Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πουλέν
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πουλέν το [pulén] Ο (άκλ.) : χαρακτηρισμός για νεαρό άτομο που βρίσκεται στην αρχή της καριέρας του και που προωθείται, υποστηρίζεται από κάποιο πρόσωπο με πείρα και επιρροή: Ο προπονητής οργάνωσε έναν αγώνα πυγμαχίας για το ~ του.

[λόγ. < γαλλ. poulain]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες