
Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΞΕΝΟΦΩΝ
Ἑλληνικά (4.3.1-4.3.9)
[4.3.1] Ο Αγησίλαος ερχόταν βιαστικά από την Ασία να βοηθήσει τους δικούς του. Βρισκόταν στην Αμφίπολη, όταν έφτασε ο Δερκυλίδας να του αναγγείλει ότι άλλη μια φορά είχαν νικήσει οι Λακεδαιμόνιοι κι ότι δεν είχαν χάσει παρά μόνο οχτώ άνδρες, ενώ από τους εχθρούς σκοτώθηκαν πάρα πολλοί· δεν του ᾽κρυψε ωστόσο ότι κι οι σύμμαχοι είχαν μεγάλες απώλειες. [4.3.2] Ο Αγησίλαος τον ρώτησε: «Δεν νομίζεις, Δερκυλίδα, ότι θα ᾽ταν σκόπιμο να πληροφορηθούν τη νίκη όσο το δυνατόν γρηγορότερα οι πόλεις που μας έδωσαν στρατό;» Ο Δερκυλίδας απάντησε: «Φυσικό θα ᾽ναι να τονωθεί το ηθικό τους όταν τη μάθουν». «Τότε δεν είσαι εσύ, που βρέθηκες στη μάχη, ο πιο κατάλληλος για να τους πας την είδηση;» Ο άλλος χάρηκε μόλις τ᾽ άκουσε, γιατί πάντα αγαπούσε τα ταξίδια. Είπε λοιπόν: «Αν με προστάζεις…» «Και βέβαια σε προστάζω», αποκρίθηκε ο Αγησίλαος, «και να τους πεις και τούτο ακόμα: αν πάει καλά κι η τωρινή μας επιχείρηση θα γυρίσουμε ξανά πίσω, όπως τους έχουμε υποσχεθεί». |