αμφισημία [ambiguity]

αμφισημία [ambiguity]

Ο όρος αναφέρεται στην πολλαπλότητα των σημασιών , συνήθως τη δισημία, η οποία είναι δυνατόν να χαρακτηρίζει μια λέξη ή μια πρόταση. Η αμφισημία σημειώνεται κυρίως σε αφηρημένα επίπεδα της γλωσσικής ανάλυσης (π.χ. λεξικό, γραμματική δομή), ενώ στον πραγματωμένο λόγο, δηλαδή στα φυσικά εκφωνήματα , αίρεται σχεδόν πάντα από τα συμφραζόμενα σε μια δεδομένη περίσταση επικοινωνίας (ή δημιουργείται ηθελημένα σε ειδικές χρήσεις της γλώσσας, π.χ. λογοτεχνία, διαφήμιση, λογοπαίγνια κλπ., προκειμένου να παραχθεί ένα αισθητικό ή άλλο αποτέλεσμα).

Η ομοηχία, δηλαδή η φωνητική ταυτότητα, δύο ή περισσότερων λέξεων δημιουργεί καταρχήν τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση κάποιου είδους αμφισημίας. Π.χ. ο τύπος που καταγράφεται φωνητικά ως [΄lipi] μπορεί να αντιπροσωπεύει τα ουσιαστικά λύπη και λίπη και το ρήμα λείπει. Η ομοηχία αυτή όμως των μεμονωμένων τύπων σπάνια οδηγεί σε πραγματική αμφισημία σε δεδομένες προτάσεις, εφόσον το ρήμα τίθεται πάντα σε διαφορετικές θέσεις από τα ουσιαστικά, π.χ. η λύπη δεν λείπει, ενώ τα δύο ομόηχα ουσιαστικά έχουν διαφορετικό γένος και αριθμό, πράγμα που αποκαλύπτει για ποιο από τα δύο πρόκειται σε μια δεδομένη πρόταση (π.χ. στην πρόταση Η λύπη την οδήγησε σε νευρική ανορεξία, το γένος και ο ενικός αριθμός, όπως συνάγονται από το άρθρο και τη ρηματική συμφωνία, αποκλείουν τη σύγχυση με την πρόταση Τα λίπη την οδήγησαν σε νευρική ανορεξία). Η αμφισημία δεν υπάρχει καθόλου στον γραπτό λόγο, εφόσον οι τρεις λέξεις έχουν εντελώς διαφορετική ετυμολογία και συνεπώς γραφή (παρατηρείται όμως σε ομόγραφα τονικά παρώνυμα σε κεφαλαιογράμματη γραφή, π.χ. ΝΟΜΟΣ (νόμος - νομός), ΚΑΛΟΣ (κάλος - καλός), ΜΙΣΟΣ (μίσος - μισός) κ.λπ.).

Εκτός από τη φωνητική, αμφισημία είναι δυνατόν να σημειωθεί και στο φωνολογικό ή το μορφολογικό επίπεδο. Π.χ. η φωνητική παράσταση [stonomo] μπορεί να αναλυθεί φωνολογικά είτε ως /ston ΄omo/ είτε ως /sto ΄nomo/ (δηλαδή στον ώμο ή στο νόμο). Πρόκειται για δύο διαφορετικούς τεμαχισμούς της φωνητικής ακολουθίας. Εξάλλου, η κατάληξη των θηλυκών ονομάτων είναι μορφολογικά αμφίσημη μεταξύ της ονομαστικής και της αιτιατικής πτώσης (π.χ. η μητέρα, τη μητέρα), ενώ το νεοελληνικό άρθρο οι, σε αντίθεση με το αρχαιοελληνικό, είναι μορφολογικά αμφίσημο, καθώς εκφράζει τον πληθυντικό τόσο του αρσενικού όσο και του θηλυκού (π.χ. οι άνθρωποι, οι γυναίκες). Η φωνολογική και η μορφολογική αμφισημία εύκολα καταργούνται από τα φραστικά και προτασιακά συμφραζόμενα.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, πέρα από την ομοηχία, υπάρχει ταύτιση δύο γλωσσικών τύπων και ως προς τη γραμματική κατηγορία και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά. Τότε μιλάμε για λεξική αμφισημία: π.χ. η λέξη ο τόνος μπορεί να αναφέρεται είτε στο ορθογραφικό σημάδι είτε στο μεγάλο ψάρι· η λέξη η ρόκα είναι δυνατόν να σημαίνει είτε το όργανο γνεσίματος είτε το σαλατικό· η λέξη ο σκοπός μπορεί να είναι είτε μια μελωδία είτε ο φρουρός· κλπ. Σε τέτοιες περιπτώσεις, στις οποίες, πέρα από τη φωνητική και φωνολογική ταυτότητα, υπάρχει κατηγορική και μορφολογική ταυτότητα, οι πιθανότητες εμφάνισης αμφισημίας είναι μεγαλύτερες: π.χ. οι προτάσεις δεν ξέρω αυτόν τον σκοπό, η γιαγιά μου αγαπούσε τη ρόκα είναι δίσημες λόγω της λεξικής αμφισημίας των λεξημάτων σκοπός και ρόκα. Και πάλι τα (ευρύτερα) συμφραζόμενα βοηθούν συνήθως στην άρση της λεξικής αμφισημίας στα φυσικά εκφωνήματα.

Η συντακτική ή δομική αμφισημία προκύπτει όταν μια πρόταση είναι δυνατόν να αναλύεται από συντακτική άποψη με περισσότερους από έναν τρόπους: π.χ. η πρόταση Κάνε το δικό σου μπορεί να σημαίνει είτε [κάνε το] [δικό σου], δηλαδή 'απόκτησέ το',είτε [κάνε] [το δικό σου], δηλαδή 'κάνε αυτό που θέλεις'. Οι διαφορετικές σημασίες απορρέουν, όπως φαίνεται από τις παρενθέσεις, από τις δύο δυνατές διαφορετικές ομαδοποιήσεις των γλωσσικών στοιχείων στο πλαίσιο της ίδιας γραμματικής πρότασης αλλά και από τη γραμματική αμφισημία του γλωσσικού τύπου το, το οποίο μπορεί να λειτουργεί είτε ως αντωνυμία είτε ως άρθρο. Ανάλογη, δομική αμφισημία προκύπτει από τη συντακτική ανάλυση της ονοματικής φράσης πολλοί νέοι εργάτες και τεχνίτες, όπου τα επίθετα πολλοί και νέοι είναι δυνατόν να προσδιορίζουν είτε μόνο το ουσιαστικό εργάτες είτε και τα δύο ουσιαστικά εργάτες και τεχνίτες. Η πρώτη σημασία προκύπτει από την ανάλυση [ [πολλοί νέοι εργάτες] και τεχνίτες], ενώ η δεύτερη από την ανάλυση [πολλοί νέοι [εργάτες και τεχνίτες] ].

Η διάκριση αντικειμένου (ή συμπληρώματος) και προσδιορισμού (ή προσαρτήματος) μπορεί επίσης να αποτελέσει αιτία γραμματικής αμφισημίας, π.χ. στην πρόταση Δεν ξέχασε εκείνο το βράδυ δημιουργείται αμφισημία ανάλογα με το αν η ονοματική φράση το βράδυ θα ερμηνευθεί ως άμεσο αντικείμενο του ρήματος (εκείνο το βράδυ του έμεινε αξέχαστο) ή ως προσάρτημα (εκείνο το βράδυ δεν ξέχασε κάτι, αλλά το θυμήθηκε). Στο είδος της σημασιοσυντακτικής αμφισημίας θα πρέπει να εντάξουμε και περιπτώσεις προτάσεων όπως: α. Πώς φτιάχνουν τον καφέ;/ Τηλεφωνήσανε από το σχολείο, στις οποίες το ελλείπον υποκείμενο μπορεί να είναι είτε συγκεκριμένο (π.χ. ο Γιάννης και η Μαρία) είτε γενικό και αόριστο (π.χ. οι άνθρωποι γενικά, κάποιος) β. π.χ. στη φράση Η αγάπη του Θεού η γενική πτώση μπορεί να ερμηνευθεί είτε ως υποκειμενική είτε ως αντικειμενική.

Το πεδίο ενός ποσοδείκτη είναι δυνατόν να προκαλέσει συστηματικές αμφισημίες σημασιολογικού χαρακτήρα (πρόκειται για αμφισημία πεδίου): α) η πρόταση Κάθε ναύτης αγαπά μια γυναίκα μπορεί να αποκωδικοποιηθεί ως εξής: είτε υπάρχει μια συγκεκριμένη γυναίκα για την οποία ισχύει ότι κάθε ναύτης την αγαπάει είτε για κάθε διαφορετικό ναύτη υπάρχει μια διαφορετική γυναίκα τέτοια ώστε να ισχύει ότι ο κάθε ναύτης την αγαπάει∙ β) στην πρόταση Ο Πέτρος πρέπει να μιλήσει σε κάποιον, η αόριστη αντωνυμία κάποιον μπορεί να έχει είτε συγκεκριμένη αναφορά (ένα συγκεκριμένο και εκ των προτέρων καθορισμένο άτομο) είτε αόριστη αναφορά (κάποιον οποιονδήποτε).

Αμφισημία είναι δυνατόν να προκύψει και για μια ολόκληρη πρόταση στο ευρύ πλαίσιο της επικοινωνίας. Και αυτό διότι η πρόταση είναι ακόμα μια αφηρημένη μονάδα. Έτσι, μια πρόταση όπως Θα έρθω το βράδυ μπορεί, ανάλογα με το γλωσσικό και εξωγλωσσικό πλαίσιο στο οποίο θα ενταχτεί και τη γλωσσική πράξη στην οποία εγγράφεται, μπορεί να λειτουργήσει είτε ως απλή δήλωση είτε ως υπόσχεση είτε ως απειλή κλπ. Αντίθετα, το συγκεκριμένο εκφώνημα που την εμπεριέχει και εντάσσεται σε μια πραγματική περίσταση επικοινωνίας δεν πλήττεται από αμφισημία. Έτσι, ο συνομιλητής συνήθως καταλαβαίνει την πρόθεση του ομιλητή (να δηλώσει, να υποσχεθεί, να απειλήσει κλπ.) και αποκωδικοποιεί σωστά το μήνυμα.

Η αμφισημία θα πρέπει να διακριθεί από την ασάφεια, την οποία δημιουργούν π.χ. προτάσεις όπως Δεν έφαγε μαζί μας. Η ασαφής πρόταση εγείρει πολλά ερωτήματα και επιτρέπει ακαθόριστο αριθμό πιθανών ερμηνειών. Π.χ. η πρόταση Δεν έφαγε μαζί μας δημιουργεί ερωτηματικά όπως Τί έκανε; Έκανε κάτι άλλο; Πού έφαγε; Με ποιον έφαγε; κλπ.

Γ. Καρανάσιος

Πηγές

  • Κρύσταλ, Ντ. 2000. Λεξικό γλωσσολογίας και φωνητικής. Μτφρ. Γ. Ξυδόπουλος. Αθήνα: Πατάκης.
  • Fromkin, V. & R. Rodman. 1988. An Introduction to Language. 4η έκδ. Νέα Υόρκη: Holt, Rinehart & Winston, Inc.
  • Lyons, J. 1968. Introduction to Theoretical Linguistics. Cambridge: Cambridge University Press.
  • Lyons, J. 1995. Εισαγωγή στη Γλωσσολογία, Μτφρ. Μ. Αραποπούλου et al. Επιμ. Γ. Kαρανάσιος, Αθήνα: Πατάκης.
  • Radford, A. 1988. Transformational Grammar: A First Course. Cambridge Textbooks in Linguistics. Cambridge: Cambridge University Press.