Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: συνεπτυγμένος -η -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συνεπτυγμένος -η -ο [sineptiγménos] Ε3 μππ. του συμπτύσσω : που τον έχουν συμπτύξει, συμπτυγμένος: Συνεπτυγμένη μορφή ενός κειμένου.

[λόγ. μππ. του συμπτύσσω μτφρδ. γαλλ.(;) abrégé]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες