Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: υπερτιμολογώ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υπερτιμολογώ [ipertimoloγó] -ούμαι Ρ10.9 : κάνω υπερτιμολόγηση: Yπερτιμολογημένα εμπορεύματα.

[λόγ. υπερ- + τιμολογώ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες