Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τιράζ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τιράζ το [tiráz] Ο (άκλ.) : (τυπ.) ο αριθμός των αντιτύπων που εκτυπώνεται σε μία εκτύπωση ή ανατύπωση· (πρβ. τράβηγμα): Οι σύγχρονες τυπογραφικές μηχανές επιτρέπουν την αύξηση του ~. H δεύτερη έκδοση είχε ~ δύο χιλιάδες αντίτυπα.

[λόγ. < γαλλ. tirage]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες