήσει ο άνδρας της. [6.4.37] Μερικοί λένε πως τον είχε μισήσει επειδή, κάποτε που ο Αλέξανδρος είχε φυλακίσει τον ερωμένο του —ένα όμορφο παλικάρι— κι αυτή τον παρακάλεσε να τον ελευθερώσει, εκείνος τον έβγαλε και τον έσφαξε. Άλλοι λένε πως αιτία του μίσους της στάθηκε το ότι εκείνος, επειδή αυτή δεν του ᾽κανε παιδιά, είχε στείλει στη Θήβα να ζητήσει σε γάμο τη χήρα του Ιάσονος. Τέτοιες είν᾽ οι φήμες σχετικά με τα αίτια που έσπρωξαν τη γυναίκα του να επιβουλευθεί τη ζωή του. Όσο για κείνους που έκαναν τον φόνο, ο Τισίφονος —ο μεγαλύτερος από τους αδελφούς— διατηρούσε την εξουσία ώς τον καιρό που γραφόταν τούτη η Ιστορία. [370 π.Χ.] |